Αγαπημένοι αναγνώστες διηγούνται ιστορίες με τα αγαπημένα τους κατοικίδια. Πώς γνωρίστηκαν και πως είναι η ζωή μαζί τους.
Φένια & Λούση
Η ιστορία μου ξεκινάει με τη Λούση 11 χρόνια πριν, στη Νέα Μάκρη. Μπήκα ένα ωραίο πρωί να αγοράσω φαγητό για το κουνέλι μου και την είδα σε ένα κλουβάκι, δύο μηνών τότε, να μου χοροπηδάει. Πήρα τη Λούση, ξέχασα το φαγητό του κουνελιού. Λούση την ονόμασα από την αγαπημένη μου πρωταγωνίστρια Lucille Ball. Μία λευκή μπαλίτσα που έφαγε όλα μου τα παπούτσια, CD, κάλτσες και εσώρουχα για τα επόμενα τρία χρόνια. Μετά ως δια μαγείας ηρέμησε και καταφέραμε να συνεννοηθούμε. Έχουμε αλλάξει τρία σπίτια μαζί, έχουμε μείνει ατελείωτες ώρες μόνες αγκαλιά απλά να μιλάμε. Και το εννοώ να μιλάμε, γιατί πλέον μιλάμε με τα μάτια. Όταν ένα χρόνο πριν έμεινε έγκυος για πρώτη φορά και εντελώς κατά τύχη (ευτυχώς όμως με σκυλάκο που της μοιάζει), φοβήθηκα πολύ λόγω της ηλικίας της. Δεν είναι και μικρή. Στις 28 Σεπτέμβρη του 2013 γέννησε αυτά τα τρία μπουμπούδια, δύο αγόρια, ένα κορίτσι. Ενώ στην εγκυμοσύνη της ανησυχούσα για το τι θα τα κάνω τόσα σκυλιά και ποιος θα τα θέλει, ξαφνικά βρέθηκα να τσακώνομαι με τους φίλους μου γιατί ΟΛΟΙ τα ήθελαν! Αποφάσισα τρεις μήνες μετά να τα δώσω σε τρία πολύ αγαπημένους μου ανθρώπους, για να ξέρω ότι θα περάσουν καλά, αλλά και πάνω απ’ όλα για να τα βλέπω να μεγαλώνουν. Αυτοί όμως οι τρεις μήνες ήταν το απίστευτο τσίρκο, με τρεις λευκές μπαλίτσες να τρέχουν γύρω γύρω, να παίζουν όλη μέρα, να τρώνε τα πάντα, να γρυλίζουν, κι όταν τολμούσα να κλείσω την πόρτα μου για να κοιμηθώ, να κλαίνε απ΄ έξω για να τους ανοίξω. Πλέον τα βλέπω μια- δυο φορές το μήνα μαζί με τη Λούση, που μεταξύ μας δεν τους δίνει σημασία πια, προτιμά να την αράζει στα πόδια μου, γιατί έχει γίνει και πολύ τεμπέλα παρεπιπτόντως, εκτός αν πρόκειται για φαγητό, εκεί όλα αλλάζουν! Συνεχίζουμε παρέα, μένουμε παρέα, κάνουμε παρέα ελπίζω για πολλά χρόνια ακόμα.
Πολίνα & Φλίκα
Η Φλίκα μπήκε στην ζωή μου τον Απρίλιο του 2003. Ήταν 2 μηνών και τόσο μικρή που χωρούσε μέσα στο μπουφάν του φίλου που την έφερε. Όταν άνοιξε το φερμουάρ και ξεπρόβαλε το μικροσκοπικό της κεφάλι, την ερωτεύτηκα αμέσως. Δεν είχα ιδέα ούτε τι ράτσα ήταν, ούτε από που κρατούσε η σκούφια της, όμως δεν με πολυένοιαζε.. Χρόνια μετά, έτσι για την ιστορία, έμαθα ότι ανήκει στην Ελληνική φυλή Κοκκόνι. Με την Φλίκα είμαστε μαζί όλα αυτά τα χρόνια, σε ωραίες και άσχημες στιγμές της ζωής μου. Αλλάξαμε σπίτια, άλλα ζώα μπήκαν και βγήκαν από την ζωή μας, έχουμε πάει διακοπές, θυμάμαι την πρώτη φορά που όρμησε στην θάλασσα, όταν γαύγισε για πρώτη φορά (και μετά δεν σταμάτησε ποτέ), όταν έμαθε να περπατάει με το λουρί. Αυτή την στιγμή συμβιώνουμε με δύο γάτες αλλά δεν μου κρατάει κακία γι’ αυτό. Απλά τις ανέχεται και μιας και είναι τρομερά ζηλιάρα έχει θέσει τα δικά της όρια στο πόσο κοντά μου μπορούν να έρθουν αλλά και στο πόσο κοντά της όταν είναι η ώρα του φαγητού. Όταν είμαστε σπίτι είναι κυριολεκτικά η σκιά μου. Αράζουμε στον καναπέ και κοιμάται εντελώς κολλημένη επάνω μου, σε σημείο ασφυξίας. Είναι η μόνη που επιτρέπεται να κοιμάται κάπου κάπου στο κρεβάτι μου και ο μόνος λόγος που μπαίνω στην κουζίνα. Για να ΤΗΣ μαγειρέψω. Στο αυτοκίνητο ανεβαίνει στην εταζέρα για να βλέπει έξω και να γαυγίζει στα περαστικά σκυλιά, αλλιώς εξαφανίζεται στα έγκατα του port-baggage.
