Με ρώτησαν πριν μερικές μέρες ποιο είναι το αγαπημένο μου τραγούδι. Πάγωσα. Πάγωσα όπως όταν σε interview για δουλειά που ήθελα πολύ με ρώτησαν ποια είναι η άποψη μου για το Minority Report, ταινία που παιζόταν εκείνη την περίοδο και που δεν είχα πάει να δω γιατί είχε χαθεί η γάτα της φίλης μου της Δώρας και δέκα μέρες ψάχναμε κάθε βράδυ μετά τη δουλειά να βρούμε τη Γιασεμί.
Μου πήρε μερικές μέρες να το σκεφτώ και κατέληξα πως δεν μπορεί κανείς μας να έχει έτσι απλά ένα αγαπημένο τραγούδι. Τα αγαπημένα σου τραγούδια είναι σαν μικροί έρωτες. Συμβαίνουν κεραυνοβόλα για μια μέρα ή μια εβδομάδα ή έναν μήνα ή και μερικά χρόνια αλλά σπάνια φτάνουν σε γάμο. Μέχρι τρεις γάμους, μέχρι τρία αγαπημένα.
Ορίστε και όλα εκείνα τα κοινά σημάδια που συμβαίνουν είτε ερωτεύτηκες τραγούδι είτε ερωτεύτηκες άνθρωπο.Θες να το βάλεις δυνατά αλλά είναι ελληνικό και στη γειτονιά έχεις πετυχημένα περάσει το ύφος της χιπστερ. Και τελικά το βάζεις. Δυνατά και τις 8 φορές. Κάπως το ίδιο συμβαίνει όταν σου αρέσει κάποιος που κανείς δεν περίμενε να σου αρέσει. Είσαι η Μυρτώ που μένει στον Χολαργό, φοράει κοκάλινα γυαλιά, παίρνει στην παραλία τον Ζολά και αγάπησες έναν Πέτρο που μένει στον Κορυδαλλό, ακούει Αδαμαντίδη και φοράει στον λαιμό σταυρουδάκι; Βάλε το τραγούδι να το ακούσει όλος ο Χολαργός, να μάθει όλη η Περικλέους τον έρωτα σου για την πλατεία Μέμου κούκλα μου.
Το χορεύεις ενώ σφουγγαρίζεις και είσαι το αρχηγόπουλο των κλισέ έτσι όπως κρατάς τη σφουγγαρίστρα σαν μικρόφωνο. Το παίζει και αυτός ο pepper είκοσι φορές την ημέρα. Όταν είσαι ερωτευμένος δε ξεχωρίζεις καθαρά. Μπορεί να χορεύεις με Adele. Δεν πειράζει όλα για τους ανθρώπους είναι. Ξέρω ερωτευμένους που πέρασαν σε εξεταστική τρία μαθήματα απανωτά και οδήγησαν σε ένα βράδυ από την Ξάνθη μέχρι την Πάτρα για να πιουν μία μπύρα με το κορίτσι που τους άρεσε.
Σηκώνεις τα χέρια ψηλά και χοροπηδάς σα να είσαι στο τέρα βάιμπ. Ενώ είσαι στο σαλόνι. Οι συναυλίες έχουν έναν παλμό και μία ενέργεια που πολλές φορές μοιάζει με έρωτα. Κόσμος, φασαρία, αλκοόλ, πατημένα εισιτήρια, πλαστικά ποτήρια με ζεσταμένη μπύρα, ταχυπαλμία. Ο,τι ακριβώς συμβαίνει στο μυαλό σου όταν ερωτεύεσαι. Τα εισιτήρια όμως παιδιά να μην τα πετάτε κάτω, να τα κρατάτε στις τσεπούλες σας. Να είμαστε καθαροί.
Δεν ξέρεις τον στίχο ακόμα αλλά υποδύεσαι ότι τον ξέρεις σαν να εξαρτάται η ζωή σου από αυτό. Όταν μια φίλη μου γνώρισε έναν πολύ ωραίο άντρα δεν ήξερε πόσο γνωστός αθλητής είναι. Δύο μέρες μετά όταν βγήκαν πρώτο ραντεβού εκείνος στη συζήτηση της περιέγραψε τη μέρα του και πόσο κουραστικό είναι να κάνεις δύο προπονήσεις κάθε μέρα. Από τα συμφραζόμενα κατάλαβε το άθλημα και το επίπεδο και όταν πήγε τουαλέτα με πήρε τηλέφωνο να της πω τα sos της αγωνιστικής περιόδου. Κάποια τα είχα βγάλει από το μυαλό μου, αλλά αυτό τελικά είναι η απόδειξη πως όταν έχεις καλή ψυχολογία μπορείς να παίξεις μπάλα και χωρίς να ξέρεις τι είναι το οφ σάιντ. Το πραγματικό δίδαγμα; Μάθε τον στίχο όσο πιο άμεσα μπορείς.
