Θυμάμαι κάποτε η μαμά μου μου είχε πει: «Μη στεναχωριέσαι για τους ανθρώπους που δεν σου έδωσαν όσα άξιζες. Να στεναχωριέσαι για εσένα που δεν κατάλαβες ότι άξιζες περισσότερα». Και αυτό σήμερα, αρκετά χρόνια μετά, καταλαβαίνω λέξη προς λέξη τι θα πει.
Στην – ακαταλληλότητα- βρίσκεις τον εαυτό σου
Αυτόν που ψάχνεις και εξ αρχής δεν έχεις ιδέα ότι στα λάθος σημεία τελικά θα τον βρεις. Γιατί οι δοκιμασίες, καλές και κακές, φέρνουν μαζί τους μαθήματα. Μαθήματα ζωής, μαθήματα για την αγάπη. Μαθήματα για έναν εαυτό καλύτερο από τον προηγούμενο. Και αναρωτιέσαι πως γίνεται; Κι όμως, γίνεται. Στην ακαταλληλότητα είναι που βρίσκονται τελικά και οι πιο σπουδαίες απαντήσεις.
Σου έχω νέα: Μπορείς να καταφέρεις τα πάντα, αρκεί να το θελήσεις. Αν σ’ αγαπήσεις πολύ, θα το κάνουν μάλλον κι όλοι οι άλλοι. Δεν υπάρχει “δεν μπορώ”, υπάρχει “δε θέλω”». Και κάπως έτσι, με προτροπές (για το καλό μας) χτίζουμε γενιές ανθρώπων που υποτίθεται πως θα έπρεπε να νοιάζονται μόνο για τον εαυτό τους, που πίστεψαν πως όντως εκείνοι είναι παντοδύναμοι κι έτσι έκαναν την αγάπη καταναγκαστικό έργο, πρόσχημα και ίσως υποχρέωση, μόνο απέναντι στον εαυτό τους όμως.
Και αφού όλοι μας πια μάθαμε τι θα πει προσωπική αγάπη, αλλά σχεδόν κανείς δεν έφερε σε λειτουργία τον αυτοσεβασμό και την αυτοεκτίμηση, έτσι κι εμείς με την σειρά μας μάθαμε να μας αγαπάμε, ή τελοσπάντων αυτό νομίζουμε πως κάνουμε. Το κάνουμε όμως καλά;
Θεωρητικά όλα δείχνουν πως τα καταφέρνουμε καλά στεκούμενοι στην επιφάνεια αυτού του στόχου μας. Την αγαπάμε βλέπεις την αφεντιά μας κι ακόμα κι όταν την πληγώνουμε είναι για να μην της χαλάσουμε χατίρι. Μας πείθουμε και αυτό γιατί δεν είμαστε μαθημένοι στα «όχι» και κάπως έτσι περνάει το δικό μας, κι ας είναι τις περισσότερες φορές για κακό δικό μας.
Στην πραγματικότητα, δεν είμαστε και τόσο αθώοι με τα «εγκλήματα» που επιλέγουμε να κάνουμε στον εαυτό μας. Στην πραγματικότητα εμείς προσεγγίζουμε τον/ τους «δολοφόνους» μας. Κι όχι, δεν έχουμε απαραίτητα τάσεις αυτοκαταστροφής, ούτε θέλουμε απαραιτήτως να το φάμε το κεφάλι μας, αλλά να, περιμένουμε και ελπίζουμε πάντα για το κάτι καλύτερο – επιλέγοντας τελικά το ακατάλληλο ή αν θες πες καλύτερα τους «ακατάλληλους» για εμάς ανθρώπους.
Το αυτομαστίγωμα δεν θα γίνει ποτέ χάδι
Με την ίδια υπεροπτική λογική, κι όλη την ειρωνεία που χωρά εκείνο το αυτομαστίγωμα που λογαριάζουμε ως χάδι, μας στριμώχνουμε και τελικά μάντεψε; Μας πιέζουμε.
Απαιτούμε πολλά από μας –υπερβολικά πολλά, υπερβολικά δύσκολα– και δε μας επιτρέπουμε να εγκαταλείψουμε τον αγώνα, ούτε καν μια στάση για νερό, ακόμα κι αν τα γόνατα μας δε μας κρατάνε πια. Ακόμα κι αν όλα βροντοφωνάζουν πως το μέλλον και ιδιαιτέρως το παρόν κάτι άλλο προορίζει για εμάς. Κάτι πιο σωστό, κάτι πιο ρεαλιστικό, κάτι πιο αληθινό. Κάτι πιο κατάλληλο.
Θα μείνεις μέχρι να σε διώξουν ή πάει και πιο κάτω;
Ας φάμε τα μούτρα μας λοιπόν. Ας πέσουμε κι ας γεμίσουμε γρατσουνιές. Θα τις φροντίσουμε μετά όπως κάνουμε πάντα, με παυσίπονα ή τσιρότα αρκεί να ξέρουμε πως το ζήσαμε και αυτό. Αρκεί να ξέρουμε πως αντέχουμε ακόμα. Η μήπως όχι; Η μήπως όλα λάθος και εδώ; Η μήπως όλα ακατάλληλα;
Κάποτε ήμασταν, ήσουν και είμαι, βλέπεις, αρκετά ανεκτικοί. Πλέον; Πλέον καλύτερα να πούμε πως όχι.
Ίσως να μη μας χρωστάμε τελικά περισσότερη αντοχή, παρά μόνο ειλικρινή αγάπη. Ίσως η κατανόηση των αδυναμιών και των ορίων μας να είναι το πιο σημαντικό από οτιδήποτε άλλο. Ίσως πρέπει απλά να κατανοήσουμε πως τα «φεύγω» είναι πιο θαρραλέα , όταν στα «μένω» ασφυκτιούμε τρομακτικά πολύ. Και τα «δεν μπορώ» με την σειρά τους δεν είναι δειλά, μα πιο πολύ θαρραλέα θα έλεγα και από τα «θα μπορέσω, ακόμα κι αν χάσω εμένα για να τα καταφέρω».
Εξάλλου, πάρε το χαμπάρι και μην το προσπερνάς πως ό,τι πιέζεται, στριμώχνεται και σίγουρα δεν έχει στο τέλος το χώρο να αναπνεύσει.
Σου οφείλεις μια κατάλληλη αγάπη λοιπόν, από όπου κι αν προέρχεται. Μια αγάπη ελεύθερη, που να καταλαβαίνει και κυρίως να κατανοεί. Μια αγάπη που να μπορεί να υποχωρεί, να επιμένει και να αποχωρεί αν τελικά χρειαστεί.
Μια αγάπη που να θέλει να αγαπήσει και να αγαπηθεί. Μια αγάπη φιλελεύθερη και κυρίως αυθεντική. Επανέλαβε