Στο δικό μου μυαλό -και φαντάζομαι όχι μόνο στο δικό μου- τα 20 μοιάζουν κάπως έτσι: Ανεμελιά, παρέες, πάρτι, ξενύχτι μέχρι πρωίας. Κάπως έτσι ήταν τουλάχιστον τα δικά μου 20. Ο ύπνος ήταν απλώς αναγκαίο «κακό», μια ολιγόωρη διακοπή από μια κατά τα άλλα γεμάτη και συναρπαστική ζωή.
Αλλά επειδή μόδα είναι και γυρίζει, οι σημερινοί 20άρηδες δε φαίνεται να έχουν την ίδια άποψη. Αντίθετα, για τη Gen Z ο ύπνος αποτελεί απόλυτη προτεραιότητα και βασικό άξονα ενός υγιεινού τρόπου ζωής. Μια πρόσφατη μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο The Wall Street Journal αποκάλυψε ότι η ιδανική ώρα ύπνου για τους Gen Zers είναι στις 9 το βράδυ.
Καλό ακούγεται, δε λέω, αλλά μήπως πολύ καλό για να είναι αληθινό;
Επιπλέον, σύμφωνα με τα ευρήματα της ίδιας μελέτης, το 2022 οι εικοσάρηδες ανέφεραν ότι κοιμούνται κατά μέσο όρο 9 ώρες και 28 λεπτά, χρόνο ενισχυμένο κατά 8% συγκριτικά με αυτό που ανέφεραν το 2010 (8 ώρες και 47 λεπτά).
Διαβάζοντας αυτά τα ευρήματα, ένα είναι το ερώτημα που προκύπτει μοιραία: Πώς γίνεται;
Ανάμεσα στα ταραχώδη εργασιακά προγράμματα, τις άθλιες μετακινήσεις και τον εξοντωτικό κύκλο διαχείρισης της ζωής, τι χρόνος απομένει; Πώς προλαβαίνει κανείς να γείρει στο μαξιλάρι του στις 9 το βράδυ, όταν έχει προηγηθεί μια γεμάτη ημέρα, με πλήθος υποχρεώσεων, δουλειά και ατελείωτες μετακινήσεις; Πότε πηγαίνουν σούπερ μάρκετ; Πότε καθαρίζουν το σπίτι τους; Πότε περνούν χρόνο με τα αγαπημένα τους πρόσωπα;
Ναι, οι περισσότεροι από εμάς που αναρωτιόμαστε δεν κοιμόμαστε αρκετά και σίγουρα θα θέλαμε περισσότερο. Ειδικότερα, εκείνη τη δύσκολη στιγμή του πρωινού ξυπνήματος, έχω πιάσει πολλές φορές τον εαυτό μου να μου υπόσχεται ότι το επόμενο βράδυ θα πέσω για ύπνο πιο νωρίς. Όσο καλή πρόθεση, όμως, κι αν έχω κι όσο κι αν προσπαθήσω, αυτό δεν καθίσταται σχεδόν ποτέ εφικτό.
Κι εκεί, τις ατελείωτες ξάγρυπνες στιγμές, ερχόμαστε αντιμέτωποι με πλήθος ερευνών που μας θυμίζουν ότι ενός κακού μύρια έπονται: Ο κακός ύπνος συνδέεται με τρομακτικές συνέπειες υγείας, όπως ο καρκίνος, η νόσος Αλτσχάιμερ και η μείωση του προσδόκιμου ζωής. Δεν είναι ότι υποτιμάμε τη σημασία του ή δεν ξέρουμε πόσο σημαντικός είναι. Είναι απλώς ότι όσο κι αν αγαπάμε τον ύπνο, όσο κι αν επιδιώκουμε περισσότερο, μοιάζει σχεδόν αδύνατο να εξασφαλίσουμε περισσότερα λεπτά ξεκούρασης στην καθημερινότητα.
Καλώ όποιον έχει αντίθετη γνώμη, να μου το αποδείξει. Γιατί στο δικό μου μυαλό, είναι απλά μαθηματικά. Δεν υπάρχουν αρκετές ώρες μέσα στην ημέρα. Τουλάχιστον οι 8 από αυτές καταλαμβάνονται από την εργασία, αν όχι περισσότερες. Κι ύστερα, φτάνοντας σπίτι, μετά από μια αναπόφευκτα καθυστερημένη μετακίνηση, υπάρχει ελάχιστος χρόνος και πλήθος άλλων υποχρεώσεων: Οι δουλειές του σπιτιού, το μαγείρεμα κι ένα χαλαρωτικό μπάνιο στο τέλος της ημέρας, ως η μοναδική πολλές φορές μορφή αυτοφροντίδας.
Ακόμη, όμως, κι αν η επίτευξη αυτού του μεγαλεπήβολου στόχου ήταν εφικτή, λείπει κάτι: Ο ελεύθερος χρόνος. Ο χρόνος με τα αγαπημένα πρόσωπα, η ενασχόληση με δραστηριότητες που προσφέρουν χαρά. Μην ξεχνάμε ότι η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα κουνάει το δάχτυλο για τα διαρκώς αυξανόμενα ποσοστά κατάθλιψης και μοναξιάς. Τα στοιχεία του 2023 μαρτυρούν ότι 1 στους 10 ανθρώπους ηλικίας 16 – 29 ετών αισθάνεται συχνά ή πάντα μοναξιά, με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας να εκφράζει έντονη ανησυχία για τις συνέπειες της μοναξιάς στη δημόσια υγεία.
Η κοινωνική ζωή των ανθρώπων ήδη συμπιέζεται, μεταξύ άλλων, από το άγχος και τις οικονομικές δυσκολίες. Αν αφαιρέσουμε αυτές τις ώρες κοινωνικοποίησης και πάμε κατευθείαν στο κρεβάτι, τι χρόνος μένει για να δούμε τους φίλους μας; Σίγουρα υπάρχει το Σαββατοκύριακο, αλλά αυτές οι μέρες περνούν υπερβολικά γρήγορα. Η δε Κυριακή δεν μετράει σχεδόν καθόλου – είναι αφιερωμένη στη φοβερή διαχείριση της ζωής και την πνευματική προετοιμασία για την εβδομάδα που έρχεται. Η πρώιμη ώρα για ύπνο, λοιπόν, θα μπορούσε να λειτουργήσει ως μια ταφόπλακα για την κοινωνική ζωή πολλών ανθρώπων.
Όσο απαιτείται από εμάς να είμαστε διαρκώς παραγωγικοί (ακόμη και η αυτοφροντίδα είναι αγγαρεία σε αυτό το σημείο), ο ύπνος στις 9 το βράδυ είναι απλώς ακόμη ένα ουτοπικό σενάριο σε μια μακρά λίστα με ανέφικτους στόχους.
Και, στην τελική, τι μένει από τη ζωή, αν όχι λίγος ευχάριστος, ποιοτικός και αναζωογονητικός χρόνος; Για τους περισσότερους ανθρώπους, αυτός είναι ο μόνος χρόνος που έχουν για τον εαυτό τους: Τις σκοτεινές ώρες της απόλαυσης, τις επιδρομές με φίλους στα μπαρ και το Netflix.
Να το εγκαταλείψουμε κι αυτό; Προτιμώ να τρεμοπαίζουν τα βλέφαρά μου το επόμενο πρωί.