Ένα απέραντο μονοπάτι οι σκέψεις μου. Γεμίζουν, μέρα με τη μέρα, όλο και περισσότερο τη ψυχή. Αχ αυτή η ψυχή… πόσα αντέχει να ξέρει, πόσα ανείπωτα αντέχει να κουβαλάει, πόσα απωθημένα να παρασύρει στην άβυσσο την σκοτεινή και απόμερη. Τρομακτικά παρκάκια μονολόγων εκ βάθη καρδίας… μίας καρδιάς με περίγραμμα επιθυμιών, παθών και φόβων. Μα, γιατί δεν τολμώ να τα πω; Τί έχει τούτο το περιεχόμενό τους και με δειλιάζει; Τί να’ναι αυτό που παροπλίζει το θάρρος μου; Τί μπορεί να με αποτραβάει από το φως της αλήθειας και της εξομολόγησης, αυτό που με φυλακίζει στις βουβές μελαγχολικές μελωδίες τις τόσο μυστικιστικές και σκοταδιστικές; Ένα φουρτουνιασμένο ταξίδι μεταξύ φωτός και ερέβους, μεταξύ αλήθειας και πλάνης, μεταξύ δύναμης και φόβου. Αχ, ρε φόβε… τρομερή η εξουσία σου… κρατάς τα ηνία της ψυχής. Αχ, βρε ψυχή…παρατηρητήριο κατάντησες… έχασες τα κλειδιά του πράττειν… χάθηκες στο τρικυμώδες ταξίδι των αφοριστικών σκέψεων. Τώρα, όμως, έστω και εδώ… θα πω όσα δεν τόλμησα, όσα φοβήθηκα, όσα στοιχειώνουν τη ψυχή και τη ζωή μου. Θα αποκτήσω τη ψευδαίσθηση της αλήθειας… αυτής του μοναχικού μονολόγου.
‘Μαμά’,
Εσύ με έφερες στον κόσμο αυτό. Εννέα μήνες κατοικούσα στην κοιλίτσα σου και μία μέρα, μου προσέφερες την πρώτη μου εξωτερική πνοή…μου έδωσες τη ζωή. Μου παρείχες όλα όσα χρειαζόμουν: τροφή, φροντίδα, αγάπη. Ήσουν πάντα εκεί…σε κάθε κλάμμα μου, σε κάθε μου φόβο, σε κάθε λύπη και σε κάθε χαρά μου. Προσπαθούσες να μου δώσεις όλα όσα είχες, αλλά και αυτά που δεν απέκτησες ποτέ. Ήθελες ό,τι καλύτερο γι’αυτό το μικρό πλασματάκι που φώτιζε και φωτίζει, μέχρι και σήμερα, με χαμόγελο το πρόσωπό σου. Είμαι η ζωή σου και το ξέρω. Μη κοιτάς που μερικές φορές φαίνομαι πως το ξεχνάω. Είσαι και εσύ η ζωή μου, ο λόγος ύπαρξής μου, η αναπνοή μου, η αιτία της ψυχοσύνθεσής μου. Με έμαθες τα πρώτα διστακτικά βήματα και με δίδαξες αυτά της ζωής. Ακόμα με μαθαίνεις, ακόμα απαντάς στις ερωτήσεις μου, στις απορίες μου… στη ψυχή μου. Ξέρω πως όπου και αν πας, ό,τι και αν κάνεις, η σκέψη σου είναι σε μένα. Δεν σου είπα ποτέ ‘σ’αγαπώ’. Ίσως ντρεπόμουν. Ίσως…δεν ξέρω γιατί. Σ’αγαπάω, λοιπόν, γιατί είσαι η ζωή μου. Και κάτι ακόμα, μαμά… δεν θα καταφέρω να γίνω τόσο καλή ‘μαμάκα’, όπως εσύ, γιατί μόνο εσύ ξέρεις τόσο καλά τα πάντα.
Μαμά, σ’αγαπάω πολύ και συγνώμη για όλα. Μην μου ξαναζητήσεις ‘συγνώμη’ για τίποτα…ποτέ…εσύ ποτέ μη ζητάς ‘συγνώμη’, μαμά μου.
