She let go

A poem by Safire Rose

She Let Go

She let go. Without a thought or a word, she let go.

She let go of the fear. She let go of the judgments. She let go of the confluence of opinions swarming around her head. She let go of the committee of indecision within her. She let go of all the ‘right’ reasons. Wholly and completely, without hesitation or worry, she just let go.

She didn’t ask anyone for advice. She didn’t read a book on how to let go. She didn’t search the scriptures. She just let go. She let go of all of the memories that held her back. She let go of all of the anxiety that kept her from moving forward. She let go of the planning and all of the calculations about how to do it just right.

She didn’t promise to let go. She didn’t journal about it. She didn’t write the projected date in her Day-Timer. She made no public announcement and put no ad in the paper. She didn’t check the weather report or read her daily horoscope. She just let go.

She didn’t analyze whether she should let go. She didn’t call her friends to discuss the matter. She didn’t do a five-step Spiritual Mind Treatment. She didn’t call the prayer line. She didn’t utter one word. She just let go. No one was around when it happened. There was no applause or congratulations. No one thanked her or praised her. No one noticed a thing. Like a leaf falling from a tree, she just let go.

There was no effort. There was no struggle. It wasn’t good and it wasn’t bad. It was what it was, and it is just that. In the space of letting go, she let it all be. A small smile came over her face. A light breeze blew through her. And the sun and the moon shone forevermore.

Μετάφραση

Αφέθηκε. Χωρίς δεύτερη σκέψη, ούτε λέξη, αφέθηκε.

Άφησε τον φόβο.

Άφησε τις απόψεις των πολλών που βούιζαν στο κεφάλι της.

Ξέχασε την αναποφασιστικότητά της. Ξέχασε όλους τους «σωστούς» λόγους.

Τελείως, χωρίς δισταγμό και ανησυχία, αφέθηκε.

Χωρίς να ζητήσει συμβουλή, χωρίς να διαβάσει κάποιο βιβλίο για το πώς να αφεθεί.

Χωρίς να ψάξει στις Γραφές. Απλά αφέθηκε.

Άφησε τις αναμνήσεις που την κρατούσαν πίσω. Άφησε την ανησυχία που εμπόδιζε τα βήματά της.

Άφησε τον σχεδιασμό και όλη την οργάνωση για το πώς να το κάνει απλά σωστά.

Δεν υποσχέθηκε σε κανέναν ότι θα αφεθεί. Δεν το έγραψε σε κάποιο ημερολόγιο. Δεν σημείωσε καμιά ημερομηνία που αυτό θα γινόταν. Δεν έβγαλε επίσημη ανακοίνωση, ούτε το έβαλε αγγελία σε εφημερίδα.

Δεν την ένοιαξε το δελτίο καιρού, ούτε διάβασε το καθημερινό της ωροσκόπιο. Απλά αφέθηκε.

Δεν ανέλυσε το εάν θα έπρεπε να αφεθεί. Δεν τηλεφώνησε σε φίλους για να το συζητήσει. Δεν έκανε διαλογισμό και δεν συμβουλεύτηκε κανέναν ψυχολόγο. Δεν τηλεφώνησε σε γραμμή βοηθείας. Δεν είπε κουβέντα. Απλά αφέθηκε.

Κανένας δεν ήταν παρών όταν αυτό συνέβη. Δεν υπήρξε χειροκρότημα ούτε συχαρίκια. Κανένας δεν την ευχαρίστησε ούτε την παίνεψε. Δεν πρόσεξε κανένας τίποτα. Όπως ένα φύλλο που έπεφτε απ’το δέντρο, έτσι αφέθηκε. Δεν υπήρξε προσπάθεια. Δεν υπήρξε αγώνας. Δεν ήταν καλό, ούτε κακό. Ήταν αυτό που ήταν και μόνο αυτό.

Καθώς αφηνόταν, άφησε κι όλα τα άλλα απλά να είναι. Ένα μειδίαμα φάνηκε στο πρόσωπό της. Ένα ελαφρύ αεράκι φύσηξε μέσα της. Και ο ήλιος και το φεγγάρι έλαμψαν παντοτινά.


 Το ρήμα «αφήνομαι» παραπέμπει όχι σε παραίτηση σε αυτό το ποίημα, αλλά στο ακριβώς αντίθετο. Δηλαδή στο πώς να προχωράς μπροστά και στο πώς να αποφεύγεις να έχεις τα πάντα στον πλήρη σου έλεγχο. Γιατί κάποια πράγματα απλά δεν ελέγχονται και δεν πρέπει να τρελαθείς επειδή συμβαίνει κάτι τέτοιο. Τα συναισθήματά σου παραδείγματος χάρη, δεν ελέγχονται. Για το αν θα έχει σήμερα φεγγάρι, επίσης. Για το αν θα μείνει το παλικάρι πάλι το ίδιο. Πολλά πράγματα δεν τα ξέρεις, πόσο μάλλον τα ελέγχεις. Έτσι, λοιπόν, ίσως αυτό το ποίημα να έχει γραφτεί για εκείνη την γυναίκα που αγωνιά για τη δουλειά και την εξέλιξή της, για την ηλικία της, για τον σύντροφο που έχει ή δεν έχει, για την κοινωνία ή την οικογένεια που την πιέζει να βρει σύντροφο, να παντρευτεί ή να κάνει παιδιά. Για το πότε. Για το ποτέ. Για το αγόρι στο διπλανό θρανίο που τώρα πια δεν της δίνει σημασία, για έναν καινούριο έρωτα, για τα μπερδεμένα της συναισθήματα, για το ότι δεν ξέρει τι της γίνεται, για το ότι δεν αποφασίζει να χωρίσει, για τους εφιάλτες τα βράδια, για το ότι κάνει όλο τις λάθος επιλογές, για το ότι δεν μπορεί να διαχειριστεί τις φοβίες της, για το πώς έχει γίνει έτσι ο κόσμος και αυτή δεν μπορεί να κάνει τίποτα. Νιώθει τόσο μικρή, τόσο μόνη. Που αγωνιά μέχρι και για τις έξτρα θερμίδες που θα πάρει εάν φάει εκείνο το γλυκό (Φάε το το τιμημένο!). Που αγωνιά για το εάν είναι καλή μάνα, ελκυστική σύντροφος. Όμορφη. Έξυπνη. Για το εάν την αγαπάνε. Η μάνα, ο πατέρας, ο γκόμενος, τα παιδιά της, όλοι. Για το τι μπορεί να κάνει για να γίνει καλύτερη.

Πού κατέληξα;

Οι σκέψεις αυτές θα υπάρχουν πάντα, το κόλπο είναι να κάνεις και μια παύση πού και πού. Το να αφήνεσαι είναι ένας τρόπος να αποδεχτείς ότι δεν έχεις πάντα τον έλεγχο. Και ξέρεις κάτι; Δεν πειράζει. Άλλωστε, οι σημαντικότερες απαντήσεις που σου δίνονται σε αυτή την ζωή δεν είναι λεκτικές, δεν είναι επειδή εσύ ρωτάς και θες να μάθεις, δεν είναι ούτε καμιά πολύ ψαγμένη σοφία, που μόλις την ακούσεις θα αλλάξει η κοσμοθεωρία σου. Μοιάζουν περισσότερο με ένα εσωτερικό αίσθημα συνειδητοποίησης και γνώσης εαυτού. Ρώτα και μετά έχε εμπιστοσύνη. Πάρε μια ανάσα και πέρνα στο άγνωστο. Είναι η ζωή η ίδια.


featured photo: unsplash.com