Πριν από μερικά χρόνια, κυριάρχησε στον πλανήτη μια ασθένεια ονόματι «νόσος Χ», με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας να τον συμπεριλαμβάνει στη λίστα των προτεραιοτήτων της, μαζί με γνωστές ασθένειες, όπως ο Έμπολα.
Στην πραγματικότητα, δεν πρόκειται για μια συγκεκριμένη, υπαρκτή νόσο, αλλά για έναν τίτλο που συμβολίζει δυνητικές ασθένειες, άγνωστες προς το παρόν στον κόσμο, που μπορεί να εμφανιστούν στο μέλλον, προκαλώντας νέες πανδημίες.
Όχι, δεν πρόκειται για κάποιο σενάριο επιστημονικής φαντασίας και πλέον το γνωρίζουμε καλά. Όπως εξηγεί η ΠΟΥ, «η νόσος Χ αντιπροσωπεύει τη γνώση ότι μια μελλοντική πανδημία θα μπορούσε να προκληθεί από ένα παθογόνο επί του παρόντος άγνωστο».
Η πανδημία του κορωνοϊού, που προκλήθηκε από τον -πρωτοεμφανιζόμενο το 2019- ιό SARS-CoV-2, αποτελεί ένα τέτοιο παράδειγμα ασθένειας Χ.
Πρέπει να ανησυχούμε;
«Το ενδεχόμενο μιας μελλοντικής πανδημίας είναι σίγουρα κάτι για το οποίο πρέπει να ανησυχούμε. Το ερώτημα δεν είναι εάν θα υπάρξει μια νέα πανδημία, αλλά πότε θα έρθει», διευκρινίζει στο Yahoo Life ο Pablo Penaloza-MacMaster, επίκουρος καθηγητής μικροβιολογίας – ανοσολογίας στο Northwestern University Feinberg School of Medicine.
Υπενθυμίζεται ότι η τελευταία πανδημία πριν τον κορωνοϊό ήταν περισσότερα από 100 χρόνια πριν, το 1918, με την ισπανική γρίπη. Οι ειδικοί, ωστόσο, φοβούνται, ότι οι επόμενες πανδημίες δεν θα είναι τόσο μακριά.
Αυτό εξηγείται από 4 κυρίως λόγους:
- Αύξηση πληθυσμού: Ένας μεγαλύτερος και πιο πυκνός παγκόσμιος πληθυσμός δίνει στα παθογόνα περισσότερους δυνητικούς ξενιστές και περισσότερες ευκαιρίες να μεταπηδούν από άτομο σε άτομο.
- Περισσότερα ταξίδια: Οι άνθρωποι ταξιδεύουν μακρύτερα και με μεγαλύτερη ευκολία από ποτέ, γεγονός που διευκολύνει την εξάπλωση ασθενειών.
- Υπερθέρμανση του πλανήτη: Η κλιματική αλλαγή επιδεινώνει την εξάπλωση και τη σοβαρότητα των μολυσματικών ασθενειών, ενώ θα μπορούσε επίσης να οδηγήσει στην επανεμφάνιση παλιών ιών.
- Καταστροφή των δασών και της άγριας ζωής: Εισβάλλοντας στο φυσικό περιβάλλον, που αποτελεί ταυτόχρονα «σπίτι» για τα ζώα, τα όρια μεταξύ ανθρώπων και ζώων θολώνουν, δίνοντας στους ιούς και άλλα παθογόνα, που προηγουμένως μόλυναν μόνο ζώα, περισσότερες ευκαιρίες να μεταπηδήσουν σε ανθρώπους ξενιστές.
«Έχουμε μάθει με τον σκληρό τρόπο από την COVID-19 τις συνέπειες της μη προετοιμασίας», λέει, από τη μεριά του, ο δρ. Wafaa El-Sadr, καθηγητής επιδημιολογίας στο Mailman School of Public Health του Columbia και επικεφαλής του New York City Pandemic Response Institute. «Νομίζω, επομένως, ότι οφείλουμε να προβλέψουμε και να προετοιμαστούμε για μια πιθανή επόμενη πανδημία».
