Ο COVID-19 έχει μπει τόσο δυναμικά στις ζωές μας κι εγώ αδυνατώ να θυμηθώ κάποιο άλλο γεγονός που να μας έχει αναστατώσει σε τέτοιο βαθμό τα τελευταία 30 χρόνια. Καθημερινά γινόμαστε αποδέκτες δυσάρεστων ειδήσεων που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Βομβαρδιζόμαστε από fake news, οι υπερβολές δίνουν και παίρνουν. Έχουμε εγκλωβιστεί (για το καλό μας φυσικά) σε μία άτυπη καραντίνα. Οι ζωές μας έχουν αλλάξει αιφνίδια ριζικά μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, ενώ σε γενικές γραμμές ζούμε πρωτόγνωρες καταστάσεις λόγω της πανδημίας του κορονοϊού.
Πρωτόγνωρο όμως δεν είναι το γεγονός ότι ο καθένας καθίσταται ειδικός και επαΐων επί του θέματος. Ούτε και η πρακτική να βομβαρδίζουμε τα προφίλ μας στα social media με απόψεις, συμβουλές και παραινέσεις για την αντιμετώπιση της κατάστασης. Αυτό είναι δεκτό και θεμιτό, αλλά έως ένα σημείο
Αυτό που θα είχε ενδεχομένως νόημα και αυτό που θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας είναι μια πιο σφαιρική και θεωρητική ματιά στην όλη κατάσταση. Αφού για το πρακτικό κομμάτι (ενημέρωση και οδηγίες για πρόληψη και περιορισμό της νόσου) έχουν φροντίσει άλλοι συνάδελφοι. Εξάλλου, όσο νόημα έχει να προφυλαχθούμε από τον ιό, άλλο τόσο νόημα βρίσκω στο να ξέρουμε τι είναι αυτό που συμβαίνει στην ψυχή μας. Αλλά και στο γιατί αντιδρούμε με τέτοιο τρόπο. Ίσως τότε να είμαστε καλύτερα εξοπλισμένοι και προετοιμασμένοι για να αντιμετωπίσουμε την κατάσταση.
Ποιος είναι ο λόγος που φοβόμαστε τόσο πολύ; Δικαιολογείται ο βαθμός του άγχους και της αγωνίας για τον κορονοϊό; Γιατί το συγκεκριμένο θέμα μονοπωλεί το ενδιαφέρον και ψάχνουμε μανιωδώς να ενημερωθούμε και να μη μείνουμε πίσω στις εξελίξεις;
Αρχικά ας πάμε μερικά χρόνια πίσω. Ο Rollo May, στο βιβλίο του “Αυτογνωσία και νόημα της ζωής” λέει ότι: Το άγχος είναι «η κατάσταση του ανθρώπινου όντος στον αγώνα του εναντίον αυτού που θα μπορούσε να καταστρέψει την ύπαρξή του». (Στην προκειμένη περίπτωση ο ιός που μας έχει αναστατώσει). Ο Paul Tillich (διανοητής και φιλόσοφος του 20ου αιώνα) αναφέρει ότι το άγχος προκύπτει από τη σύγκρουση του όντος (υγεία εν προκειμένω) με το μη ον (ασθένεια). Τέλος, ο Freud μας μίλησε για το γνωστό σε όλους ένστικτο του θανάτου. Αρκετά όμως με τα quotes προς το παρόν. Το συμπέρασμα που βγαίνει από τα παραπάνω είναι πως το άγχος που έχει προκύψει και με το οποίο είμαστε αντιμέτωποι είναι κάτι παραπάνω από δικαιολογημένο. Και για να το θέσουμε και διαφορετικά σε περίπτωση που η λέξη άγχος φοβίζει: Αυτό που μας συμβαίνει είναι ότι επιδεικνύουμε μία φυσιολογική αντίδραση απέναντι στην αβεβαιότητα και στον κίνδυνο.
Ο λόγος που το εν λόγω ζήτημα είναι το θέμα που μονοπωλεί το ενδιαφέρον και βρίσκεται στο επίκεντρο της καθημερινότητας; Μα φυσικά επειδή είναι ζήτημα ζωής και θανάτου. Πόσο μάλλον επειδή είναι κάτι το πρωτόγνωρο ενώ το γεγονός ότι έχουμε να κάνουμε με κάτι που μέχρι πρότινος ήταν άγνωστο, εξιτάρει και συναρπάζει.
Προσωπικά, ζώντας την κατάσταση και παρακολουθώντας τα γεγονότα αλλά και τις αντιδράσεις όλων μας, νιώθω σα να βιώνω μία ταινία
Μία ταινία η οποία περιέχει σασπένς, έντονη και ιδιαίτερη αγωνία, μυστήριο. Μία ταινία της οποίας το σενάριο άλλοτε με κάνει να αισιοδοξώ και άλλοτε να προβληματίζομαι ακόμη περισσότερο. Για το δικό μου καλό όμως θα προσπαθήσω να αποσυνδεθώ συναισθηματικά από αυτήν. Να τη βιώσω όσο μπορώ με σύνεση, ψυχραιμία και λογική. Σε περίπτωση που ντε και καλά θελήσω να βρω απαντήσεις ή να την αποκωδικοποιήσω, τότε αυτό θα το κάνω μεταγενέστερα. Βλέποντάς τη “σε επανάληψη”. Όχι τώρα που εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια μου. Προσωπικά, θα κάνω ότι περνάει από το χέρι μου προκειμένου να προστατεύσω και να προστατευθώ. Με αίσθηση ατομικής και συλλογικής ευθύνης για εμένα αλλά και για τον πλησίον μου. Γνωρίζω ότι θα αγχωθώ, είμαι συμβιβασμένος με το ότι θα στεναχωρηθώ. Έχω συνειδητοποιήσει ότι το επόμενο χρονικό διάστημα θα είναι τελείως διαφορετικό. Πολύ πιθανόν η στασιμότητα εξαιτίας του #μένουμεμέσα να με επηρεάσει κι εμένα όπως όλους μας. Στο τέλος, όμως, η επιστήμη, η αλληλεγγύη και η ανθρωπότητα θα θριαμβεύσουν. Τότε θα μιλάμε για μία άσχημη ανάμνηση η οποία ήλθε, είδε, επηρέασε με τον τρόπο της και τελικώς απήλθε.
Το κείμενο επιμελήθηκε ο Αλέξανδρος Γεροντίδης, ψυχολόγος με ειδίκευση στη Γνωσιακή Συμπεριφοριστική θεραπεία.