Αθηνά & Μπίλυ Μαγκάιβερ
Εγώ ένα κόκκαλο πήγα να πάρω παραμονή Πρωτοχρονιάς για να το βάλουμε στην κάλτσα της Τζουντούλας και κατέληξα αγκαλιά με μιά κούτα. Χαρίζεται κουτάβι μεσαίου μεγέθους έγραφε απέξω (μεγάάάλη πλάνη) και κοιτώντας μέσα είδα μιά φάτσα και δυο αυτιά. Αυτό ήταν. Έβαλα τα κλάμματα, περίμενα λίγο μπας και το πάρει κανείς αλλά τίποτα. Πήρα την κούτα, πήρα το κόκκαλο και έφυγα. Εννέα χρόνια μετά ο Μπίλυ Μαγκάιβερ (Μπίλυ από Βασίλης και Μαγκάιβερ επειδή δραπέτευε από παντού) είναι μάλλον το μόνο σταθερό πράγμα στη ζωή μου (οικογένεια δηλαδή), είναι η απόλυτη καζούρα που θα κάνω για πάντα στον Γιάννη, τον κτηνίατρο μας, ο οποίος πίστευε ότι το σκυλί θα γίνει το πολύ 15 κιλά (15 ήταν όταν έγινε 5 μηνών, τώρα είναι σχεδόν 35!), είναι αυτός που μου έμαθε να κάνω υπομονή, να μη θυμώνω και πάνω απ’ όλα να προσπαθώ να καταλαβαίνω (άπειρες ώρες με την εκπαιδεύτρια στο τηλέφωνο για να βγάλουμε άκρη, εντάξει βέβαια, μιλάει και πολύ η Ελένη), είναι μια ωραία καλημέρα κάθε μέρα και είναι και μια γλυκύτατη γκρίνια που θες να το σφάξεις πολλές φορές αλλά τι να κάνεις; αυτό σου ‘λαχε και το αγαπάς το σκασμένο.
Μαλίγια & Τρούφα
Μία Κυριακή πριν από πέντε και πλέον χρόνια η οικογένεια μας έχασε το τετράποδο μέλος της από ατύχημα που συνέβη ακριβώς κάτω από τη πολυκατοικία μας. Σε μια κακιά στιγμή η γλυκειά μας Μπράουνι, ένα μικρόσωμο γιόρκι, τρομάζει, ξεφεύγει από το λουρί και την χτυπάει αμάξι που διέρχεται με μεγάλη ταχύτητα. Όποιος έχει βιώσει απώλεια ζώου γνωρίζει πολύ καλά ότι δεν θες καν να γυρίσεις σπίτι γιατί ξέρεις ότι η χαρούμενη ουρίτσα που πάντα σε περίμενε πίσω από την πόρτα δεν θα είναι πια εκεί. Οι μέρες περνούσαν, το κλάμα δεν σταμάταγε και ξαφνικά καθώς ήμουν στην τότε part-time δουλειά μου όντας φοιτήτρια ακόμα που ήθελε να βγάλει το χαρτζιλίκι της, πέφτει στα χέρια μου η εφημερίδα με τις αγγελίες, έψαχνε η συνάδελφος μου σπίτι. Δε ξέρω ποιος ή τι με φωτισε και γυρνάω στις σελίδες με τα ζωά. Και παθαίνω σοκ! Μπροστά μου μια αγγελία που συνοδευόταν από φωτογραφία. Μία φωτογραφία με δύο γιορκίνια αδερφάκια, ένα αγοράκι κι ένα κοριτσάκι και το ένα φτυστό η Μπράουνι όταν ήταν μωρό! Αγνοώ το ακατάλληλο της ώρας και παίρνω άμεσα τηλέφωνο στο ξένο σπίτι! Έπρεπε να μάθω ποιο από τα δύο ήταν το κοριτσάκι. Και επειδή φυσικά και πάλι έκλαιγα, η γυναίκα προφανώς με λυπήθηκε και περίμενε να σχολάσω για να πάω το ίδιο βράδυ με τον καλό μου στην άλλη άκρη της Αθήνας να δούμε το μωρό. Όχι δεν ήταν η Μπράουνι, παρόλο που το “φτυστό” της στη φωτογραφία