Σ’ εκείνο το μπαρ, εσύ, εγώ και οι άλλοι, πίνουμε γιατί υπάρχει μια τεράστια δυσκολία στο να επικοινωνήσουμε. Οι άνθρωποι είμαστε τα πιο περίεργα πλάσματα στον πλανήτη. Πιο περίεργα από τα κοάλα, πιο περίεργα και από τα βραδύπορα. Γιατί έχουμε ένα μυαλό που δεν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε σωστά. Έχουμε ένα σώμα το οποίο λέει τα πάντα μα δεν μπορεί κανείς να το διαβάσει, ενώ έχουμε κι ένα ζευγάρι μάτια που ίσως να μην θέλει να δει όλα τα πιθανά ζευγάρια που μπορούμε να δημιουργήσουμε εμείς σαν άνθρωποι. Και εμείς, συνεχίζουμε να πίνουμε.
Πίνουμε για να μην αισθανόμαστε άβολα. Για να μην χρειαστεί να κοιτάξουμε το κινητό μας, να μην χρειαστεί να καθόμαστε σ’ ένα σκαμπό να κοιτάμε τους γύρω μας.
Πίνουμε για να γνωρίσουμε κάποιον. Για να μην χρειαστεί να του πούμε άμεσα ό,τι μας ελκύει, να μην βάλουμε το μυαλό μας να σκεφτεί κάτι για να πει. Γιατί το να στείλεις μερικά σφηνάκια είναι η πιο εύκολη λύση.
Πίνουμε για να ξεχάσουμε. Για να μην πονάμε, να μην χτυπάει την πόρτα μας η λύπη. Και τελικά, βρισκόμαστε να πίνουμε για να θυμόμαστε.
Πίνουμε για να χαλαρώσουμε. Για να μπορέσουμε να σταυρώσουμε μια κουβέντα με κάποιον που μας αρέσει, για να κοιμηθούμε μετά από μια δύσκολη μέρα στη δουλειά.
Πίνουμε για να περάσουμε καλά. Για να χορέψουμε, να σιγοτραγουδήσουμε. Γιατί δεν αγαπάμε όλοι τη ζωή τόσο πολύ ώστε να χορεύουμε μ’ έναν καφέ στο χέρι.
Πίνουμε γιατί έτσι έχουμε μάθει. Για να απολαύσουμε τον ήλιο, θέλουμε μια μπύρα στο χέρι. Για ν’ απολαύσουμε τ’ αστέρια, θέλουμε ένα μπουκάλι κρασί. Για να βγούμε ένα ραντεβού θέλουμε ένα τζιν τόνικ, ενώ για ν’ αγαπήσουμε κάποιον θέλουμε μερικά σφηνάκια τεκίλα.
Πίνουμε γιατί δεν ξέρουμε πως να αντιμετωπίσουμε όλα εκείνα που φοβόμαστε. Για να μας πάρει ο ύπνος στο αεροπλάνο, για να μας πάρει ο ύπνος και στο πλοίο.
Πίνουμε για να γιορτάσουμε. Για να είμαστε καλά να γινόμαστε χάλια, γιατί πήραμε προαγωγή, γιατί πληρωθήκαμε, γιατί σαν σήμερα γεννηθήκαμε.
Έτσι όπως πίνουμε για την επιτυχία, πίνουμε και για την αποτυχία. Για το αγόρι που ποτέ δεν μας ήθελε πίσω ή το αγόρι που δεν ήξερε τι ήθελε, για το μάθημα που δεν περάσαμε για τρίτη φορά, για τον πρώτο μας έρωτα που δεν υπάρχει λόγος να πίνουμε πια.
Πίνουμε για να μη σκεφτόμαστε διπλά. Για να κάνουμε όλα εκείνα που θέλουμε μα η λογική δεν τα εγκρίνει. Γιατί αν δεν πιούμε μέσα στα πρώτα 5” θα έχουμε μετανιώσει μέχρι και την σκέψη της πράξης που σκεφτήκαμε.
Πίνουμε για να ζήσουμε όπως εμείς θέλουμε.
Πίνουμε για να γράψουμε όσα δεν τολμάμε να πούμε. Για να αποτυπώσουμε σε ένα χαρτί τις πιο όμορφες και συνάμα άσχημες σκέψεις μας. Τα πιο περίεργα όνειρά μας.
Και τελικά, καταλαβαίνουμε πως ο μόνος λόγος που πίνουμε είναι γιατί δεν ξέρουμε πως αλλιώς να καλύψουμε το ότι δεν μπορούμε να επικοινωνήσουμε μεταξύ μας. Γιατί δεν ξέρουμε τι θέλουμε και πως θα ζητήσεις κάτι που δεν είσαι σίγουρος; Γιατί μερικές φορές διαβάζουμε λάθος τα σημάδια και πως θα δείξεις κάτι όταν ο άλλος έχει καταλάβει τα πάντα αντίθετα; Γιατί δεν έχουμε μάθει να αντιμετωπίζουμε τις άβολες καταστάσεις που δίνουν στην ζωή μας την μαγεία που έχασε. Γιατί δεν έχουμε μάθει να δεχόμαστε την κύρια και μόνη μορφή απόρριψης. Γιατί δεν έχουμε μάθει να εκτιμάμε αυτό που είμαστε. Και συνεχίζουμε να πίνουμε γιατί συνεχίζουμε να μην μπορούμε να επικοινωνήσουμε ένα ξεκάθαρο μήνυμα εκεί που θέλουμε.
Πως όμως θα επικοινωνήσουμε αν συνεχίσουμε να πίνουμε;