Διανύουμε μια χρονική περίοδο, όπου το κάθε δευτερόλεπτο που περνάει σηματοδοτεί συνεχείς αλλαγές και εξελίξεις, επαναπροσδιορίζοντας έτσι το κάθε τι που μέχρι την αναφερόμενη στιγμή θεωρείται ως δεδομένο. Η αξία ενός αγαθού στις μέρες μας, τείνει να υπολογίζεται με διαφορετικές μεθόδους κοστολόγησης και υπολογισμού, καθώς πέρα από τα προφανή κατασκευαστικά υλικά και τις μεθόδους υλοποίησης που απαιτούνται μέχρι το προϊόν να πάρει την τελική του μορφή, καλούμαστε να υπολογίσουμε και ένα αμετάβλητο παράγοντα κόστους, τη φήμη.
Πως μπορεί όμως κάποιος να ορίσει τη φήμη σαν έννοια; Ποια είναι τα συστατικά της και κυρίως γιατί αν κάποιος καταφέρει να αποκωδικοποιήσει την επιτυχημένη συνταγή της από κάποιον “ανταγωνιστή”, δεν θα κατορθώσει ποτέ να την λειτουργήσει στον ίδιο βαθμό για τον εαυτό του; Ίσως ο καταλληλότερος τρόπος προκειμένου να πάρουμε μια ιδέα για τη φήμη, είναι να την παρομοιάσουμε με μια εικόνα που έχει δημιουργηθεί στο μυαλό του καταναλωτή, όταν του παρουσιάζεται μπροστά του/της το όνομα μιας εταιρείας ή ένα προϊόν της. Πρόκειται για μια “αξία”, όπου δυστυχώς ή ευτυχώς δεν απαιτείται μόνο χρηματική επάρκεια προκειμένου να την προσθέσεις στη συλλογή σου. Περικλείει τον διαφορετικό τρόπος προσέγγισης της δημιουργικότητας, τη σταθερή αισθητική ταυτότητα στο πέρασμα του χρόνου, την αφοσίωση σε κάποιες θεμελιώδης αρχές και βέβαια καμία διαπραγμάτευση στην ποιότητα.
Το σημαντικότερο όμως συστατικό είναι η γνώμη του κόσμου! Το πως δηλαδή η όλη αυτή προσπάθεια, ερμηνεύεται από το κοινό και ποιες είναι οι εικόνες που δημιουργούνται στην αντίληψη τους, κάθε φορά που αντικρίζουν το brand της εταιρείας. Είναι η εντύπωση που σχηματίζουμε βλέποντας 3 διαφορετικές κοπέλες γυρισμένες πλάτη προς τα εμάς κατά την είσοδο μας σε χώρο ψυχαγωγίας με πανομοιότυπο σωματότυπο να φορούν denim της ίδιας γραμμής, αλλά με διαφορετικού brand. Τι διαφοροποιεί ασυναίσθητα άραγε τη μια κοπέλα από την άλλη στην αντίληψη μας, πέρα από το γεγονός ότι η μία φοράει Zara, η άλλη Dolce& Gabbana και η άλλη Levis;
Είναι η κοινή σε όλους αλλά και ταυτόχρονα διαφορετικά παρουσιασμένη ώρα ανάμεσα στα “θνητά” και τα “elite” ρολόγια, των παρευρισκομένων κυρίων σε κάποια δεξίωση. Εκεί όπου όλοι οι χρονογράφοι δείχνουν προς την ίδια ακριβώς κατεύθυνση, αλλά κατά ένα παράδοξο τρόπο ένα Rolex πάντα θα “διαφοροποιεί” την ακρίβεια της ώρας σε σχέση με ένα Swatch ή κάποιο Calvin Klein. Σαφέστατα κάτι αντίστοιχο ισχύει και για τα κινητά τηλέφωνα, όπου παρά τις ίδιες δυνατότητες που μπορεί να παρέχουν στο χρήστη, ένα διακριτικό λογότυπο, μπορεί να μεγεθύνει το φάσμα των υποτιθέμενων διαφορών σε υπερθετικό βαθμό.
Προφανώς πρόκειται για ένα είδος κοινωνικής αναγνώρισης, που ο κάθε καταναλωτής μπορεί να προσθέσει στο εαυτό του, επιλέγοντας ένα συγκεκριμένο λογότυπο πάνω στο αντίστοιχο προϊόν που θα καλύψει μια υπάρχουσα ανάγκη και τις αντίστοιχες απαιτήσεις του. Καθώς λοιπόν η φήμη, έχει αυτή τη μαγική ιδιότητα να συνδέει με το δικό της ξεχωριστό τρόπο κάποια αντικείμενα με κάποια συγκεκριμένα συναισθήματα
μέσα από τον τρόπο προβολής και διαφήμισης, δημιουργεί μια συγκεκριμένη εικόνα έτσι μια εικόνα περικλείοντας πέρα από την παραπάνω αίσθηση και την ταύτιση με την προσωπική αισθητική του καταναλωτή.
Ίσως να πρόκειται για μια μορφή εξάρτησης ή ανάγκης αυτοεπιβεβαίωσης. Ίσως για την αναγνώριση της κατασκευαστικής έμπνευσης και ευφυΐας του δημιουργού. Η φήμη, μας ακολουθεί και μας απασχολεί όλους! Είναι μια καθημερινή υπενθύμιση ότι η αυθεντικότητα κινδυνεύει να εμπορευματοποιηθεί στο βωμό μιας κοινωνικής αναγνώρισης. Μια διαχρονική αξιολόγηση των ηθών και των αξιών, που ο καθένας από εμάς επιλέγει να ακολουθεί ή να απορρίπτει κατά τη διάρκεια της ζωής του/της.