ήταν το κοριτσάκι. Υπέφερα ακόμα τόσο πολύ, που και ιπτάμενο ροζ μονόκερο με χρυσαφένια χαίτη να μου έδειχνες, εγώ θα αδιαφορούσα. Όμως γι’ αυτό το μικροσκοπικό πλασματάκι ήμουν ήδη η νέα του μανούλα. Μία σταλίτσα μισού κιλού με πλησίασε και μου έκανε χαρούλες χωρίς να με έχει ξαναδεί ποτέ. Κάθισα κάτω κι ήρθε κοντά μας. Ήμουν τόσο μπερδεμένη. Ακολούθησαν άλλες δύο επισκέψεις μέχρι η στρογγυλή καστανή μπαλίτσα να γίνει δύο μηνών. Κι επειδή ο πόνος και η αγάπη περνάνε μόνο με αγάπη, η στρογγυλή καστανή μπαλίτσα που έμοιαζε με τρούφα έγινε η δικιά μας Τρούφα και είναι μαζί μας μέχρι σήμερα. Είναι η καλύτερη μας φίλη, το χνουδωτό παιδάκι μας με τα τέσσερα πατουσάκια και την υγρή μουσουδίτσα, το μέλος της οικογένειας με το μαγικό όπλο – σούπερ κουνιστή ουρά που κάνει τα πάντα να περνάνε και το πλασματάκι που μας έμαθε τι θα πει υπευθυνότητα και ανιδιοτελής αγάπη. Τρουφάκι μου σ΄αγαπάμε πολύ, κι ας είσαι σαν ποντικάκι κι ας ζυγίζεις λιγότερο από το φαγητό που καταναλώνει ο μέσος άνθρωπος.
Μαριάννα & Rudy
Πάντα αγαπούσα τα ζωάκια. Ήταν το παιδικό μου “θέλω” μια ζωή. “Μαμά θέλω ένα σκύλο¨. Η απάντηση πάντα ίδια. «Μένουμε σε διαμέρισμα και δεν επιτρέπεται, δεν μπορούμε, δεν είσαι ακόμα μεγάλη να τον φροντίζεις…». Η ιδέα ξεχάστηκε και είχα περιοριστεί στο να μοιράζω φαγητά σε αδέσποτα οπότε έβρισκα στους δρόμους στα Πατησία που μεγάλωσα. Όμως μια μέρα έμενε να ανατραπούν όλα αυτά, και από την ίδια μου την μητέρα, όταν μπήκε στο γραφείο μου με μια κούτα, ρωτώντας με ποιο είναι το τηλέφωνο της φιλοζωικής. Έτρεμε ολόκληρη περιγράφοντας πως ενώ ερχόταν στο γραφείο, πετάχτηκαν 2-3 σκυλάκια, και ενώ έφυγαν όλα, ένα είχε μείνει να γαυγίζει με τσαμπουκά στα αυτοκίνητα, τα οποία το προσπερνούσαν με αδιαφορία. Άνοιξα την κούτα και είδα μια μικρή χνουδόμπαλλα να γαυγίζει με μένος. Δεν νομίζω να μου είχε ξανασυμβεί, όμως ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά. Χωρίς σκέψη είπα αυτός θα μείνει μαζί μου. Πήρα τηλέφωνο τον σύζυγό μου, που τότε ετοιμαζόμασταν να μετακομίσουμε στην Πεντέλη. «Γιάννη βρήκα ένα σκυλάκι να το φέρω πάνω;» Ξέροντας την εμμονή μου με τα ζώα, του είχα πάει ήδη τέσσερις γάτες αδέσποτες πάνω στο σπίτι μου. Απάντησε θετικά, μη γνωρίζοντας και ο ίδιος ότι ο Rudy δεν ήταν εύκολη υπόθεση, ούτε άλλο ένα ανεξάρτητο γατάκι, αλλά σαν ένα παιδί. Περάσαμε όλες τις φάσεις του πρωτάρη σκύλο-αφεντικού. Να μας ξυπνάει από το πρωί στις έξι, να τρώει έπιπλα, κουρτίνες, κάθε λογής αντικείμενα. Νομίζαμε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά