Πριν μερικές μέρες κάποιος μου έκανε την ερώτηση “από τι πιστεύεις ότι αποτελείσαι;”. Ήταν στο πλαίσιο εκείνων των συζητήσεων που κάνεις στις δύο το πρωί και αφού πριν έχεις ρωτήσει τα κλασικά “βουνό ή θάλασσα”, “σουβλάκι ή πίτσα”. Δεν ήξερα πως να απαντήσω. Έψαχνα ένα υλικό ή έστω ένα μείγμα υλικών. Kατέληξα πως ποτέ δεν είμαστε κάτι σταθερό, απάντησα βιαστικά και άλλαξα συζήτηση.
Μερικές μέρες μετά, ενώ ήμουν ανεβασμένη στον πάγκο της κουζίνας και περίμενα τη ζύμη της πίτσας να φουσκώσει, ξανασκέφτηκα την ερώτηση.
Το 12% μου λοιπόν υπολογίζω πως έχει καταληφθεί από υποσχέσεις και ενθουσιώδης δηλώσεις. Πάρα πολλά ”ποτέ”, “τώρα” και ”πάντα”. Ένθερμα “πάμε τώρα εκείνες τις διακοπές”, υπερβολικά “ερωτεύτηκα εκείνον τον ηθοποιό” και γεμάτα κούφιες υποσχέσεις “Θα αρχίσω να πίνω πιο πολύ νερό”.
Θα δώσω ένα 8% στην ανάγκη μου να βρίσκω πάντα κάτι συγκινητικό στις ταινίες. Και στις κωμωδίες ακόμα. Μπορεί να συγκινηθώ επειδή στους τίτλους θα δω ελληνικό όνομα. Θα σκεφτώ τον μετανάστη παππού αυτού του βοηθού σκρίπτ και την ταλαιπωρία που πέρασε στο Ellis Island μέχρι να ετοιμαστούν τα χαρτιά της εισόδου του στη χώρα.
Έχω ένα 5% καταστροφολογίας που κληρονόμησα από τη μανούλα. “Φοράς ψηλά παπούτσια ΑΡΑ: θα πέσεις, θα χτυπήσεις, θα σε τρέχουμε στο νοσοκομείο. Θα κάνεις ράμματα, θα σπάσεις το πόδι σου, θα είσαι με γύψο. Θα πρέπει να πάρεις έναν σωρό χάπια, θα σε πονέσει το στομάχι σου κλείνοντας με το παντοτινό “γιατί δεν τρως καλά.”
Χαρίζω με πολύ άνεση το 35% του συνόλου μου στο άγχος και στη νευρική μου φύση. Αν ήμουν εντελώς ειλικρινής θα έπρεπε να αφιερώσω το 90% αλλά μετά θα καταλήγαμε με ένα κείμενο πέντε γραμμών. Και θα αγχωνόμουν. Τριανταπέντε μέρη από τα εκατό μου αφορούν τη νευρικότητά μου, την αμηχανία μου, την εμμονή μου να προβλέψω πράγματα, να έχω πάντα (να το πάλι) εναλλακτικά πλάνα για όλες τις καταστάσεις.
Το 10% μου καταναλώνεται στην αγωνία μου να είναι ίσια τα κάδρα. Σωστά διπλωμένες οι πετσέτες στο ράφι του μπάνιου και καλά κλεισμένες οι συσκευασίες. Όλες οι συσκευασίες, μη ρωτάς πολλές λεπτομέρειες. Σαμπουάν, οδοντόκρεμες, σακουλάκια με ρύζι, το μπουκάλι με το αναψυκτικό. Όλα.
Δίνω ένα 19% στην ενέργεια που καταναλώνω στο να διευθετήσω το χάος που υπάρχει μέσα στο κεφάλι μου.
Έχω ένα 2% -αλλά καθόλου ανίσχυρο- που αφορά την ανυπομονησία μου. Βρίσκω εξαιρετικά επείγον ότι πρέπει να αγοράσω τις μαύρες μπότες που μου άρεσαν και μου είναι τρομερά δυσάρεστο να πρέπει να περιμένω να ανοίξει το κατάστημα το επόμενο πρωί. Το ίδιο συμβαίνει και τις ώρες που περιμένω να φτάσω στον προορισμό μου και είμαι στο πλοίο, αυτοκίνητο, κ.λπ. Δηλαδή εσύ δεν έχεις σκεφτεί ποτέ, ότι θες να πας να χτυπήσεις στον πιλότο να το “πατήσει” λίγο παραπάνω γιατί βαρέθηκες.
Αφιερώνω ένα 3% από μένα στο όνειρό μου να βρω μία ενυδατική κρέμα που να με κάνει να μοιάζω με 22χρονο, sunkissed κορίτσι.
Δίνω το 5% μου στην απόρριψη των ανθρώπων που είναι αγενείς. Εκείνων που δεν ανταποδίδουν το καλημέρα, που δεν χαμογελάνε και που ξεχνούν την έννοια του ”ευχαριστώ”.
Τέλος, θα πάρω αυτό το ταπεινό 1% και θα το βάλω στην ανησυχία μου αν έχω υπολογίσει καλά το άθροισμα των ποσοστών αυτού του άρθρου. Η αριθμητική δεν είναι το φόρτε μου και αυτό θα το χρεωθώ με το δύο τοις εκατό που θα μπορούσα εναλλακτικά να το δώσω στην αφοσίωσή μου στο μπανόφι.