Που λες, επιλέξαμε επτά αγαπημένες μας ιστορίες από το Να του πάρουμε μια πάστα. που είναι λες και τα κορίτσια τις εμπνεύστηκαν από δικά μας αποτυχημένα/μονόπλευρα love story και… παστώματα. Αγόρι που μας ghost-αρε θες; Έχουμε! Σχέση από απόσταση προτιμάς; Και αυτό το έχουμε! Summer flings που τελικά παντρεύτηκαν… άλλες; Έχουμε σου λέω.

Διάβασε τα 7 παρακάτω παστώματα και ταυτίσου.


Ώρεεεες μιλούσαν η Χαριτωμένη με τον Ευαγόρα και σε ένα από αυτά τα μηνύματα της έστειλε πως θέλει κάτι να της πει την επόμενη φορά που θα τη δει από κοντά. Του απάντησε «Ωχ. Εντάξει.». Και έτσι και έγινε. Ήρθε το από κοντά. Ήρθε και η ώρα του Ευαγόρα, κύλησε η κουβέντα και κάποια στιγμή, της χαμογέλασε και έλαμψε ο ουρανός και της είπε «Μου αρέσεις πολύ!». Τότε, σύννεφα απλώθηκαν σε όλη την πλάση και η Χαριτωμένη, του απάντησε όλο σκέρτσο και χάρη: «Ευαγόρα, αγόρι μου, είσαι ωραίο παιδί αλλά παραείσαι ψηλός. Για να σε κοιτάξω πρέπει να σηκώσω το κεφάλι στον ουρανό!» Και αυτά καλό είναι να μη γίνονται; Τι λέει; Τι λέτε;

Κρίμα τα νιάτα. Την τσαχπινιά. Χαίρε Κεχαριτωμένη! Ποιος είναι αυτός ο αψηλός; Ποιος είναι αυτός ο τύπος; Φίλος σου είναι η γνωστός; Ή ο παστωτής σου μήπως;

Η λέξη «ρομάντζο» δημιουργήθηκε για αυτούς: τον Τζανή και την Αφροδίτη. Που από έναν έντονο διαπληκτισμό σε δημόσιο χώρο, σύντομα άρχισαν τα ραντεβού και πολύ σύντομα, έδεσε και το γλυκό. Και περαντζάδες, ηλιοβασιλέματα χάντ-ιν-χάντ και ξυπολυσιές στην ακρογιαλιά, και της έδινε το σακάκι του όταν η Αφρούλα κρύωνε, και καθόντουσαν αγκαλιασμένοι στο παγκάκι και χαϊδευόντουσι, και του έφτιαχνε τα κολατσό για τη δουλειά μέρα παρά μέρα, και της έδωσε ο Τζανής να διαβάσει τα ποιήματά του, και την χώρισε και με ένα μήνυμα-εσεμές λίγους μήνες μετά, όταν η Αφροδίτη έφυγε για 3 μέρες ταξίδι με τη δουλειά: «Μπήκα σε σχέση. Δεν ήξερα τι να σου πω, γι’ αυτό και δεν σου είπα τελικά τίποτα. Χαίρομαι που σε γνώρισα. Γι’ αυτό δεν ήθελα να νομίζεις ότι απλά σε έγραψα. Δεν θα το έκανα ποτέ! Έχω το τάπερ σου».

ΕΥΤΥΧΩΣ και το έψαχνε να σου βάλει την πάστα σου. (Τι θα πει «μπήκα σε σχέση» ρε παιδιά; Πριν που ήταν; Από που βγήκε; Στα τρέναααα)

Σου δίνουμε ΜΙΑ από τον ΠΑΣΤΑΞΙΑ. Σου δίνουμε δύο, παστούλες θέλεις δύο-δύο

Φαντάσου πως είναι τα νεύρα σου στην πηγμένη-ακίνητη Λεωφ. Κηφισίας, παραμονή Χριστουγέννων, μεσημέρι που βρέχει. Έτσι της είχε κάνει τα νεύρα ο Στέλιος ένα χρόνο «είμαστε-δεν είμαστε μαζί»,«εμείς θα συγκατοικήσουμε μια μέρα θα δεις» και μετά εξαφάνιση για μια βδομάδα. Ξέρετε. Όταν σε γουστάρει, απλώς όχι αρκετά. Και μετά μεθυσμένα μηνύματα, εξομολογήσεις και αιφνίδιες εμφανίσεις «ήρθα και απόψε στα σκαλοπάτια σου». Ξέρετε. Η συνήθεια που γίνεται λατρεία. Και το αναγνώριζε η Πέρσα πως φταίει, αλλά τον ήθελε και έκανε πίσω. Πάει το κορίτσι, βγάζει την όπισθεν, βάζει πρώτη, μπαίνει η σκέση στον ίσιο δρόμο. Η κυκλοφορία αποκαθίσταται. Λίγες βδομάδες μετά, πάλι εξαφάνιση, πάλι μηνύματα που αν τους κάναμε αλκοτέστ πήγαιναν αυτόφωρο. Ξάφνου, γίνεται τροχονόμος η Πέρσα. Βγάζει στοπ. Του κλείνει τον δρόμο απηυδισμένη από αυτή την ταλαίπα, φυσάει τη σφυρίχτρα της και φεύγει. Και τώρα θα βάζαμε γαρνιτούρα και θα τελειώναμε, αν δύο εβδομάδες μετά δεν ακολουθούσε ο παρακάτω διάλογος:

(μεθυσμένη η Πέρσα): «Σβήνω το κινητό σου και κάνω πως δεν υπάρχεις».

