Μια παράσταση έχει κερδίσει το σκοπό της όταν φεύγοντας από το θέατρο την κουβαλάς μαζί σου. Αυτή είναι η θεωρία μου για το καλό θέατρο. Χωρίς να έχω πτυχίο θεατρολογίας. Έχω ένα μόνο αλάνθαστο κριτήριο: το συναίσθημα. Το οποίο σαφέσταστα σημαίνει ότι η άποψή σου είναι εντελώς υποκειμενική και βασίζεται στα δικά σου ζητούμενα. Η δεύτερη όψη του νομίσματος όμως δείχνει ότι αν το έργο έχει αγγίξει έστω και έναν, έχει βρει τη δίοδο προς το συναίσθημα των θεατών. Και δεν θα μείνει μόνο στον έναν.
Όταν γυρνάς σπίτι σου και σκέφτεσαι ακόμα αυτό που είδες ή μπήκες στη διαδικασία να συζητήσεις με άλλους ή να ψάξεις κάποια πράγματα σχετικά, τότε αναμφισβήτητα είδες μία καλή παράσταση. Σαν αυτή που ανεβαίνει στη σκηνή του Νέου Θεάτρου “Κατερίνα Βασιλάκου“. Πρόκειται για το “Αφέντης και Δούλος” που βασίζεται στη νουβέλα του Λέοντος Τολστόι. Ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς όλων τον εποχών δοσμένος με μια σύγχρονη ματιά και με πρωταγωνιστές τους Γιώργο Νανούρη και Δημήτρη Λιγνάδη. Για τους γνωρίζοντες το δίδυμο αυτό “φωνάζει” επιτυχία από χιλιόμετρα.
Γυρνώντας σπίτι μου, ένα βράδυ Παρασκευής -μετά την παράσταση-, γκούγκλαρα το όνομα του σκηνοθέτη της: Γιώργος Νανούρης. Όχι γιατί δεν ήξερα ποιος είναι αλλά γιατί μου γεννήθηκε η ανάγκη να μάθω περισσότερα για τον άνθρωπο που κατάφερε να παίξει επί 70 λεπτά με ένα χέρι στο νάρθηκα (σ.σ. είχε πρόσφατα ένα ατύχημα και προς τιμήν του αποφάσισε να μην διακόψει τις παραστάσεις) και να το κάνει να φαίνεται μέρος του έργου.
Άλλωστε και το έργο πραγματεύεται την καθημερινή πάλη. Την προσπάθεια δύο ανθρώπων να κρατηθούν στη ζωή με την κυριολεκτική αλλά και μεταφορική σημασία. Γιατί απέναντι στο θάνατο δεν μετράει ποιος είναι ο “Αφέντης” και ποιος ο “Δούλος” και τελικά πραγματικός νικητής στη ζωή είναι αυτός που έχει καταφέρει να δώσει την καρδιά του. Υπάρχει αυτή η απίθανη φράση μέσα στο έργο που λέει “Περίεργο πράγματα η καρδιά. Όσο την σπαταλάς, τόσο περισσότερη έχεις”. Εκεί, για μένα, περικλείεται όλο το “ζουμί” της παράστασης. Από εκεί πηγάζει και το διαχρονικό της μήνυμα για την αλληλεγγύη.
Το έργο γράφτηκε για τη Ρωσία του 1870. Σε μία δύσκολη οικονομική περίοδο που δεν απέχει σαν συνθήκη πολύ από αυτό που βιώνουμε στην Ελλάδα του 2017. Βάζοντας φυσικά διαφορετικό πλαίσιο. Στην παράσταση, το πλαίσιο το βάζει από μόνος του ο θεατής γιατί ενώ το παίξιμο των ηθοποιών σε “ταξιδεύει” σε μια χιονοθύελλα σε ένα ρωσικό χωριό η τεχνική της αφήγησης σε επαναφέρει στο σήμερα.
Στο σήμερα, που για τους περισσότερους είναι τόσο δύσκολο αλλά υπάρχουν χαραμάδες για την ελπίδα. Μία από αυτές λέγεται Γιώργος Νανούρης. Αν αναλογιστεί κανείς ότι από το 2000 υπηρετεί την τέχνη του από πολλά και διαφορετικά μετερίζια και το βάλει δίπλα στη σεμνότητα με την οποία διαχειρίζεται την αδιαπραγμάτευτη επιτυχία, τότε καταλαβαίνει ότι μιλάμε για έναν σπουδαίο δημιουργό. Έναν δημιουργό που σου γεννά την επιθυμία για διπλή υπόκλιση. Σίγουρα για την παράσταση “Αφέντης και Δούλος” αλλά και για όλες τις προηγούμενες που του έδωσαν την εμπειρία και τον “εκπαίδευσαν” να ξεκινάει κάθε νέα δουλειά του με βάση το “αξιοπρεπής”.