Τι μπορούμε να κάνουμε;
Περισσότερες επενδύσεις στην επιστήμη. Οι ειδικοί τονίζουν την ανάγκη για περισσότερες επενδύσεις στην επιστήμη και την έρευνα. «Αυτό που μας έδωσε τη δυνατότητα να παράγουμε εμβόλια τόσο γρήγορα για τον SARS-CoV-2 είναι ότι υπήρχαν χρόνιες μελέτες πάνω στην ανάπτυξη εμβολίων για τους κορωνοϊούς. Η έρευνα δεν ξεκίνησε την ημέρα που εντοπίστηκε ο SARS-CoV-2, αλλά χρόνια πριν», λέει ο El-Sadr. «Πρέπει να επενδύσουμε περισσότερα στο οπλοστάσιό μας κατά των μολυσματικών ασθενειών», προσθέτει ο Penaloza.
- Ενισχυμένη επιτήρηση των ιών. Ο El-Sadr προτείνει να τεθούν σε εφαρμογή συστήματα που να επιτηρούν αποτελεσματικότερα τις ασθένειες, να συλλέγουν και να ανταλλάσσουν δεδομένα. «Πρέπει να επιτηρούμε περισσότερο, ώστε να προσδιορίζουμε καλύτερα την αλληλουχία περισσότερων ιών σε δεξαμενές ζώων. Να «βγούμε στο χωράφι» και να εντοπίσουμε νέους ιούς, να συλλέξουμε τις αλληλουχίες και να δημιουργήσουμε προληπτικά εμβόλια με βάση τις γνώσεις που θα έχουμε συγκεντρώσει», συνιστά ο Penaloza.
- Αποτελεσματικότερη ενημέρωση και ευαισθητοποίηση του κοινού. Τα συγκεχυμένα μηνύματα και η κακή πληροφόρηση που έλαβε χώρα, ειδικά κατά την πρώτη φάση της πανδημίας, αποτέλεσαν ένα σοβαρό πρόβλημα στη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης. Σύμφωνα με τον El-Sadr, η ορθή ενημέρωση του κοινού είναι κομβικής σημασίας για την αποτελεσματική προετοιμασία για μελλοντικούς κινδύνους.
- Καλύτερα συστήματα υγείας. Ένα άλλο κρίσιμο πρόβλημα που αναδείχθηκε κατά την πανδημία της COVID-19, ήταν η ανισότητα στην πρόσβαση σε υγειονομική περίθαλψη. Είναι προφανές ότι οι πιο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες αντιμετώπισαν μεγαλύτερα προβλήματα στην προμήθεια τεστ, εμβολίων και θεραπειών. «Το μάθημα που αντλήθηκε από τον COVID-19 είναι ότι πρέπει να έχουμε ένα καλύτερο σύστημα παροχής υπηρεσιών υγείας και να εργαστούμε σκληρά, ώστε να εξασφαλίσουμε ισότιμες και υψηλής ποιότητας υπηρεσίες για όλους», σχολιάζει σχετικά ο El-Sadr.
Από την πλευρά του, ο Penaloza υποστηρίζει ότι, παρά τα υψηλά ποσοστά νοσηλειών και θανάτων, υπήρξαμε σχετικά τυχεροί στην πανδημία της COVID-19, καθώς η γενετική αλληλουχία του SARS-CoV-2 ήταν αρκετά παρόμοια με άλλους γνωστούς κορωνοϊούς, με αποτέλεσμα η άμεση ανάπτυξη εμβολίων να μην είναι και τόσο δύσκολη υπόθεση. «Υπήρχαν ήδη γνωστές πληροφορίες, που μπορούσαν να αξιοποιηθούν», λέει.
Δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι η νόσος Χ θα είναι τόσο οικεία την επόμενη φορά. «Μακάρι να μπορούσα να πω ότι είμαστε προετοιμασμένοι, αλλά πιστεύω ότι έχουμε δρόμο μπροστά μας», λέει ο El-Sadr. «Νομίζω ότι έχουμε μάθει πολλά από την COVID-19, αλλά δυστυχώς συχνά οι άνθρωποι ξεχνούν ότι υπάρχει η πιθανότητα κάτι παρόμοιο να προκύψει ξανά στο εγγύς μέλλον. Υπάρχει ένας εφησυχασμός και αυτό είναι το χειρότερο που μπορεί να συμβεί σε ό,τι αφορά στην προετοιμασία», καταλήγει.