Αν υπάρχει ένα πράγμα που έμαθα μεγαλώνοντας, είναι ότι οι χωρισμοί είναι σαν τις ταινίες: κάποιοι είναι δράμα, κάποιοι τρόμου, αλλά οι καλύτεροι—και πιο σπάνιοι—είναι οι κωμωδίες.

Κάποτε είχα έναν τέτοιο.

Ας την πούμε Άννα (γιατί το αληθινό της όνομα δεν έχει σημασία, και γιατί αν τυχόν το διαβάσει, δεν θέλω να μου στείλει έξαλλη μήνυμα).

Η σχέση μας δεν ήταν άσχημη, αλλά ήταν μια από αυτές που δεν οδηγούν πουθενά. Βγαίναμε, περνούσαμε καλά, αλλά κάπου βαθιά μέσα μας ξέραμε ότι δεν είμαστε το endgame ο ένας του άλλου.

Το κατάλαβα οριστικά ένα απόγευμα, όταν καθόμασταν στον καναπέ της και έβλεπα έναν αγώνα ποδοσφαίρου, ενώ εκείνη, βαριεστημένη, έπλεκε ένα κασκόλ (που ποτέ δεν τελείωσε). Ξαφνικά, χωρίς προειδοποίηση, σηκώνει το κεφάλι της και λέει:

«Νομίζω ότι πρέπει να χωρίσουμε.»

Εκείνη τη στιγμή, η ομάδα μου έχανε πέναλτι, οπότε χωρίς να το σκεφτώ, απαντάω μηχανικά: «Ναι, έχεις δίκιο.»

Σιωπή.

«Τι;» κάνει εκείνη. «Ε, ναι, κι εγώ το σκεφτόμουν.» «Πότε;» «Τώρα.»

Γελάσαμε. Ήταν η πιο μη-δραματική, μη-συναισθηματική στιγμή χωρισμού στην ιστορία των χωρισμών. Λες και  αποφασίσαμε να παραγγείλουμε σούσι αντί για πίτσα.

Αλλά το καλύτερο δεν είχε έρθει ακόμα.

Αφού συμφωνήσαμε ότι ναι, ήμασταν πιο πολύ φίλοι παρά ζευγάρι, με ρωτάει: «Και τώρα τι κάνουμε;» «Ε, να, μάλλον πρέπει να φύγω.» «Ναι, αλλά… μόλις παρήγγειλα σουβλάκια.»

Σιωπή. Με κοιτάει. Την κοιτάω.

Και κάπως έτσι, μείναμε άλλες δύο ώρες μαζί, τρώγοντας σουβλάκια και βλέποντας Netflix σαν να μην έχει αλλάξει τίποτα.

Στο τέλος, με αγκάλιασε και είπε: «Ωραία ήταν. Αν ποτέ ξαναβρεθούμε ελεύθεροι και νηστικοί, ξέρεις πού μένω.»

Και κάπως έτσι τελείωσε. Χωρίς δράμα, χωρίς κλάματα, χωρίς σκηνές βγαλμένες από λατινοαμερικάνικη σαπουνόπερα.

Τι έμαθα από αυτό;

  1. Αν είναι να χωρίσεις, κάν’ το πριν παραγγείλετε, όχι μετά.
  2. Οι χωρισμοί δεν χρειάζεται να είναι τραγικοί. Μερικοί μπορούν να είναι τόσο φυσιολογικοί όσο ένα χαμένο πέναλτι.
  3. Και κυριότερο: Μερικές φορές, ένα καλό σουβλάκι είναι ικανό να σας φέρει κοντά ακόμα κι αν αποφασίσατε μόλις να χωρίσετε.

(Υ.Γ. Ακόμα δεν ξέρω τι απέγινε εκείνο το κασκόλ.)