Tους ξέρεις.
Μπορεί και να να έχεις υπάρξει κι εσύ. Συνήθως είναι “ευάεροι, ευήλιοι, διαμπερείς”. Σίγουρα όμως δεν είναι “πανταχόθεν ελεύθεροι”. Είναι “αεράτοι”. Έρχονται στην ζωή σου έχοντας έναν αέρα που παρασύρει τα πάντα. Τις μέρες σου, τις νύχτες σου, την σκέψη σου, το “είναι” σου και το “δεν είναι” σου. Γιατί δεν είναι αέρας, αλλά κυκλώνας. Και με τον ερχομό τους, που δεν σε είχε προειδοποιήσει καμία πρόβλεψη του καιρού δεν αφήνουν τίποτα όρθιο στο πέρασμα τους, αλλά το μόνο που αφήνουν είναι συνήθως συντρίμμια. Και ερείπια.
Έρχονται μια μέρα με άπνοια και τα σηκώνουν όλα στο πέρασμα τους. Και όσο όμορφη και να φαίνεται στην αρχή αυτό το “ελαφρύ” αεράκι” και να σε δροσίζει, στο τέλος αυτή η ελαφριά πνοή καταλαβαίνεις πως ήταν δίνη ενός κυκλώνα που δεν άφησε τίποτα όρθιο. Γιατί περνάνε σαν κυκλώνες που το μόνο που αφήνουν στο πέρασμα τους είναι κάποιους τραυματίες. Είναι φωτεινοί. Σαν να έχουν καταπιεί έναν ήλιο και να τον πηγαινοφέρνουν από εδώ και από εκεί φωτίζοντας τα πάντα. Και εσένα. Ιδίως και κυρίως εσένα. Παίρνεις φως όταν είσαι δίπλα τους, λάμπεις και ακτινοβολείς. Και από εκεί που που ζεις τις “πολικές νύχτες” σου και κάθε μέρα είναι βράδυ, έρχονται αυτοί οι άνθρωποι σαν τον “ήλιο του μεσονυκτίου” και εσύ μαζί τους ζεις τις “λευκές νύχτες” σου. Μαζί τους δεν βραδιάζει ποτέ, παρά κοντά τους ζεις μια φαινομενικά ατελείωτη ηλιοφάνεια. Σαν να βρίσκεσαι ξαφνικά από τις βόρειες χώρες που ψάχνουν τον ήλιο στο γκουγκλ σέρτς στην Μεσόγειο που λούζεται από τον ήλιο. Μέχρι που καίγεται. Γιατί καλός ο ήλιος, καλή η φωτοσύνθεση, καλή και η ηλιοθεραπεία αλλά όταν εκτίθεσαι τόσο πολύ στον ήλιο δεν θα αποφύγεις τα εγκαύματα.
Είναι διαμπερείς. Ανοιχτοί. Για να μπαίνει ο αέρας και ο ήλιος τους από όποια μεριά απο όποιο σημείο του ορίζοντα τους βολεύει. Άπλετο φως, άπλετος αέρας μπαίνει από παντού κοντά τους και δίπλα τους. Από τον Βορρά μέχρι το Νότο. Από την Ανατολή μέχρι την Δύση. “Διαμπερείς”. “Ωραία λέξη”, σκέφτεσαι, να πηγαινοέρχεται ο αέρας, το φως, ο ήλιος, να έχει μπαλκόνια μπροστά και πίσω να βγαίνεις στο μπαλκόνι να κάθεσαι, να έχει παράθυρα να τα ανοίγεις να βλέπεις την θέα. Ξεχνάς όμως ότι το επίθετο “διαμπερές” συνήθως αναφέρεται σε τραύματα. “Διαμπερές” τραύμα. Που περνάει από την μια άκρη στην άλλη. Που δεν έκλεισε. Δε κλείνει. Ορθάνοιχτο. Σαν και αυτούς και σαν το τραύμα που θα αφήσουν.
“Πανταχόθεν ελεύθεροι” δεν είναι. Κάτι τους κρατάει από το να κάνουν το “ενοικιαστήριο” “πωλητήριο”. Κάτι τους κρατάει να είναι για λίγο. Για όσο μπορούν και αντέχουν. Για όσο και όπως θέλουν. Προσφέρουν ανέσεις, “θέα”, θα φανούν “το σπίτι των ονείρων σου”. Αλλά μόνο με νοίκι.
-Πόσα θέλετε; θα ρωτήσεις -Θα τα βρούμε μωρέ, θα σου απαντήσουν Κι εσύ θα ενθουσιαστείς από τις παροχές. Από τα καθαρά σεντόνια, από τις καθαρές πετσέτες, από την ηχομόνωση, από το γουάι-φάι, από την θέα, από την τοποθεσία, από τις παροχές. Αλλά θα έρθει η στιγμή που θα σου πουν πως θα πρέπει να αφήσεις το σπίτι. Πως θέλουν να το δώσουν αλλού ή το θέλουν για ιδιοκατοίκηση. Δεν θα τα έχετε βρει τελικά. Θα ρωτήσεις γιατί. Θα αναρωτηθείς αν φάνηκες εσύ ασυνεπής στις υποχρεώσεις σου, αν έκανες κάποιο λάθος, αν έκανες φασαρία ή αν προκάλεσες κάποια ζημιά. “Όχι δεν φταις εσύ, είναι δικό μου θέμα”, θα σου απαντήσουν οι ευάεροι, ευήλιοι, διαμπερείς αλλά καθόλου πανταχόθεν ελεύθεροι ιδιοκτήτες. Και δεν θα μπορέσει να σε προστατεύσει κανένα ενοικιοστάσιο. -Μα…θα προσπαθήσεις να καταλάβεις. -Δικό μου είναι, άμα θέλω του βάζω φωτιά και το καίω, θα σου απαντήσουν. Κι εσύ θα μαζέψεις τα πράγματα σου για να μπει ο καινούργιος ενοικιαστής. Ή για να μπει ο ιδιοκτήτης. Χωρίς εσένα. Και θα ψάχνεις πάλι στις αγγελίες για σπίτι ή δωμάτιο. Αλλά αυτή την φορά θα ψάξεις στα “πωλείται”, όχι στα “ενοικιάζεται”.
Αβάδιστα και αβασάνιστα.