Σε προκαλώ να κάνεις ένα πείραμα με τον εαυτό σου: Κλείσε το Wi-Fi και τα δεδομένα από το κινητό σου. Ασ’ το σε μια άκρη και μη το κοιτάς, μην ασχολείσαι μαζί του. Σίγουρα έχεις ένα σωρό άλλα πράγματα να κάνεις. Προσπάθησε να επικεντρωθείς σε κάτι άλλο.

Δύσκολο, ε;

Δεν είναι γραφικό, ούτε υπερβολή αυτό που ακούς να λέγεται, ότι το κινητό έχει γίνει «η προέκταση του χεριού μας». Άλλωστε, τώρα πια δεν αποτελεί αποκλειστικά ένα μέσο τηλεφωνικής επικοινωνίας, αλλά ένα εργαλείο πρόσβασης σε πολλά διαφορετικά συστήματα και δίκτυα σύνδεσης με τον έξω κόσμο, όλα εκ των οποίων μοιάζουν «απαραίτητα». Ναι, μπορούμε να κάνουμε όλες τις δουλειές μας, αρκεί το κινητό να είναι κάπου εκεί δίπλα, ανοιχτό, λειτουργικό, διαθέσιμο. Διαφορετικά, νιώθεις σαν να λείπει ένα κομμάτι σου, σαν κάτι να μην πηγαίνει καλά. Ένας υποβόσκων φόβος αναπτύσσεται μέσα σου: «Κι αν κάτι γίνεται και δε το ξέρεις;», σκέφτεσαι και δε μπορείς να ησυχάσεις. Αυτό, λοιπόν, είναι το FOBO, ο φόβος δηλαδή που πηγάζει από το να είσαι offline (Fear Of Being Offline). Είναι εκείνος ο τρόμος που νιώθεις όταν ακούς στις διακοπές ότι το ξενοδοχείο δεν έχει Wi-Fi. Ή η νευρικότητα που αισθάνεσαι όταν εξαντλείται η μπαταρία του κινητού σου και δεν είσαι σε θέση να κάνεις τίποτα γι’ αυτό.

Στη δουλειά, το FOBO αποκτά μια ξεχωριστή διάσταση: Παραπέμπει στην επιθυμία να δείχνεις διαρκώς παραγωγικ@ και διαθέσιμ@. Δεν επιτρέπεις στον εαυτό σου να καθυστερήσει να δει ένα αίτημα, ακόμη κι αν έλειψες δυο λεπτά για να πας στην τουαλέτα. Νιώθεις την υποχρέωση να είσαι συνέχεια προσβάσιμ@, επειδή αντιλαμβάνεσαι κάθε απομάκρυνση από την οθόνη ως σοβαρή παράβαση καθήκοντος. «Εφόσον συμπεριφέρεσαι έτσι, τείνεις να δημιουργείς και τις ανάλογες προσδοκίες», εξηγεί η ψυχολόγος Ashley Hampton. «Μερικές φορές, όμως, οι άνθρωποι δεν περιμένουν άμεση ανταπόκριση. Εμείς νομίζουμε ότι περιμένουν», προσθέτει. Το αποτέλεσμα; Μια τέτοια σύγχυση μεταξύ προσωπικής και επαγγελματικής ζωής, που, στην καλύτερη περίπτωση, μας μετατρέπει όλους σε εργασιομανείς και στη χειρότερη οδηγεί σε επαγγελματική εξουθένωση.