(Στελλάρας): «Πέρσα, μην πίνεις. Δεν σου κάνει καλό».

Είπε η γιορτή του κρασιού και η πάστα αυτή κατέρρευσε μόνη της.

Παστοσυμφόρηση. Παρακαλώ κάντε δεξιά, σβήστε τη μηχανή και μοιραστείτε τη.

 

Ένα χρόνο την κυνηγούσε, ο Νώντας, ερωτευμένος όντας, παρέλειψε δε να αναφέρει πως είχε μια σχέση, όχι τίποτα σοβαρό – κανά τρίχρονο. Και χώρισε και πες-πες, ήρθε η Εβελίνα και έπεσε στην αγκαλιά του ως «γυναίκα της ζωής του» όπως την αποκαλούσε. Και εκεί που ζούσαν ζωή χαρισάμενη τα δυο τους, κάτι παρεμβολές άρχισαν τα χρούτσου-χρούτσου στον ασύρματο που εξέπεμπε μελωδίες αγάπης μέχρι τώρα. Βρήκε κάτι μηνυματάκια με άλλες «γυναίκες της ζωής του» που λέτε και τι να κάνει, ζήτησε εξηγήσεις. Αφού λέει «Εγώ μόνο εσένα θέλω». Της ζητάει συγχώρεση με ανθοδέσμες, καντάδες και υποσχέσεις για ταξίδια σε άλλες πολιτείες. Και ΟΝΤΩΣ, συγκατοικούν, περνούν θεσπέσια και ο ασύρματος ξανά λαβ ρέιντιο, για δυο χρόνια. Μέχρι δηλαδή να ανακαλύψει πως είχε 2 χρόνια σχέση με έτερη «γυναίκα της ζωής του» που σπούδαζε στα ξένα και ερχόταν πίσω, γιορτές, αργίες και ΣΚ ή ασούμε όταν η Εβελίνα πήγαινε στους γονείς της, σε άλλη πόλη. Τα μάζεψε τα πράγματα και έφυγε από το σπίτι. Άρχισε ο Νώντας, μετανιωμένος όντας, λουλούδια, σσσσιοκολατάκια, έναν αρκούδο και μια τούρτα στα γενέθλια της. Ανένδοτη και αποφασισμένη η Εβελίνα όμως, έγκωσε για τα καλά όταν ο Νώντας, απελπισμένος όντας, της είπε: «Και έγκλημα να είχα κάνει, τώρα θα είχε παραγραφεί.».

Και ήρθες πάλι πίσω, σαν το δολοφόνο, που στον τόπο του εγκλήματος την πάστα του ζητά.

 

Της ζήτησε να αρχίσουν να βλέπουν μια σειρά μαζί. Οπότε το πράμα σοβάρευε όσο να πεις για τον Γκολφίνο και τη Λεμονιά. Πότε ο Γκολφίνος δεν μπορεί, πότε η Λεμονιά είχε κανονίσει, πέρασε έτσι ένας μήνας μέχρι να κανονίσουν να δουν το S1E1. Δίνουν ραντεβού κατά τις 22:00 για να προλάβει η Λεμονιά να κάνει τα μποτέ της, τα παρφουρίσματά της και όλα τα κοριτσίστικα πράγματα τέλος πάντων που μας τρώνε χρόνο, μας σπάνε νεύρα και που 8/10 φορές πάνε για βρούβες γιατί κάποια μαλακία θα σκάσει.

«Να το ανάψω εγώ το τζάκι ή θέλεις να το ανάψεις εσύ;» έγραψε η Λεμονιά σε άι μέσατζ και πάτησε το σεντ. Το τζάκι δεν άναψε ποτέ, η Λεμονιά έσβησε για τα καλά και ο Γκολφίνος άργησε μια μέρα. Γιατί το άλλο απόγευμα απάντησε: «Συγγνώμη, μου έτυχε κάτι έκτακτο και έπρεπε να πάω με ένα φίλο στα μπουζούκια».

Εέέέλα όλα τα μωράκια της πάστας! Βασανιστείτε μυστήρια πράγματα! Θέλεις μπουζούκια; Πάμε! Θέλεις παστούλα; Πάμε! Απόψε μας κερνάνε, ναι πες μου και πάμε!

