Το 1916, ο Γάλλος ζωγράφος Εντουάρ Λεφέβρ αφήνει την πολυαγαπημένη του Σοφί για να πολεμήσει στο Μέτωπο. Προτού φύγει, όμως, ζωγραφίζει ένα μοναδικό πορτρέτο της, το οποίο η Σοφί φυλάει σαν κόρη οφθαλμού. Όταν η μικρή της πόλη πέφτει στα χέρια των Γερμανών, το πορτρέτο θα συγκινήσει τον Γερμανό διοικητή Κατοχής και θα γίνει η αιτία η κοπέλα να ρισκάρει τα πάντα σε μια ύστατη ελπίδα να ξαναδεί τον αγαπημένο της μια τελευταία φορά.
Σχεδόν έναν αιώνα αργότερα, το ίδιο αυτό πορτρέτο δωρίζεται στη Λιβ από τον σύζυγό της, λίγο πριν από τον αιφνίδιο θάνατό του. Η ομορφιά του της θυμίζει τον λίγο καιρό που έζησαν μαζί. Όταν, όμως, θα αποκαλυφθεί η σκοτεινή ιστορία του πίνακα, η Λιβ θα κινδυνεύσει να χάσει τη μοναδική σπίθα αγάπης που ένιωσε από τη μέρα που έχασε τον άντρα της…
Δύο νέες γυναίκες∙ τις χωρίζει ένας αιώνας, τις ενώνει η αποφασιστικότητά τους να παλέψουν γι’ αυτό που αγαπούν περισσότερο, όποιο κι αν είναι το κόστος.
Η Τζότζο Μόις αποτελεί μια από τις καλύτερες αφηγήτριες ρομαντικών ιστοριών της σύγχρονης λογοτεχνίας. Το όνομα της έγινε ευρέως γνωστό έπειτα από την κινηματογραφική μεταφορά του βιβλίου της «Πριν έρθεις εσύ». Έκτοτε έχει αποκτήσει πιστό κοινό και οι λάτρεις των βιβλίων έχουν αγαπήσει τα μυθιστορήματα της. Έχω διαβάσει μεγάλο κομμάτι της βιβλιογραφίας της και έχω αγαπήσει την πλειοψηφία των μυθιστορημάτων της. Η αγάπη μου λοιπόν για την πένα της συγγραφέως σε συνδυασμό με το δέος που μου προκαλούν τα ιστορικά μυθιστορήματα, που τοποθετούνται στην περίοδο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου με ώθησαν να βουτήξω στις σελίδες αυτού του βιβλίου.
Πρόκειται για ένα διήγημα, που μοιράζεται μεταξύ δύο χωροχρόνων, δίχως όμως η αφήγηση, να είναι “πλεκτή”. Η μια αφήγηση τοποθετείται στην επαρχία της Γαλλίας στο μεταίχμιο του Πρώτου Παγκόσμιου και η άλλη στο σύγχρονο Λονδίνο. Έτσι, το βιβλίο χωρίζεται με τάξη σε δύο μέρη, όμως οι ιστορίες καταφέρνουν, να ενωθούν και αλληλοσυμπληρωθούν με τον πιο όμορφο τρόπο.
Βρήκα το χρονολογούμενο -στον πόλεμο- μέρος του βιβλίου, σαφώς ανώτερο από εκείνο που διαδραματίζεται το 2006. Αφενός λόγω της κεντρικής ηρωίδας, της Σοφί, η οποία παρά τις κακουχίες του πολέμου αποπνέει ζωντάνια, δυναμικότητα, τόλμη, αλτρουισμό, ανιδιοτέλεια και πυγμή, αφετέρου χάρη στις ανατριχιαστικές περιγραφές της κατοχής, που δίνουν την αίσθηση ότι το πρώτο σκέλος του βιβλίου είναι συγγραφικά ανώτερο. Τα χαρακτηριστικά αυτά έρχονται σε αντιδιαστολή με τη Λιβ, τη στάσιμη και άχρωμη ηρωίδα του πρώτου μέρους και τις νωθρές περιγραφές.