Πιο πολύ δε σημαίνει απαραίτητα και πιο καλά

«Στην πανδημία, τα όρια μεταξύ εργασίας και σπιτιού έγιναν πολύ ασαφή. Έτσι, συνηθίσαμε να είμαστε προσβάσιμοι όλες τις ώρες, με αποτέλεσμα οι εργοδότες να αυξήσουν τις προσδοκίες τους σχετικά με το φόρτο εργασίας», εκτιμά η σύμβουλος καριέρας Emily Button-Lyhman. Ωστόσο, αυτό τελικά υιοθετήθηκε ως νοοτροπία, ακόμη κι όταν η πανδημία πέρασε στην ιστορία. Από τότε που επιστρέψαμε στο γραφείο -και στην κανονική ζωή- πολλοί εργοδότες εξακολουθούν να περιμένουν να είμαστε διαρκώς συνδεδεμένοι και διαθέσιμοι, συνδέοντας κατά κάποιο τρόπο την ανάπαυση με αδυναμία και τον ελεύθερο χρόνο με αντιεπαγγελματισμό. Ωστόσο, η αυξημένη προσπάθεια δεν αντιστοιχεί απαραίτητα σε καλύτερη απόδοση. Στην πραγματικότητα, αυτή η αδιάκοπη παρουσία αποδεικνύεται συχνά αντιπαραγωγική. Ούτε υγιής, ούτε όμως και ωφέλιμη.

H Gen Z δείχνει το δρόμο

Όσο αντιφατικό κι αν ακούγεται, η νεότερη Gen Z φαίνεται να έχει καταλάβει περισσότερα για τη ζωή απ’ ότι εμείς οι υπόλοιποι. Διεκδικεί μια ευέλικτη απασχόληση κι έναν τρόπο ζωής όπου η επαγγελματική επιτυχία δεν λειτουργεί εις βάρος της προσωπικής υγείας και ευτυχίας.

Φυσικά, αυτό είναι πιο εύκολο στα λόγια απ’ ότι στις πράξεις. Σύμφωνα με τη Silvia Mérida Expósito, ψυχολόγο της BluaU de Sanitas, η ευελιξία άλλωστε είναι ένα από τα πράγματα που μας καθιστούν διαρκώς διαθέσιμους: «Στην κοινωνία που ζούμε, υπάρχει μια κοινωνική και εργασιακή πίεση να είμαστε διαρκώς παραγωγικοί και διαθέσιμοι. Επί του παρόντος, αυτή η προσδοκία βρίσκει γόνιμο έδαφος στις δυνατότητες της τεχνολογίας, που επιτρέπει αυτή τη διαρκή παρουσία. Αυτό, σε συνδυασμό με το φόβο να θεωρηθεί ότι δεν είμαστε αφοσιωμένοι στη δουλειά μας δημιουργεί ένα αίσθημα ενοχής για τον ελεύθερο χρόνο μας, αλλά και μια ανάγκη να δικαιολογούμε τον χρόνο που αφιερώνουμε σε οτιδήποτε άλλο εκτός της δουλειάς».

Τι μπορούμε να κάνουμε για να διεκδικήσουμε τον ελεύθερο χρόνο μας και την ψυχική μας υγεία; Η λέξη – κλειδί είναι τα όρια. Η λύση σε αυτό το θολό τοπίο που έχει δημιουργηθεί είναι η καθιέρωση σαφών ορίων μεταξύ προσωπικής και επαγγελματικής ζωής. Οι εταιρείες, από την πλευρά τους, θα πρέπει να ενθαρρύνουν μια υγιή εργασιακή κουλτούρα και να αναγνωρίζουν τη σημασία της ανάπαυσης και του ελεύθερου χρόνου, κάτι που άλλωστε θα ωφελήσει και την ίδια τη δουλειά, αφού κάνει τους εργαζόμενους πιο ευτυχισμένους, υγιείς και παραγωγικούς. Θα πρέπει να μάθουν να αποδέχονται και να ενθαρρύνουν τα διαλείμματα και τις offline στιγμές, όχι μόνο στις διακοπές, αλλά και στην καθημερινή εργασιακή πραγματικότητα.

Όταν τελειώνει η μέρα στη δουλειά, αρχίζει η μέρα στη ζωή. Και τότε, δεν έχουμε υποχρέωση να είμαστε διαθέσιμοι, ούτε να ενημερώνουμε κανέναν για τα σχέδιά μας. Οι επαγγελματικές ειδοποιήσεις πρέπει να απενεργοποιούνται μέχρι την επόμενη βάρδια. Δεν είναι εύκολο, αλλά με λίγη εξάσκηση θα καταφέρουμε να κάνουμε τους πάντες να καταλάβουν ότι ο κόσμος δεν θα εκραγεί εξαιτίας ενός μη απαντημένου email.