M όπως Μαμά
“M” όπως “Μάρω”.
“Μ” όπως “Μαμά”.
Η μαμά μου η Μάρω.
Την βάφτισαν “Μαρία”, αλλά δεν θυμάμαι να άκουσα ποτέ κανέναν να την φωνάζει “Μαρία”.
“Μάρω” και “Μαμά”.
“Μαμά” και “Μάρω”.
Η μαμά μου η Μάρω.
Που τώρα είναι και γιαγιά Μάρω.
Αλλά για εμένα είναι πρώτα μαμά μου και μετά γιαγιά.
Είναι η μαμά μου.
Και με παίρνει το πρωί να με ξυπνήσει.Και με παίρνει το μεσημέρι να με ρωτήσει αν έχω φάει.
Και με παίρνει το απόγευμα να μου πει ότι είδε κάτι παπούτσια που θα μου αρέσουν και θα μου τα πάρει.
Και με παίρνει το βράδυ να με ρωτήσει “τι κάνω”.
Κι αν της πω ότι είμαι έξω θα με ρωτήσει “με ποιον?”
Κι αν της πω ότι είμαι με τον Βασίλη που είμαστε φίλοι 25 χρόνια και τα τελευταία 5 χρόνια μένουμε μαζί θα μου πει “καλά να περάσετε” και θα το κλείσει.
Κι αν της πω ότι είμαι με έναν φίλο θα μου πει “να προσέχεις” και θα το κλείσει.
Και θα με πάρει την επόμενη μέρα να με ρωτήσει “ποιος ήταν αυτός”.
Κι αμα δεν της πω θα πάρει τηλέφωνο τον Βασίλη και θα τον ρωτήσει “είναι σόι αυτός που βγαίνει η μικρή ή είναι κανένας μαλάκας πάλι?”
Είναι η μαμά μου.
Και μου έμαθε πως δεν είναι μόνο οι άλλοι μαλάκες αλλά ότι μπορεί κι εγώ καμιά φορά να είμαι μαλάκας.
Και να το παραδέχομαι όταν είμαι.
Και όταν είμαι άρρωστη είναι σαν να έχει ραντάρ αρρώστιας και το καταλαβαίνει και έρχεται πριν της το πω.
Και μου φέρνει φάρμακα και μου φτιάχνει μπριζόλες με πατάτες και όλα περνάνε.
Και όταν αρρώστησα λίγο σοβαρά και ήμουνα στο νοσοκομείο εκείνη αρρώστησε πιο πολύ από μένα.
Αλλά δεν μπορούσα να της κάνω μπριζόλες με πατάτες.
Και όταν διαβάζει αυτά που γράφω μου λέει να της τα εκτυπώσω για να τα διαβάσει στις φίλες της.
Είναι η μαμά μου.
Και μου έμαθε να μυρίζω τα λουλούδια αλλά να μην τα κόβω.
Να δίνω από αυτό που μου περισσεύει αλλά και από αυτό που δεν μου περισσεύει.
Να έχω φίλους λίγους αλλά αληθινούς που να τους θεωρώ οικογένεια και να θεωρώ την οικογένεια μου φίλους.
Και μου έμαθε να υποχωρώ αλλά και να διεκδικώ.
Να ζητάω συγγνώμη αλλά και να απαιτώ την συγγνώμη.
Να λέω “μπορώ” αλλά και “δεν μπορώ”.
Να λέω “θέλω” αλλά και “δεν θέλω”.
Να λέω “δεν πειράζει” αλλά και “πειράζει”.
Είναι η μαμά μου.
Και μου έμαθε να είμαι άνθρωπος.
Γιατί εκείνη με έκανε.
Άνθρωπο.
Και αυτό που είμαι.
Όπως κι αν είμαι.
Είναι η μαμά μου.
Που μου έδωσε ζωή.
Και δεν ξέρω αν φτάνουν όλα τα “ευχαριστώ” του κόσμου για να της τα πω.
Και δεν ξέρω αν φτάνουν όλα τα “σ’αγαπώ” του κόσμου για να της τα πω.
Και δεν ξέρω αν φτάνουν όλες οι μπριζόλες με πατάτες του κόσμου για να της φτιάξω.
Είναι η Μάρω, η μαμά μου.
“Όταν γεννήθηκες και σε είδε ο παπούς σου ήρθε και μου είπε : Έκανες μια Μάρω!!!!!!”, μου λέει κάθε φορά στα γενέθλια μου.
Και βλέπω την συγκίνηση, την χαρά και την περηφάνια στα μάτια της και στην φωνή της κάθε φορά που το λέει αυτό.
Κι ελπίζω να βλέπει κι εκείνη την συγκίνηση, την χαρά και την περηφάνια στα μάτια μου κάθε φορά που το ακούω αυτό.
Τιμή μου να είμαι “μια Μάρω”.
Και θα είναι μεγαλύτερη τιμή μου αν γίνω ποτέ μάνα να γίνω σαν εκείνη, ή έστω το μισό από όσα είναι εκείνη για εμένα και για όποιον την έχει γνωρίσει, σαν “Μάρω” ή σαν “μαμά”.
Σήμερα είναι η μέρα της.
Αλλά και η δικιά μου.
Γιατί ποιος μπορεί να γιορτάσει περισσότερο την γιορτή της μητέρας από το παιδί της?
Σήμερα είναι η μέρα μας.
Και θα την βγάλω έξω για φαγητό.
Αλλά δεν θα φάμε μπριζόλες με πατάτες.
Γιατί καμία μπριζόλα με πατάτες δεν θα είναι ποτέ σαν την μπριζόλα με πατάτες που μου κάνει η μαμά μου.
Γιατί είναι η μαμά μου.
“Θα γίνεις καλή μάνα αν ποτέ το θελήσεις “, μου είχε πει μια φορά η μαμά μου.
Ίσως.
Γιατί το μισό από την Ισμήνη είναι η Μάρω.