μαζί του και φωνάξαμε εκπαιδευτή να τον “συμμορφώσει”. Στην ουσία όμως συμμόρφωση θέλαμε εμείς. Όπως μας εξήγησε ο Κώστας (εκπαιδευτής – και πλέον φίλος) “εσείς πρέπει να μάθετε τη γλώσσα του και όχι αυτός. Εσείς είστε η αγέλη του και εσείς πρέπει να του τα μάθετε όλα σιγά σιγά.» Η σχέση μας πλέον είχε μεταλλαχθεί. Ο Rudy όλο και μεγάλωνε, αλλά ταίριαζε πια στον χώρο του. Οι βόλτες στο βουνό έγιναν ατελείωτες, (αν και ακόμα κυνηγάμε τις καημένες τις πέρδικες). Αυτή ειναι η ιστορία του πρώτου μου σκύλου, ενός ημίαιμου γκέκα, που η λευκή (ελατωματική) πατούσα του, τον κάνει τόσο μοναδικό όσο είναι και η μεταξύ μας αγάπη. Πριν κλείσει η χρονιά του 2010, βρήκαμε και μία ημίαιμη αδέσποτη μποξερίνα, την Izy, και πριν λίγους μήνες προστέθηκε στην αγέλη μας και μια ημίαιμη τσοπανοσκυλίτσα η “Yupi”. Πλέον είμαστε εμείς, και οι 3 σωματοφύλακες μας.
Μαρία & the dog band
Μαρία Γέρουλα, η δημιουργός του MY scarf με τα τρία σκυλιά της. Από αριστερά, Daisy 7 ετών, ο αρχηγός του σπιτιού. Ενα κοκεράκι που ήρθε στα χέρια μας μόλις λίγων ημερών και μας εντυπωσίασε από την πρώτη στιγμή ένα πολύ ιδιαίτερο πλάσμα. Duffy, κόκερ και αυτό, περίπου 15 ετών, το αγόρι της παρέας. Τον είχαν εγκαταλείψε στο Πήλιο. Ένα ζώο που είχε χάσει την εμπιστοσύνη του στους ανθρώπους και περιπλανιόταν για πολλούς μήνες στο βουνό σε άσχημη και άγρια κατάσταση. Από την ώρα που τον πήραμε μεταμορφώθηκε σε έναν ορκισμένο προστάτη μας θα έλεγα. Όλη μέρα προσπαθεί να δείξει την αγάπη και την ευγνωμοσύνη του, μία γλύκα γεμάτη συναίσθημα. Και ο τρίτος της παρέας η Clarabelle ( τα ονόματα και των τριών από ήρωες του Disney, επιλογές των παιδιών μου). Η Clara σχεδόν 2 ετών σήμερα. Την βρήκα ένα βράδυ μαζί με τον αδερφό της στην Εθνική οδό Αθηνών- Λαμίας. Κάποιος είχε αφήσει εκεί τα κουτάβια πολύ άρρωστα, με την ελπίδα να τα πατήσει κάποιο αυτοκίνητο. Δεν πέτυχε τον στόχο του όμως, και η Clara σήμερα είναι ένα χαρούμενο υγιέστατο πλάσμα γεμάτο ενέργεια, πονηριά και σκανδαλιά! Και τα τρία μένουν στο σπίτι μαζί μας απόλυτα εξοικειωμένα στις συνθήκες και στον τρόπο ζωής μας. Μας ακολουθούν παντού σε ταξίδια, διακοπές ακόμα και στην δουλειά. Πολλές φορές όταν είμαι στον χώρο εργασίας μου, μένουν μαζί μου για ώρες περιμένοντας υπομονετικά να τελειώσω, η καλύτερη παρέα που δεν σε αγχώνει ποτέ. Έχουμε μία τέλεια συγκατοίκιση που γεμίζει εμένα και την οικογενειά μου αγάπη, χαρά, ενέργεια και όμορφες στιγμές. Δεν μπορώ να καταλάβω πως κάποιοι μπορούν και τα κακοποιούν, τα εγκαταλείπουν, τα μισούν.