Υ/Σ. Συγνώμη που με βλέπεις καμιά φορά στεναχωρημένη. Μη στεναχωριέσαι. Είμαι καλά.
‘Μπαμπά’, ‘μπαμπακούλη μου’,
Έχω ακόμα τόσο έντονες τις στιγμές και τις μνήμες των παραμυθιών και των τραγουδιών που μου έλεγες. Μου φαίνεται λες και ανήκουν στο χθες τα παιχνίδια που παίζαμε…θυμάσαι ποιά λέω…αυτά που με άφηνες να κερδίζω και μετά πανηγύριζες μαζί μου, γεμίζοντάς με με φιλιά και σφίγγοντάς με τόσο δυνατά στη ζεστή αγκαλιά σου. Αυτή η αγκαλιά, μέχρι και σήμερα, με απομακρύνει από κάθε στεναχώρια μου. Μπαμπά μου, η αγκαλιά σου ήταν και είναι σαν να μιλάει, σαν να μου λέει πως θα είσαι δίπλα μου σε κάθε μου επιλογή και σε κάθε μου επιθυμία. Ποτέ δεν μου είπες ‘όχι’, ποτέ δεν με φόβισες, ακόμα και αν μου φώναζες, μετά ερχόσουν και μου έλεγες πως ‘μ’αγαπάς’, πάντα με δικαιολογούσες σε όλα. Βρίσκεσαι πλάι μου, με στηρίζεις και με πιστεύεις…μου το λες και μου το δείχνεις κάθε ημέρα.
Μπαμπά, θα σου πω κάτι…κανένας δεν θα καταφέρει ποτέ να σε φτάσει. Δεν γίνεται, γιατί είσαι ο μπαμπακούλης μου…να το ξέρεις αυτό.
Υ/Σ. Συγνώμη που κάποιες φορές δεν σηκώνω το τηλέφωνο. Είμαι καλά.
‘Αδερφούλα μου’,
Όταν ήρθα στη ζωή, εσύ είχες, ήδη, πειραματιστεί σε αυτόν τον κόσμο. Είχες προλάβει να κατακτήσεις μια τεράστια θέση στην καρδιά της μαμάς και του μπαμπά. Όταν απέκτησα την υπόσταση ενός μικρού ανθρωπάκου, όφειλες να μου παραχωρήσεις χώρο στο δωμάτιο, στα παιχνιδίσματα, στη ψυχή σου και στη καρδιά της ιστορίας μας, αυτής της μαμάκας και του μπαμπάκα μας. Έπρεπε να συμβάλλεις στην ανάπτυξή μου, ψυχική και σωματική. Γινόσουν και εσύ μία μαμά μικρών προδιαγραφών. Δύσκολο και απαιτητικό το έργο σου, καθώς χρειάστηκε να περιορίσεις γρήγορα τις δικές σου ανάγκες, έτσι ώστε να συμβαδίσουν με τις δικές μου. Οφείλαμε να συνοδοιπορευθούμε στον μακρύ δρόμο προς την ενηλικίωση, προς την διαμόρφωση της προσωπικότητάς μας και εύρεση της ταυτότητάς μας…όλα από κοινού, όλα με πρωταρχικό σκοπό το πολυπόθητο υπερεγώ μας που θα έκανε περήφανη την φωνή της ιστορίας μας, αυτήν που οφείλουμε να μην ξεχάσουμε ποτέ, αυτήν που θα αναβιώσουμε, αυτή που θα μας οδηγήσει στο μέλλον μας. Να ξέρεις πως θυμάμαι αυτό που μου είχες πει με ψυχικό σθένος και βαθιά πίστη:‘Το παρελθόν μας εξασφαλίζει κίνητρα και επιθυμίες. Τα κίνητρα και οι επιθυμίες αποτελούν την προσπάθεια του παρόντος μας. Η εκπλήρωση των επιθυμιών μας θα αποτελέσει το εξιδανικευμένο μας πεπρωμένο/ένα μέλλον, κατά το οποίο η αναβίωση του παρελθόντος μας θα σηματοδοτήσει μια καινούρια ζωή ψυχικά επενδυμένη και ιστορικά εμποτισμένη από τα υψηλά μας ιδανικά’.
