Δεν ξέρω πώς αντέδρασαν όσοι είδαν το Eternal Sunshine of the Spotless Mind μόλις βγήκε. Ήταν Μάρτιος του 2004, όταν έκαναν την εμφάνιση τους στις οθόνες ο μοναχικός Joel και η εκκεντική Clementine για να ανατρέψουν όσα ήξερε ο κόσμος για τις σχέσεις. Ξέρω όμως ότι σήμερα, 15 χρόνια μετά, η ταινία συνεχίζει να είναι επίκαιρη.
Οι περισσότεροι θα σου πουν ότι είναι χειρότερο να δεις αυτήν την ταινία χωρισμένος. Εγώ θα σου πω, ότι είναι ακόμα χειρότερο να την δεις όσο είσαι σε σχέση. Γιατί αμέσως αρχίζεις να οραματίζεσαι το τέλος, κι αυτό από μόνο του έρχεται όλο και πιο κοντά. Ο Joel και η Clementine γνωρίστηκαν τυχαία (;) και οδηγήθηκαν σε μια σχέση την οποία δεν καταφέρνουμε να δούμε συνολικά και αντικειμενικά. Ξέρουμε όμως ότι και οι δύο προσπαθούν να σβήσουν τις κοινές τους μνήμες από το μυαλό. Αν δεν είναι αυτό η επιτομή του heartbreak, τότε πες μου τι είναι.
Σε ένα παράλληλο σύμπαν, η ταινία αυτή είναι επεισόδιο του Black Mirror – ένας παραλληλισμός που αγαπώ να μισώ. Η ταινία βάλθηκε να μας αποδείξει ότι τελικά όσα κρατάμε από τις σχέσεις είναι οι αναμνήσεις μας. Κι όσο κι αν δεν θέλουμε να το αποδεχτούμε, τις αναμνήσεις μας τις οργανώνουμε όπως θέλουμε, τις κατατάσσουμε όπου θέλουμε, και τις διατηρούμε για όσο θέλουμε. Για κάποιους η παρέμβαση της τεχνολογίας στην ταινία ήταν ό,τι πιο κυνικό. Για τον Joel και την Clementine όμως σίγουρα αναγκαίο κακό.
Βλέποντας και ξαναβλέποντας την ταινία έχεις πάντα μια διαφορετική ματιά, όπως ακριβώς και οι πρωταγωνιστές όταν έρχονται αντιμέτωποι με τις αναμνήσεις τους ξανά μέσα από μια κασέτα. Και καλούνται φυσικά να πάρουν μια απόφαση. Εκεί καταλαβαίνεις ότι η ταινία τελικά δεν είναι τόσο καταθλιπτική όσο σε έχουν κάνει να πιστεύεις. Βέβαια, πρόκειται για άλλη μια ταινία με τέλος ανοιχτό για οποιαδήποτε ερμηνεία. Ή καλύτερα για δύο μόνο εναλλακτικές.
Από τη μια είναι όσοι πιστεύουν ότι αν δινόταν μια ακόμα ευκαιρία στη σχέση αυτή θα κατέληγε πάλι σε πόνο και πικρία. Από την άλλη πλευρά – αυτή των ρομαντικών – υπάρχουν όσοι πιστεύουν στην μοίρα και ότι αυτοί οι δύο δεν ξανασυναντήθηκαν τυχαία. To θέμα και στις δύο περιπτώσεις είναι να καταλάβεις τι αξίζει. Και αν κάτι μας έμαθε αυτή η ταινία – όσο κι αν σιχαίνομαι τις διδακτικές ταινίες – είναι ότι ακόμα και το πιο άσχημο τέλος πρέπει να το δέχεσαι και να το αγαπάς.
Έχουμε την τάση να θρηνούμε ένα τέλος. Παλεύουμε να το ξεχάσουμε και μαζί με αυτό και όλα τα όμορφα που προηγήθηκαν. Τι θα γινόταν εάν τελικά “αγκαλιάζαμε” αυτό το τέλος, το αποδεχόμασταν και το κουβαλούσαμε μαζί μας στα επόμενα. Σίγουρα μας έχει δώσει πολλά περισσότερα από όσα μας πήρε εν τέλει. Κι εφόσον ένα σενάριο σαν το Eternal Sunshine of the Spotless Mind, δεν απέχει πια τόσο από την πραγματικότητα μας και την τεχνολογία, μας καλεί να σκεφτούμε και το άλλο. Έστω ότι έχουμε τη δυνατότητα να διαγράψουμε τις μνήμες μας από μια σχέση. Θα το θέλαμε;