«Για να ξεκινήσω μια ιστορία, πρέπει να έχω μελετήσει καλά τους ήρωές της. Πρέπει πρώτα να ταξιδέψω μέσα τους, να περπατήσω μαζί τους στα στενά κι αφώτιστα μονοπάτια της ψυχής τους, να διαβάσω τα μουντζουρωμένα γράμματα της πορείας τους», έχει δηλώσει η πολυγραφότατη και αγαπημένη συγγραφέας, Αλκυόνη Παπαδάκη, στο παρελθόν.
Η Αλκυόνη Παπαδάκη γεννήθηκε στο Νιο Χωριό, στα Χανιά και έζησα δύσκολα παιδικά χρόνια εξαιτίας του πένθους, των ασθενειών και των φυλακίσεων που ταλαιπωρούσαν την οικογένεια της.
Μαθήτευσε εσωτερική στη Γαλλική Σχολή Saint Joseph στα Χανιά. “Όταν ήμουν εσωτερική, τα κορίτσια όλα κρατούσαν ημερολόγιο κι έγραφαν κάθε μέρα. Εγώ, άμα μου ερχόταν να σκεφτώ κάτι, το έγραφα και το έδινα στη διπλανή μου. Ήθελα να κυκλοφορήσει. Δεν έγραψα ποτέ κάτι, για να το κρατήσω για τον εαυτό μου.” έχει πει σε συνέντευξή της στον Αριστοτέλη Σπηλιωτόπουλο για το Bovary.gr.
Ύστερα ήρθε στην Αθήνα για να σπουδάσει στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, ‘ξεγελώντας’ τον πατέρα της και κάνοντας αυτό που πραγματικά επιθυμούσε: να παρακολουθεί μαθήματα δημοσιογραφίας στην Ελληνοαμερικανική Ένωση. Την ίδια εποχή έγραψε το πρώτο της βιβλίο, το “Κόκκινο σπίτι”, το οποίο εξέδωσε με δικά της χρήματα και ύστερα μοίρασε στις εφημερίδες. Στις αρχές του ’70 συνάντησε τον σημερινό σύντροφό της με τον οποίο υιοθέτησαν έναν γιο.
Από τα 45 της, κάθε δεύτερο χρόνο εκδίδει από ένα μυθιστόρημα, ιστορίες γεμάτες λυρισμό, επικεντρωμένη πάντα στην ανθρωποκεντρική λογοτεχνία.
Λίγους μήνες πριν ολοκληρώσει το πιο πρόσφατο βιβλίο της, με τον τίτλο «Μια παράγκα για το όνειρο» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα, η αγαπημένη συγγραφέας είχε δηλώσει σε συνέντευξη της στη Ζωή Λιάκα για το πως θα ήταν η ζωή της χωρίς έρωτα: “Θα ήταν ασπρόμαυρη η ζωή μου. Κι εγώ κυνηγούσα πάντα τα χρώματα, το χάδι και τον πόνο βέβαια. Το ζενίθ από το ναδίρ είναι μια αναπνοή. Ο,τι έγινε έγινε. Πέρασα μέσα από έναν βούρκο κρατώντας ένα άνθος πασχαλιάς. Και όλα αυτά θα υπάρχουν και στο επόμενο βιβλίο που παλεύω να ολοκληρώσω και θα έχει τίτλο «Μια παράγκα για το όνειρο» (εκδόσεις Διόπτρα).”
Η συγγραφέας παραδίδει μέχρι σήμερα το έργο της σε χειρόγραφο, σε κόλλες αναφοράς, γραμμένες με ένα μαρκαδοράκι, ”γιατί έχω την αίσθηση ότι είναι σαν να σκαλίζεις μια πέτρα και να της δίνεις μορφή” έχει πει.
Τριαντατέσσερα χρόνια μετά την έκδοση του πρώτου βιβλίου της, δώδεκα αγαπημένες ιστορίες της Αλκυόνης Παπαδάκη επανακυκλοφορούν από τις εκδόσεις Διόπτρα, με υπέροχα ζωγραφικά εξώφυλλα, πραγματικά έργα τέχνης. Ανάμεσά τους θα βρεις το Βαρκάρισσα της χίμαιρας, Οι κάργιες, Το χρώμα του φεγγαριού, Σκισμένο ψαθάκι κ.ά.