Δεν σου το έχω πει ποτέ, αλλά…με βοηθάς, κάθε ημέρα, να θυμάμαι το παρελθόν μου και να νιώθω υπερήφανη.
Υ/Σ. Αδερφούλα μου, είμαι περήφανη κι ας φαίνομαι μελαγχολική. Δεν θέλω να ανησυχείς, ‘μικρή μαμά’ μου…θα βρω τον δρόμο μου. Είμαι καλά.
‘Αγαπημένοι μου φίλοι’ (ξέρετε καλά ποιοί είστε),
Ο καθένας σας κατέχει μία ιδιαίτερη θέση στη ψυχή μου. Οι ρόλοι σας διαφέρουν, όπως διαφέρουν και οι προσωπικότητες και οι ταυτότητές σας. Ο καθένας από εσάς βρίσκεται στη ζωή μου, στη καθημερινότητά μου, στη σκέψη και στη λογική μου…άλλος περισσότερο και άλλος λιγότερο…ο καθένας με τον δικό του μοναδικό τρόπο. Οι λόγοι της παρουσίας σας δεν είναι τυχαίοι, αλλά σίγουρα αμοιβαίοι. Μου προβάλλετε το παρελθόν μου, αποτυπώνετε το παρόν μου, σκιαγραφείτε το μέλλον μου. Πολλαπλές οι προβολές και άκρατες οι ταυτίσεις. Ενωμένοι…αποτελούμε ένα τέλεια ολοκληρωμένο σύστημα, καθώς εκφράζουμε τον εσωτερικό μας κόσμο, το βαθμό ναρκισσισμού μας και παντοδυναμίας, καθώς και τον βαθμό που αναζητούμε ασφάλεια, εκπλήρωση ή ανάπτυξη. Όσο υπάρχετε στη ζωή μου, όσο παίρνετε την φαντασιακή υπόσταση ενός εξωτερικού καθρέφτη, τόσο διατηρούνται η εσωτερική συνοχή μου, η ψυχική αντοχή μου και ένας από τους λόγους ύπαρξής μου. Κρυπτογραφημένοι οι κώδικες συναναστροφής μας με έξυπνα τεχνάσματα και ευφυή κατασκευάσματα. Οι δράσεις και οι εναλλαγές της φαντασίας μας ποικίλουν προς χάριν της επιθυμητής ελλείψεως της μονοτονίας. Στόχοι μας…το γέλιο και η προσδοκία. Πλάθουμε όνειρα, περισυλλέγουμε τα ασυναρμολόγητα και δομούμε τον δικό μας κόσμο…αυτόν τον ουτοπικό, αλλά και τόσο ωραίο…αυτόν τον ενοχικό, αλλά και τόσο μοιραίο. Αναμοχλεύουμε τις δυνάμεις και τις αδυναμίες μας, την αλήθεια και το ψέμα μας, με το δικό μας μαγικό ραβδάκι, δίχως φόβο, δίχως ντροπή, μοναχά με την κοινή μας μυστική και γλυκιά προσμονή. Περιμένουμε…μαζί.
Ξέρω πολύ καλά τί σας ενοχλεί, αλλά δεν θυμάμαι εάν το έχω παραδεκτεί ποτέ. Ίσως…να μην βρίσκω την δύναμη να θυμηθώ. Ξέρω, όμως, πως καμιά φορά απορείτε με την υπερβολή μου, τρομάζετε με τα ύψη μου, αναρωτιέστε για τα βάθη μου, στα οποία φτάνω και εναλλάσσομαι με τόση ευκολία και τρομακτική μαεστρία. Προσπαθείτε να με επαναφέρετε στην ισορροπία. Προσπαθώ και εγώ να μας κρατήσω σε ευταξία. Γνωρίζω πως επιλέγετε να γίνετε ‘εχθροί’ μου…το ίδιο κάνω και εγώ, διότι ο φίλος δεν μπορεί να μη γίνει εχθρός…αποτελεί τον ίδιο τον εαυτό. Είναι η φυσική εξέλιξη της φιλίας, της σχέσης, της λατρείας…είναι αυτό που αποκαλούμε ‘αμφιθυμία’.