Η διαφορά στην ποιότητα και τη συναισθηματική φόρτιση των περιγραφών και γεγονότων μπορεί να αποδοθεί εύλογα μέσα από το πρώτο κομμάτι του μυθιστορήματος που η συγγραφέας καλείται να αποδώσει συγκλονιστικά ιστορικά γεγονότα. Όμως όσον αφορά τη σκιαγράφηση της Λιβ περίμενα πολλά περισσότερα από μια υποτονική και βυθισμένη στο πένθος ηρωίδα, από την πένα της Τζότζο Μόις.
Ακόμη το βιβλίο είναι εμπλουτισμένο με πλήθος αναφορών στην τέχνη της ζωγραφικής, μίας και η πλοκή εκτυλίσσεται γύρω από έναν πίνακα της Σοφί, φιλοτεχνημένο από τον παθιασμένο για την τέχνη σύζυγο της Εντουάρ.Η συγγραφέας όμως δεν έμεινε στις επιφανειακές αναφορές αλλά φρόντισε, να προσαρμόσει τον τρόπο γραφής της έτσι, ώστε να φαίνεται λες και η ίδια ζωγραφίζει την ιστορία σε ένα λευκό καμβά.
Τέλος, διαβάζοντας το βιβλίο με μεγάλη μου έκπληξη και κόντρα σε όλες τις προσδοκίες μου, το μυθιστόρημα σύντομα μετατράπηκε σε ένα από τα σκληρότερα αναγνώσματα, που έχω διαβάσει για τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η ειδοποιός διαφορά στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα έγκειται στο γεγονός, ότι η συγγραφέας επιλέγει, να φέρει στην επιφάνεια και αναμετρηθεί με τη σκληρότητα μέσα στους κύκλους των κατοχικών κοινωνιών.
Κατά αυτό τον τρόπο αναδεικνύεται η εσωτερική σήψη που προκαλεί ο πόλεμος ακόμη και στις μέχρι πρότινος ενωμένες κοινωνίες. Αλλά και η ψυχολογική φθορά που επιφέρει στο άτομο καταπνίγοντας συχνά την ανθρώπινη πλευρά του και απελευθερώνοντας το ένστικτο επιβίωσης του. Ένα φιλικό βλέμμα, ένα χαμόγελο, μια κίνηση ανθρωπιάς προς τον “εχθρό” είναι αρκετό ώστε η φήμη μίας γυναίκας να στιγματιστεί στα μάτια την κοινότητα. Ο πόνος του “ευνομούμενου” του κατακτητή αποτελεί αντικείμενο ψυχαγωγίας για τους μέχρι πρότινος γείτονες και φίλους του. Ένα παραπάνω κομμάτι ψωμί αρκεί για να γεννήσει μίσος ανάμεσα στους ανθρώπους ενώ η αλληλεγγύη στερεύει μέρα με τη μέρα.
Άλλωστε η ίδια η πρωταγωνίστρια παρά τις διαρκείς προσπάθειες να βοηθήσει τους συμπολίτες της γίνεται θύμα του μίσους τους. Πρόκειται για μία ιδιαίτερη προσέγγιση των κατοχικών χρόνων που μου δημιούργησε έντονους προβληματισμούς και μου άνοιξε μια νέα οπτική για το τραύμα του πολέμου.
Πρόκειται για ένα συγκινητικό, σαγηνευτικό μυθιστόρημα – που αν και το δεύτερο σκέλος του δεν κατάφερε, να ικανοποιήσει πλήρως τις προσδοκίες μου- με άγγιξε. Ένα βιβλίο που με συγκίνησε, με προβλημάτισε και μου δημιούργησε πληθώρα συναισθημάτων και κυρίως μια γενναία ηρωίδα γεμάτη ανιδιοτελή αγάπη, που θα με συντροφεύει για πολύ καιρό.
Τίτλος: Το κορίτσι που άφησες πίσω Συγγραφέας: Jojo Moyes Εκδόσεις: Εκδόσεις Ψυχογιός Αριθμός σελίδων: 489