Μοιάζει σαν μετά από νύχτα στο MG. Κάνε την εικόνα σε slow motion. Έχεις πιεί τέσσερα ποτά και έχεις χορέψει. Ξέρεις ότι η ώρα έχει περάσει και πως η επόμενη κίνησή σου είναι τα everest απέναντι. Ξέρεις ότι ανοίγοντας την πόρτα πρέπει να είσαι έτοιμος να κλείσεις τα μάτια για να μη σε τυφλώσει ο ήλιος αλλά δεν τα κλείνεις και ευτυχώς που δεν είσαι φιλμ φίλε μου. Εδώ ο παραλληλισμός με τον έρωτα είναι ακριβώς στο σημείο που ενώ ξέρεις ότι θα τυφλωθείς, εσύ δεν κλείνεις τα μάτια. Και αν θες τη γνώμη μου καλά κάνεις. Έχω πάει και εγώ μερικές φορές στο MG μόνο και μόνο για να ξημερώσει και να με πονέσουν τα μάτια μου εκείνα τα 3”.
Σου θυμίζει τη μυρωδιά που είχε το μπαλκόνι στο πρώτο σπίτι που έμεινες μόνος σου. Χλωρίνη, νυχτολούλουδο και σκουπίδια Αθήνας. Δεν είναι όλοι οι έρωτες με ανθρώπους. Όπως μπορείς να αγαπήσεις ένα τραγούδι μπορείς να αγαπήσεις και μια μυρωδιά, μια ανάμνηση, μια γειτονιά, μια θέα.
Σου θυμίζει βραδιά από φιέστα του Ολυμπιακού. Όλα είναι κόκκινα, φυσάει δροσερό αεράκι γιατί πάντα στον Πειραιά φυσάει δροσερό αεράκι και εσύ φοράς κασκόλ κι ας είναι μέσα Μαΐου. Όπου Ολυμπιακός, βάλε ό,τι ομάδα θες, δημοκρατία έχουμε, αλλά τον παλμό τον ξέρεις. Είναι μερικοί έρωτες δύσκολοι. Πρέπει να μοχθήσεις μια ολόκληρη σεζόν για να φτάσεις στην κούπα. Πρέπει να μαλώσεις για τα ”παλτά”, να υποστηρίξεις τα δεξιά μπακ που στρίβουν και να πας στο γήπεδο με βροχή και με καύσωνα. Όταν φτάνεις στη φιέστα όμως ξέρεις ότι ο πραγματικός αίλουρος πορτιέρο, ο ογκόλιθος της άμυνας τελικά ήσουν εσύ. Τον συμβολισμό τον πιάνεις;
Από την πρώτη νότα έχεις τον ίδιο ενθουσιασμό που έχει μαθητής σε πενταήμερη που ανακαλύπτει την ενηλικίωση μέσα από το πρώτο του τζακ ντάνιελς με κόκα κόλα και κάνει την επανάσταση του βάζοντας ροζ καλαμάκι. Δεν έχω ν’ αναπτύξω κάτι. Είτε είσαι μαθητής σε πενταήμερη είτε ερωτευμένος η αίσθηση ότι σου ανήκει η πλάση όλη είναι κοινή.
Το ακούς στο αυτοκίνητο στην εθνική, ανεβάζεις ήχο, κατεβάζεις παράθυρο, πατάς γκάζι και λες ”fuck it, αν είναι να πεθάνω απόψε, ας πεθάνω”. Αυτόν τον συνδυασμό πηγαίας χαράς και πεισιθανάτης απελπισίας μόνο ένας βλαμμένος ερωτευμένος μπορεί να τον κάνει.
Την πρώτη φορά που εντοπίζεις ότι το άκουσες παραπάνω από όσο έπρεπε το βάζεις ακόμα μία φορά. Εδώ θα μιλήσουμε για εκείνους τους έρωτες που ενώ έχεις ανακαλύψει ότι δεν σας ενώνει τίποτα, ότι κανένα μέλλον δεν υπάρχει εσύ επιμένεις να προσπαθήσεις άλλη μια φορά. Μήπως έκανες λάθος, μήπως έβγαλες βιαστικά συμπεράσματα, μήπως αξίζει μια προσπάθεια. Συνήθως όμως, όταν έχεις αρχίσει να βαριέσαι ένα τραγούδι αργά ή γρήγορα θα αρχίσεις να σιγομουρμουράς το επόμενο. Δεν το λέω εγώ, η ιστορία το λέει.