Υ/Σ. ‘Αγαπημένοι μου φίλοι’, ξέρετε πως όταν είμαι βυθισμένη στο σκοτάδι μου και με ρωτάτε με ένα μήνυμα: ‘Τί κάνεις’, εγώ απαντάω με ένα: ‘Είμαι καλά’. Εκείνη τη στιγμή, ξέρω πως θα έρθετε να με βρείτε και θα με κάνετε να νιώσω πραγματικά καλά. Και τότε…ναι…θα είμαι καλά.
Προς ‘εσένα’ που δεν ξέρεις ποιός είσαι…που δεν γνωρίζεις τον εαυτό σου,
Από την αρχή ήξερα…από την πρώτη μέρα κατάλαβα…από το πρώτο σου βλέμμα έμαθα τα πάντα για σένα. Σε γνώρισα πριν, καν, το καταλάβεις. Η ματιά σου ήταν μεστή και σιωπηρά ομιλητική. Το κορμί σου υποτασσόταν σε κάθε μου πρόκληση και προσμονή. Ο λόγος σου, όμως, ήταν διαφορετικός. Κάθε σου λέξη φορούσε μάσκα. Κάθε νόημα ήταν επικαλυμμένο με άμυνα, φόβο και μπόλικο εγωισμό. Κάτι σκοτεινό είχε κυριεύσει τη ψυχή σου και της πουλούσε πηλό και φωτιά. Διψούσε για αίμα και ανέμενε υπομονετικά. Είχε βρει τον κατάλληλο στόχο, το ιδανικό εξιλαστήριο θύμα…είχε βρει εμένα. Τα πάθη, βλέπεις, ή τα διαχειρίζεσαι ή τα μεταβιβάζεις. Από τους φόβους απαλλάσσεσαι ή τους προβάλλεις. Επέλεξες καταστροφικά μονοπάτια, αυτά των βίαιων ενστίκτων που αντιτάχθηκαν στη ψυχή μου, πότισαν το κορμί μου και οδήγησαν σε ακόμα μεγαλύτερη αβεβαιότητα την ψυχική ύπαρξή μου. Μου έδωσες την ψευδαίσθηση πως ο πηλός είναι στα χέρια μου και το παραμύθι στη διάθεσή μου. Όσο και αν ήξερα, όσο και αν η συνείδησή μου με οδηγούσε μακριά, η φαντασία μου και το όνειρο εδράζονταν κάπου κρύα και σκοτεινά. Συνένοχοι στο έγκλημα…με μία, όμως, διαφορά…ήθελες να μείνεις στα δεσμά…ήθελα να μας βρω τη γιατρειά. Όμως…έφυγες ξαφνικά.
Οι δρόμοι μας απέχουν χιλιομετρικά, αλλά και ψυχικά. Κάθε ταξίδι σου είναι και ένας γυρισμός. Δεν ξέρω αν έχεις βρει τον δρόμο της επιστροφής. Ίσως, τότε…νιώσεις τον αποχωρισμό. Ίσως, τότε…δεις πως ο δρόμος σου είσαι εσύ.
Υ/Σ. Δεν γνωρίζεις, επειδή δεν ρωτάς, αλλά από τότε που έφυγες προσπαθώ να γίνω καλά.
Της μοναξιάς μονόλογοι. Πολλοί οι φαντασιακοί δέκτες, με έναν, όμως, πομπό…τη ψυχή. Σιωπηρά λόγια…άλλα ευτυχισμένα και ενοχικά…άλλα μελαγχολικά και ρεαλιστικά…άλλα μυστικά και νοσταλγικά. Υπό τη μουσική του πιάνου και υπό την επιθυμία της λυτρωτικής κάθαρσης. Οι λέξεις μυστικές πάνω σε μια κόλλα που παραμένει λευκή…μέσα σε μια ζωή που παραμένει μία ενοχική προβολή.