Τις επόμενες μέρες, ο καιρός θα ήταν πολύ άσχημος, αλλά αυτό το road trip το σκεφτόμασταν καιρό και δεν μπορούσε να ακυρωθεί. Ξεκινήσαμε πρωί, περάσαμε από τον φούρνο, πήραμε ελληνικό καφέ και ζεστά φρέσκα κουλούρια, βάλαμε τους σκύλους στο πίσω κάθισμα, μουσική και ξεκινήσαμε. Προορισμός η Βυτίνα.
Καθώς μπαίναμε στον επαρχιακό δρόμο της Βυτίνας, η ορατότητα άρχισε να μειώνεται σημαντικά. Η ομίχλη απλώνονταν γύρω πυκνή, και σκέπαζε τα βουνά, τα έλατα, τις καστανιές, τον ουρανό και έφθανε ως κάτω τον δρόμο, δημιουργώντας ένα τοπίο απόκοσμο. Όταν φτάσαμε, το χωριό ακόμη κοιμόταν. Μόνο μερικά αδέσποτα σκυλιά περιφέρονταν στους άδειους δρόμους και ήταν η μόνη κίνηση που έβλεπε κανείς τριγύρω. Κάναμε μια βόλτα και συναντήσαμε έναν νέο κύριο ο οποίος μόλις άνοιγε τα παντζούρια του μικρού πέτρινου σπιτιού του. “Καλημέρα κορίτσια, καλώς ήρθατε”. “Καλώς σας βρήκαμε, καλημέρα”, απαντήσαμε εμείς. Δεν πέρασε πολύ ώρα και ήδη είχαμε πιάσει την κουβέντα με τον μόνο ξύπνιο κάτοικο στο χωριό. Μας ενημέρωσε, λοιπόν, ότι στην κεντρική πλατεία θα βρούμε χάρτη και πινακίδες με τις τέσσερις διαδρομές του χωριού, του κόκορα, της πεταλούδας, του λαγού και της αλεπούς. Δεν ξέχασε επίσης, να μας ενημερώσει ότι ο θεός Παν έμενε κάπου εκεί κοντά μαζί με τις νύμφες του. Έτρεχαν όλη μέρα ανάμεσα στα έλατα και κρύβονταν πίσω απ’ τις φυλλωσιές η κολυμπούσαν στα κρυστάλλινα νερά των γύρω ποταμών.
Φτάνουμε στην κεντρική πλατεία του χωριού όπου στέκει η εκκλησία του Αγίου Τρύφωνα, η οποία είναι ξακουστή για το μαύροο, βυτινιώτικο μάρμαρο από το οποίο είναι φτιαγμένη και κοσμεί το εσωτερικό της.
Παίρνουμε ζεστή σοκολάτα για τον δρόμο από το πρώτο καφέ που μόλις άνοιξε και μοιραζόμαστε, μία κρέπα με μήλο, μέλι και καρύδια. Μερικές ηλιαχτίδες ίσα που ξεπροβάλλουν πίσω από τα σύννεφα, αλλά αρκούν για να αλλάξουν το τοπίο. Οι μαγαζάτορες ανοίγουν τώρα σιγά σιγά τα μαγαζιά τους. Πουλάνε γλυκά του κουταλιού, μέλι με καρύδια, κάθε λογής βότανα, χειροποίητα ζυμαρικά και σαπούνια. Τα σπίτια είναι πέτρινα με κόκκινες κεραμοσκεπές και ο αέρας μυρίζει καμένο ξύλο και υγρές φυλλωσιές. Οι καμινάδες αχνίζουν και συμπληρώνουν το χειμωνιάτικο τοπίο.
Περπατήσαμε κατά μήκος του δρόμου της αγάπης και επειδή εγώ παράλληλα διάβαζα λογοτεχνικά κείμενα, χάσαμε τον δρόμο της επιστροφής. Ο δρόμος της αγάπης είναι μια παραμυθένια διαδρομή, ανάμεσα σε μυρωδάτους σφενδάμους και πλατάνια. Το δρομάκι σε πάει πίσω στον χρόνο και σου ψιθυρίζει ότι το όνομα του δεν του δόθηκε τυχαία, αφού σε περασμένες δεκαετίες, οι νέοι του χωριού έκαναν εκεί τον περίπατο τους. Ανταλλάσσοντας ερωτικά βλέμματα και ραβασάκια αψηφώντας για λίγα λεπτά, τα αυστηρά έθιμα της εποχής.
Η μικρή ταβερνούλα ήταν ξύλινη και γεμάτη αντίκες.
Παλιά κινηματογραφική μηχανή, μουσικά όργανα, ασπρόμαυρες φωτογραφίες σκαλιστές μποτίλιες, πορσελάνες, τζαζ και το τζάκι στην γωνιά να καίει. Στη Βυτίνα η γαστρονομία κατέχει πρώτη θέση και είναι φημισμένη για το παστό και την φέτα της. Είδα πολλά πιάτα όπου συνόδευαν το κρέας με φρούτα, όπως δαμάσκηνα, ξερά σύκα και μούρα καθώς επίσης πίτες, ασυνήθιστα γλυκά και βελουτέ σούπες. Το επόμενο πρωί, όλα ήταν κατάλευκα. Κατεβήκαμε την ξύλινη σκάλα και πήγαμε στην σάλα του πρωινού. Το τζάκι έκαιγε και οι κόκκινες φλοκάτες ήταν στρωμένες. Το δωμάτιο είχε μεγάλα παράθυρα και φαίνονταν έξω, σαν πίνακες ζωγραφικής, τα χιονισμένα κλαριά των δέντρων. Ο κύριος μας έφερε φρέσκο βούτυρο και μέλι, τυροπιτάκια και κέικ. Όταν τελειώσαμε το φαγητό, ακολουθήσαμε την διαδρομή της πεταλούδας και στην συνέχεια της χελώνας οπού οδηγεί σε ένα δασάκι. Τα δέντρα είναι ψηλά και τα πολύχρωμα φύλλα σχηματίζουν ένα περίτεχνο χαλί που ντύνει το υγρό χώμα. Εάν θες μπορείς να μαζέψεις κουκουνάρια για χειροτεχνίες.
Η Βυτίνα είναι χτισμένη νωχελικά, μέσα στο Μαίναλο και δίπλα στο χιονοδρομικό. Ενδιαφέρον έχει επίσης το λαογραφικό της μουσείο και η βιβλιοθήκη. Γύρω της, σε μικρές αποστάσεις, υπάρχουν πανέμορφα ποτάμια, χωριά, μοναστήρια και ιστορικά μνημεία. Η Βυτίνα είναι μόνο δύο ώρες μακριά από την Αθήνα αλλά μπορείς εύκολα να πλάσεις νουάρ ιστορίες υπό τζαζ ήχους περπατώντας το βράδυ στα σοκάκια της.
Υ.Γ. Φύλακας και συνοδοιπόρος μας σε αυτή την εκδρομή ήταν ένας μεγάλος σαν αρκούδα σκύλος του χωριού, οπού κάθε πρωί μας περίμενε στην πλατεία και κάθε βράδυ μας συνόδευε στο δωμάτιο. Ευχαριστούμε φίλε.