Σ’ ένα γύρισμα της ζωής
«Έχεις σκεφτεί, έχεις αναλύσει τι είναι αυτό που μας συμβαίνει; Γιατί νιώθουμε τόσο έντονα την ανάγκη ο ένας του άλλου;»
«Έχεις προσέξει ποτέ ένα ζευγάρι γλάρων, όταν πετούν ανέμελα στον ουρανό; Πετούν αργά-αργά, πλησιάζει ο ένας στη φτερούγα του άλλου, αγγίζονται, κάνουν λίγο να απομακρυνθούν και πάλι ο ένας ξανάρχεται πλάι στον άλλον και ακουμπάνε τις φτερούγες τους. Πετούν ανέμελα… Νωχελικά… Σίγουρα… Σα να ’ναι δικός τους ο ουρανός. Και είναι δικός τους ο ουρανός. Αμφιβάλλεις; Κι εμάς είναι δικός μας ο ουρανός…» Δύο ψυχές, η μία με βαριές αποσκευές από το παρελθόν και η άλλη με δανεικές στολές και ψεύτικα παράσημα, συναντώνται για να βαδίσουν μαζί σ’ ένα άγνωρο μονοπάτι, σ’ ένα γύρισμα της ζωής.Αν ήταν όλα… αλλιώς
Αν δεν είχαμε μπερδέψει τα σημεία του ορίζοντα και περιμέναμε να βγει ο ήλιος από τη δύση… Πόσος χαμένος χρόνος, αλήθεια!
Αν δεν χαμογελούσαμε, με κείνο το ηλίθιο χαμόγελο, σ’ αυτόν που ερχόταν καταπάνω μας μ’ έναν σουγιά… Λέγαμε, αποκλείεται! Άλλη θα είναι η πρόθεσή του. Αν δεν δίναμε ραντεβού με την ψυχή μας πέρα από τα όριά της… Αν δεν κάναμε τον κλόουν, με στόχο να διασκεδάσει η ομήγυρις και να ξεχάσει τον καημό της… Αν όλος ο κόσμος ήταν ένα κουκούλι που θα μας προστάτευε, και μέσα εκεί, με όλη την άνεσή μας, θα γινόμασταν από σκουλήκια πεταλούδες…Θα ξανάρθουν τα χελιδόνια
Όσοι βρίσκονται στην άκρη του γκρεμού, συνήθως, ψάχνουν από κάπου να πιαστούν. Ψάχνουν ένα χέρι, μια φωνή, μια προσδοκία, μια ελπίδα εξ ουρανού, μια ψευδαίσθηση έστω, ένα νεύμα, που να τους καλεί σε μια ανοιχτή αγκαλιά.
Οι περισσότεροι. Γιατί υπάρχουν και πολλοί που απλώς αφήνονται να κυλήσουν. Είν’ αυτοί που, όταν έρθουν οι διασώστες, αν έρθουν, κρύβονται για να μην τους εντοπίσουν. Είναι περίεργο, αλλά έχει και μια γλύκα η άβυσσος. Υπάρχει μια σχέση ερωτική με την αυτοκαταστροφή. Αν συναντήσεις έναν τέτοιον άνθρωπο, μη γελαστείς κι επιχειρήσεις να τρυπήσεις την ψυχή του. Η άκρη του γκρεμού είναι προσωπική του υπόθεση. Δεν σε αφορά. Κι επειδή δεν φτάνει εκεί κανείς από τη μία μέρα στην άλλη, υπάρχει μακριά διαδρομή, μην ανοίξεις κουβεντούλα για τα κακώς κείμενα. Εκείνος, αν θέλει, θα σου πει. Και σίγουρα θα ψεύδεται στα περισσότερα απ’ όσα θα σου αραδιάσει…Τι σου είναι η αγάπη τελικά…
Ήσυχη νύχτα… Ο ουρανός ήταν γεμάτος αστέρια. Και στη γωνιά του δρόμου κάποιος έπαιζε από νωρίς φυσαρμόνικα. Δύο κάργιες, σ’ ένα γέρικο κυπαρίσσι, ξενυχτούσαν στολίζοντας τις φωλιές τους με πολύχρωμα γυαλάκια που είχαν μαζέψει από τα σκουπίδια.
«…Τι κάνουν οι άνθρωποι εκεί κάτω κι αντί να στολίζουν τις φωλιές τους τρέχουν συνεχώς… Τι ψάχνουν…» ρώτησε η μία, ενώ καθάριζε με προσοχή τον λαιμό ενός σπασμένου μπουκαλιού. «Α! Το κομματάκι που λείπει από την ψυχή τους ψάχνουν. Και τρέχουν. Και κολλούν ό,τι βρεθεί στη θέση του προσπαθώντας να παραστήσουν την εικόνα που ονειρεύτηκαν. Και όλο βρίσκουν κάτι παράταιρο. Που δεν κολλάει. »Και όλο η εικόνα παραμορφώνεται. Και όλο το όνειρο χάνεται. Έτσ’ είναι οι άνθρωποι. Μην ασχολείσαι».Aνακάλυψε και τις υπόλοιπες επανεκδόσεις από τις εκδόσεις Διόπτρα, μία υπέροχη ιδέα για τα Χριστουγεννιάτικα δώρα σου σε εκείνους που αγαπούν τις, γεμάτες λυρισμό, ιστορίες.