Η ιστορία του πάει πολύ πίσω στο βάθος των χρόνων με αναφορές ακόμα και στην εποχή προ παγετώνων, χωρίς ωστόσο να έχουμε σαφή στοιχεία για το πότε και πώς ξεκίνησε. Ας σταθούμε όμως στην μυθολογία της Αρχαίας Ελλάδας. Μια φορά κι έναν καιρό, ο θεός Διόνυσος φιλοξενήθηκε από το βασιλιά της Αιτωλίας, Οινέα. Ευχαριστήθηκε πολύ από τη φιλοξενία του και για ανταπόδοση θέλησε να του κάνει ένα δώρο. Πήρε ένα μικρό και τρυφερό κλίμα αμπελιού και τύλιξε τις ρίζες του με λάσπη για να μην ξεραθεί. Ο δρόμος ήταν μακρύς και το αμπέλι μεγάλωνε. Έτσι ο θεός χρησιμοποίησε κουφάρια από κόκαλα διάφορων ζώων ώστε να το μεταφέρει. Τελικά, έφτασε στην Αιτωλία, ο Οινέας παρέλαβε το δώρο του, το φύτεψε και αφού κάρπισε, έφαγε μερικά σταφύλια και άλλα τα έστυψε και τα έκανε μούστο. Είδε με περιέργεια ότι ο μούστος ζυμώθηκε και έγινε κρασί. Έκτοτε, εξαιτίας των οστών των ζώων που χρησιμοποίησε ο Διόνυσος, λέγεται πως «Όποιος πιει λίγο κρασί , νιώθει σαν πουλί και κελαηδεί. Όποιος όμως πιει περισσότερο , θεριεύει και γίνεται σα λιοντάρι και ζητά καυγάδες». Το κρασί εξακολουθεί να θεωρείται «θείο» δώρο. Οι λάτρεις του πλέον το συναντούν σε πολλές ποικιλίες και είδη. Ένα κρασί γίνεται ακόμα πιο απολαυστικό όταν τολμάς να το δοκιμάσεις. Ο πιο διαδεδομένος και απλός διαχωρισμός είναι σε λευκά, ροζέ και κόκκινα κρασιά, τα οποία με την σειρά τους μπορεί να είναι ξηρά, ημίγλυκα, ή και γλυκά. Το χρώμα τους λανθασμένα πολλοί πιστεύουν ότι προκύπτει από το χρώμα των σταφυλιών. Η αλήθεια όμως είναι πως τα ροζέ και τα κόκκινα, οφείλουν το χρώμα τους στις σάρκες των σταφυλιών που χρησιμοποιούνται κατά την ζύμωση τους. Φυσικά σάκχαρα, ή και επιπρόσθετα, χρησιμοποιούνται έπειτα στην ζύμωση, και μετατρέπονται σε αλκοόλη. Η γλυκύτητα των κρασιών καθορίζεται από το ποσοστό της ζάχαρης που παραμένει στο κρασί μετά από τη ζύμωση. Οι ποικιλίες των σταφυλιών και ο συνδυασμός τους δημιουργεί πολλές γεύσεις, ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες προς δοκιμή. Οι γνώσεις όμως γύρω από τον τρόπο παραγωγής, οινοποίησης και κατανάλωσης των κρασιών φαντάζουν άπιαστες. Για το λόγο αυτό, για έναν αρχάριο παίκτη στο βασίλειο του οίνου, είναι καλύτερο να μάθει να το επιλέγει αναγνωρίζοντας την υφή, την ένταση της γεύσης και τα αρώματα του.
Μερικές διαδεδομένες ποικιλίες στην Ελλάδα που θα τις συναντήσετε εύκολα σε εστιατόρια και μπαρ: Μοσχοφιλερο Λευκό ξηρό κρασί. Πίνεται φρέσκο αφού δεν επιδέχεται παλαίωση. Μυρωδάτο, ζωηρό, απαλή υφή, χαρακτηριστικό άρωμα που θυμίζει πράσινο μήλο και τριαντάφυλλό, με σχετικά χαμηλή περιεκτικότητα αλκοόλ. Συνδυάζει υπέροχα δροσερές σαλάτες, θαλασσινά, καθώς και φρέσκα τυριά. Αθήρι Λευκό ξηρό κρασί. Συνδυασμένο άρρηκτα με τα Αιγαιοπελαγίτικα νησιά. Ήπια δομή λιτή και ισορροπημένη γεύση, υψηλή περιεκτικότητα σε αλκοόλη, δροσερό και φρουτένιο. Συνοδεύει μεγάλα ψάρια, ελαφριά κρέατα και ζυμαρικά, πολλοί το προτιμούν και σκέτο σαν απεριτίφ πριν ένα καλοκαιρινό γεύμα. Chardonnay Η Βασίλισσα των λευκών. Ίσως το πιο διαδεδομένο λευκό στον κόσμο. Λεπτή ραφιναρισμένη γεύση, υψηλή ποιότητα και προσαρμοστικότητα. Διακρίνεται για τον γευστικό πλούτο και τη φρουτώδη πολυπλοκότητά του. Οι ποικιλίες του αφθονούν. Τις περισσότερες φορές έχει ήπιο σώμα γεύσεων αχλαδιού, μήλου, βανίλιας ή βουτύρου. Συνδυάζεται ωραία με την Αμερικάνική αλλά και τη Γαλλική κουζίνα, πιο συγκεκριμένα με ψητά κρέατα ψάρια και οστρακοειδή. Αγιωργίτικο Γνωστό και ως μαύρο Νεμέας. Ξεχωρίζει από το έντονα πορφυρό, σχεδόν μαύρο χρώμα του. Μπορεί να δώσει κόκκινα αλλά και ροζέ κρασιά. Είναι εξίσου γευστικό είτε φρέσκο είτε παλαιωμένο. Η γεύση του θυμίζει ώριμα κόκκινα φρούτα, μαρμελάδα και σοκολάτα. Συνδυάζεται με αλλαντικά, ψητά λαχανικά και πουλερικά. Ξινόμαυρο Η ποικιλίες ξινόμαυρο μαζί με την αγιωργίτικο θεωρούνται οι ευγενέστερες ελληνικές ποικιλίες. Προσφέρει κρασιά ερυθρά, ροζέ, αφρώδη αρωματικά, ακόμη και γλυκά. Έχει υψηλή οξύτητα, βαθύ χρώμα και έντονες ταννίνες. Ενδείκνυται για παλαίωση. Χαρακτηρίζεται από χρώμα ρουμπινί και η γεύση του περιλαμβάνει λουλούδια όπως οι βιολέτες, ελιά, ντομάτα και μπαχαρικά. Συνδυάζεται με κόκκινα κρέατα, έντονες σάλτσες, παλαιωμένα τυριά και πικάντικα αλλαντικά. Merlot Διαδεδομένο, ελκυστικό, γευστικά προσιτό, γλυκόπιοτο, με ελαφρώς ήπια γεύση. Ιδιαίτερα απαλό, με φρουτώδη χαρακτηριστικά δαμάσκηνου και βατόμουρου, αλλά και γεύση από σταφίδες, βανίλια ή κακάο. Συνδυάζεται πολύ εύκολα, καθώς ταιριάζει με τις περισσότερες γεύσεις. Συνοδεύει εξαιρετικά την ιταλική κουζίνα καθώς και κρέατα όπως αρνί, βοδινό, πάπια.