 

Κορίτσι γνωρίζει αγόρι στη δραματική σχολή. Αγόρι εκπέμπει καρδούλες. Και να τα ματάκια και τα χειροφιλήματα, τι να πηγαινοφέρνει αγκαλιά το κορίτσι να μην του κουραστεί, τι χυμούληδες της έφτιαχνε να έχει δύναμη στις πρόβες. Και αρχίζουν τα θερινά, τα σεξ και τις συναυλίες και να διαβάζουν κείμενα μαζί με τις ώρες. Και ένα πρωινό η Παναγιά μου, ο Ηρόδοτος εξαφανίζεται και η Θωμαΐς παίρνει ένα τηλέφωνο, να δει, που εχάθηκε. Και απάντηση δεν πήρε. Και 6 ημέρες μετά εμφανίστηκε μοναχός του «Έλα, σόρυ που χάθηκα, αλλά τώρα με τις ετοιμασίες του γάμου έμπλεξα ομορφιά μου». Ανακουφισμένη και χαρούμενη η Θωμαΐς απαντάει «Α δεν πειράζει! Συμβαίνουν αυτά. Ποιος παντρεύεται με το καλό;» Και απαντάει ο Ηρόδοτος «Εγώ και για αυτό αυτές τις ημέρες δε θα μπορέσω να βρεθούμε. Μόλις γυρίσω από το χάνιμουν όμως θα σε πάρω να κανονίσουμε».

ΕΝΝΟΕΙΤΑΙ. Να συνεχίσετε και την πρόβα για την υπαρξιακή τραγωδία «ο Παστωμένος Γάμος». Όου Γουέιτ. Ένα χειροκρότημα. Εξαίρετος ηθοποιός. Ρεσιτάλ ερμηνείας.

Σήμερα πα, σήμερα πάστα γίνεται, παντρεύεται το αγόρι, παντρεύεται το αγόρι.

Τέσσερις μήνες η Αμέλια με τον Σοφοκλή, αγαπούλες, βόλτες, ταινίες, εκδρομές και ήταν τέτοια η λαχτάρα τους να βρίσκονται συνέχεια που μέχρι και τα lunch breaks τους τα περνούσαν μαζί. Και ένα Σάββατο μεσημεράκι που γυρνούν από περίπατο στο Θησείο, μπαίνουν στο ασανσέρ και πάει η Αμέλια, όσο ανεβαίνει το ασανσέρ πάει να τον αγκαλιάσει, μαύρη η πάστα, κατάρα η στιγμή. Και την σπρώχνει απότομα σαν να τον τσίμπησε κόμπρα-είσαι μια κόμπρα- λέγοντας της: «Κοίτα, δε θέλω να αρχίσουμε συναισθηματισμούς, αγκαλιές, φιλιά και τα ρέστα. Δεν ξέρω αν θέλω να είμαστε μαζί». Και φτάνει το ασανσέρ στον όροφο, βγαίνει το καμάρι μας, της λέει «Άντε, θα βγεις;» (ώπα του) και η Αμέλια χωρίς πολλούς συναισθηματισμούς και «τα ρέστα» πατάει το 0 και με απότομη προσγείωση φτάνει στο ισόγειο.

Στο ασανσέρ που συναντιόσαστε, παστωνόσαστε και μια μέρα θα γίνουν πολλά.

Ήταν τέλη Ιουλίου, «Αρούμπα, Τζαμέικα, o άι γουόνα τέικ για» ακουγόταν στη μικρή παραλία του νησιού, όταν ο Θαλής γνώρισε την Σελήνη και ο ουρανός φωτίστηκε από χαρά (και μικρά πετούμενα παστάκια αλλά κανείς δεν τα έβλεπε, ένεκα της ομίχλης και της μπόρας ΞΕΡΕΤΕ εσείς). Έρωτας μεγάλος, σαν το δικό τους κανείς άλλος. Με το που γύρισαν, άρχισαν να βγαίνουν και πέρασαν έτσι νεράκι 4 μήνες. Εκεί ήταν που άρχισε να μας κάνει νερά ο Θαλής. Και ένα βράδυ λέει η Σελήνη «Τι θα κάνουμε ουρανέ μου; Να σε βρω κάπου;» και την βρήκε αυτή ο ουρανός στο κεφάλι «Φεγγάρι μου, κοιμάμαι γιατί γύρισα ξημερώματα» και προσπάθησε η Σελήνη «Θέλεις μήπως να έρθω από εκεί;» και συνέχισε ο Θαλής «Μωρέ, βασικά, δεν θέλω να σε κοροϊδεύω. Δίνομαι 100% στις κοπέλες μου και μαζί σου περνάω υπέροχα αλλά δεν είμαι 100% εκεί». Και εντάξει, όλα θα ήταν απλώς οκ αν δεν συνέχιζε «…οπότε ας το αφήσουμε καλύτερα και ΑΝ νιώσω πως βρήκα το ποσοστό που μου λείπει, θα σε πάρω τηλέφωνο». ΛΟΛ. Καλώς τον Θαλή τον Μιλήσιο. Να μιλήσιουμε για το ποσοστό του EQ σου κάποια στιγμούλα, έτσιε;

Τηλέφωνο να πάρεις μην τολμήσεις, την πάστα σου και μην ξαναγυρίσεις.

Στο μεταξύ, πεινάσαμε.
featured image: pragmatikotita.gr