«Σε 3 μήνες έχουμε καλοκαίρι. Πρέπει να κλείσουμε ημερομηνίες, νησί και παρέα. Ανυπομονώ!». Κυριακάτικο βράδυ Μαρτίου, λίγο πριν τις 10 το βράδυ και με ένα ποτήρι κρασί στο χέρι, η Β. ψάχνει αεροπορικά εισιτήρια για μήνα Ιούλιο, ενθουσιασμένη. Εξωφρενικά αναβλητική και άνθρωπος της τελευταίας στιγμής τη ρωτάω μήπως είναι λίγο νωρίς, για να λάβω άμεσα την αφοπλιστική απάντηση, «ποτέ δεν είναι νωρίς για την προσμονή˙ εκεί βρίσκεται η μισή ευτυχία των στιγμών: στην αναμονή τους».
Οι άνθρωποι έχουν τη τάση να περιμένουν πάντα κάτι: να το σχεδιάζουν, να το περιμένουν ενθουσιωδώς και όταν έρθει, να νιώθουν ένα ανεξήγητο συναισθηματικό κενό. Ο χρόνος, ίσως, είναι δομημένος κατά τρόπο τέτοιο που να διευκολύνει τη διαρκή προσμονή: για το σαββατοκύριακο, το στόλισμα Του δέντρου, την παρέλαση της Κυριακής, το βράδυ της Ανάστασης, το πρώτο παγωτό και την πρώτη βουτιά. Το ταξίδι που πλησιάζει, η νέα ταινία της εβδομάδας, μικρότερο ή μεγαλύτερο, δημιουργούν το διαφορετικής έντασης αλλά πάντα ενθουσιαστικό αίσθημα της προσμονής.
Και ενώ πολλές φορές η προσμονή αποσπά την προσοχή μας από τα όσα παροντικά συμβαίνουν καθώς εμείς σχεδιάζουμε, είναι ανακουφιστικό να ξέρεις πως μετά από μια δύσκολη εβδομάδα, έρχεται πάντα το Σαββατοκύριακο με φίλους και καφέ. Κάθε δύσκολη περίοδο, ακολουθεί η «επόμενη μέρα» που θέλοντας και μη θα σε βρει καλύτερα, γιατί όλα – σχεδόν – περνούν. Ο άνθρωπος είναι φύσει αισιόδοξο πλάσμα, παρά τα όσα δυσάρεστα μπορεί να βιώνει ή να τον κατακλύζουν και το μέλλον θα είναι πάντα άγνωστο, άρα περισσότερο γοητευτικό και λιγότερο τρομακτικό όταν προσπαθεί να το βάλει σε χρονοδιαγράμματα και πλάνα. Κάπως έτσι στο μυαλό ήρθε η βόλτα στα στενά των Χανίων και ένα Κυριακάτικο βράδυ «χαμογέλασε» στη Δευτέρα που το ακολουθούσε. Έβαλα λίγο κρασί στο ποτήρι μου, βρήκα τις καλύτερες παραλίες της Κρήτης και παρόλο που φορούσα πουλόβερ, όλα ήταν λίγο πιο ζεστά. «Β. Ανυπομονώ!».