Υπάρχουν φορές στη ζωή μας που συναντάμε ανθρώπους με το χάρισμα να την κάνουν ομορφότερη. Όχι μόνο τη δική μας, αναφέρομαι στη σπάνια κάστα ανθρώπων που αγγίζουν μαγικά όποιον βρεθεί στον δρόμο τους. Κάποιοι τους συναντούν από τύχη, κάποιοι άλλοι, όπως εγώ, από κούνια.
tumblr_ms5kxokHhm1qz4j35o1_1280
Σοβαροί να είμαστε, δεν είχα καταλάβει από νωρίς την τύχη μου. Βοηθούσε κομματάκι και εκείνη, όταν πιτσιρίκια και οι δύο, αλλά εγώ 3,5 χρόνια πιο πιτσιρίκι, σταματούσε στη μέση του δρόμου και μου έλεγε με ύφος ειλικρινούς έκπληξης: «Ποια είσαι εσύ; Γιατί περπατάς δίπλα μου»; «Η α-α-αδερφή σου» «Δεν έχω αδερφή, δε σε ξέρω, σταμάτα να με ακολουθείς». Ή όταν προσπαθούσε, και μέχρι το σημείο που την έπιαναν τα γέλια (ή εμένα τα κλάματα) τα κατάφερνε, να με πείσει ότι –λόγω χρώματος δέρματος και μαλλιών, ουδεμία ομοιότητα μεταξύ μας- είμαι υιοθετημένη, αφού πολύ καλά θυμάται ότι ένα ζευγάρι Άγγλων με είχε αφήσει έξω από την πόρτα τους.
 
Κατά διαστήματα της άρεσε να με ταλαιπωρεί, ακόμα κι όταν μεγαλώσαμε. Όπως όταν με συνόδεψε στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα στίβου, εκείνη φοιτήτρια κι εγώ παραλίγο ενήλικη, επιμένοντας να φτιάχνει εκνευριστικά αργά τα σάντουιτς που θα παίρναμε στο στάδιο την ώρα που εγώ φανταζόμουν τον Μπούμπκα να κάνει παγκόσμιο ρεκόρ δυο δρόμους παρακάτω ενώ περίμενα να βάλει το ζαμπόν. «Ελα τώρα, τόσα ρεκόρ έχει κάνει, δε θα χάσουμε και τίποτα».
 
Ολες τις υπόλοιπες φορές, η Μαρίνα ήταν ο άνθρωπος που μου μάθαινε τα πάντα. Μου έμαθε ότι «τα κορίτσια ξενυχτάνε μόνα ή δυο-δυο» και «tears on my pillow, rain in my heart», μαζί φτιάξαμε άλμπουμ για τον Μόρτεν Χάρκετ και τους AHA, εκείνη με μύησε στη house και τα τρία νούμερα μεγαλύτερα ρούχα, εκείνη μου έμαθε τον Παύλο, τις Τρύπες και τα Μωρά στη Φωτιά, μου έβαλε να ακούσω πρώτη φορά Coldplay. Εκείνη μου έκανε τις ζωγραφιές στα καλλιτεχνικά κι ας με κορόιδευε που δεν μπορούσα να τραβήξω μια ίσια γραμμή, εγώ τον βαθμό τον έπαιρνα, εκείνη είπε στη μάνα μου ότι τα έφτιαξα με τον Αλέξη στην α’ γυμνασίου και με χώρισε μετά από σχέση μιάμισης μέρας, εκείνη έγινε φίλη με τις φίλες μου και με ήθελε στην παρέα της –αλλά εγώ δεν ήθελα, τι να κάνω με τους μεγάλους; Εκείνη ανεχόταν τους λυγμούς μου κι έκανε νόημα στους διπλανούς ότι είμαι καλά στον «κύκλο τον χαμένων ποιητών» και στο «Φιλαδέλφεια», εκείνη με έπιανε από το χέρι ως Patrick Swayze αφού «nobody puts baby in the corner». Εκείνη με σύστηνε στους γνωστούς της «από εδώ η αδερφή μου», έτσι χωρίς όνομα, η αδερφή της ήμουν εξάλλου, αυτό έφτανε, εκείνη μου έστελνε ερωτικά γράμματα όταν το Πανεπιστήμιο έστειλε τη μία Ρέθυμνο και την άλλη Θεσσαλονίκη.
 
Η Μαρίνα λάτρευε το σινεμά, τη μουσική και το φαγητό. Θα μπορούσε να περνάει όλες τις –προ παιδιού- μέρες της τρώγοντας ανάμεσα σε σινεφίλ προβολές και συναυλίες –γιατί όταν πεινούσε είχε τα νεύρα της. Ηταν πραγματική καλλιτέχνιδα, έφτιαχνε υπέροχα γλυκά και συγκλονιστικές κατασκευές, διοργάνωνε τα θεματικά πάρτι του γιου της και τη βάφτιση του ανιψιού της. Η Μαρίνα ήταν ο περίεργος τύπος στην αίθουσα των χημειοθεραπειών, η πεταλούδα δεν την εμπόδιζε να κρατάει τη βελόνα για τις μπομπονιέρες και τα μαρτυρικά. Ήταν εκείνη που σε κοπλιμέντο για τα μαλλιά της μετά από τυχαία συνάντηση με γνωστό απαντούσε «είδες; Τώρα που ξαναβγήκαν είναι πιο μαλακά» και μετά μιλούσε μπροστά σε ανοιχτά στόματα για τον μεταστατικό καρκίνο ως κάτι απόλυτα φυσιολογικό. Ήταν εκείνη που συζητούσε με τις φίλες της για κομμωτήρια, ενώ φορούσε περούκα, ήταν εκείνη με το καταπονημένο σώμα που διάλεξε αρένα στους Bon Jovi, γιατί οι εξέδρες είναι για τους ξενέρωτους –εμένα εννοούσε.
 
Η Μαρίνα ήταν ο άνθρωπος που ήθελε. Ακόμα κι όταν φοβήθηκε, ποτέ δεν έπαψε να θέλει. Και αν ήταν στο χέρι της θα τα κατάφερνε. Από όλα τα πράγματα του κόσμου, αυτό δεν το μπόρεσε.
 
Επί 34 χρόνια ήμουν η αδερφή της Μαρίνας. Κι αν λείπει δύο χρόνια από τη ζωή μου, πάντα αυτό θα είμαι. Η αδερφή της. Η αδερφή σου. Σ’ αγαπώ.
Ρούλα Κεφάκη