Νικολέτα & Ραλφ
Τον Μάρτιο του 2010 πήρα απόφαση να πάρω έναν σκύλο. Ζήτησα από τον φίλο μου Μάνο να μου ποστάρει φωτογραφίες στο facebook από την φιλοζωική Βριλησσίων. Μέσα στον χαμό των φωτογραφιών βλέπω έναν γκριζόασπρο κουταβάκο, με τσαλακωμένο το ένα αυτί. Να μην τα πολυλογώ, μετά από τρεις μέρες γίναμε οικογένεια. Θυμάμαι όλες τις πρώτες φορές που έκανε το οτιδήποτε και οι περισσότερες φυσικά είχαν κωμική κατάληξη. Το χειρότερο μου ήταν όταν πριν από δυο χρόνια είχε μπει ένα αγκάθι στο στόμα του κι έπρεπε ο κτηνίατρος να του κάνει μέθη για να το αφαιρέσει. Μέχρι να συνέλθει από τη νάρκωση είχα χάσει το χρώμα και τη λαλιά μου. Κάθε μέρα που περνάει είναι και μια καινούρια ιστορία με τον Ραλφ. Είναι ό,τι καλύτερο μου έχει συμβεί και εννοείται δεν θα τον άλλαζα με τίποτα και κανέναν στον κόσμο.
Celina & Barça
Είμαι η κλασική περίπτωση του παιδιού που πάντα ήθελε σκύλο και οι γονείς δεν του παίρνανε. Μεγάλος καημός. Γι’ αυτό και πριν 4 χρόνια, όταν πλέον πήγα σε δικό μου σπίτι και ανέλαβα εξ’ ολοκλήρου τη ζωή μου και τις υποχρεώσεις μου, άρχισα πλέον να σκέφτομαι σοβαρά το να αποκτήσω έναν τετράποδο συγκάτοικο. Εκείνη την εποχή γεννούσε το beagle μιας φίλης και σε περίπου 40 ημέρες θα είχα ένα από τα κουτάβια. Πήγα κι εγώ λοιπόν σε ένα μεγάλο pet shop για να δω από κοντά τη ράτσα. Αυτό ήταν. Την είδα εκεί, να με κοιτάει με τα πελώρια μάτια της, φοβισμένη και μικρή, μια μπουκίτσα! Την αγάπησα αμέσως. Την έκανα συγκάτοικο χωρίς δεύτερη σκέψη. Ο πρώτος χρόνος με την Barça ήταν δύσκολος, μου είχε καταστρέψει σχεδόν τα πάντα και σίγουρα θα νόμιζε ότι το όνομά της ήταν “Μη!”. Μέχρι να φτάσουμε στο σημείο να επικοινωνήσουμε περάσαμε πολλά. Με τον καιρό το δέσιμο έγινε τεράστιο, είμαστε παντού μαζί, στις χαρές, στις λύπες, στους καφέδες, στις διακοπές, στα βουνά, στη θάλασσα, μέχρι και rafting έχουμε κάνει μαζί! Χρειάζεται μια ματιά για να καταλάβουμε τι θέλει η μία από την άλλη, είναι η πιο δυνατή και αληθινή σχέση που έχω αναπτύξει μέχρι σήμερα. Το μόνο που μετανιώνω είναι ότι δεν έσωσα μια ψυχή, αλλά επέλεξα την αγορά. Πού ξερεις όμως, μπορεί και να έσωσα τελικώς. Εμένα πάντως με σώζει καθημερινά από έναν κόσμο που χωρίς εκείνη θα ήταν πεζός και το χειρότερο, δε θα το ήξερα!
Αργυρώ & the cat gang
Όλη μου τη ζωή αυτοπροσδιοριζόμουν ως “σκυλού”. Όχι λόγω ακουσμάτων, αλλά λόγω προτίμησης στα εν λόγω κατοικίδια. Ήμουν μόλις λίγων ημερών όταν πήραμε το πρώτο μας σκυλάκι, τον Ορφέα, ο οποίος ήταν συνομήλικός μου. Πόσες και πόσες φορές με πέτυχαν οι δικοί μου να τρώω από το πιατάκι του! Ο παιδίατρος τους διαβεβαίωνε ότι δε διατρέχω κίνδυνο, αποκτώ αντισώματα. Ευτυχώς αυτές οι κακές συνήθειες δεν έμελλαν να στιγματίσουν τις μελλοντικές διατροφικές μου. Ακολούθησαν άλλοι δύο «Ορφέες». Ο ένας έφυγε νωρίς και άδικα, ο άλλος πλήρης ημερών, σχεδόν 19 χρονών γεράκος. (Το κόλλημα με το όνομα ήταν λόγω της ομώνυμης ποδοσφαιρικής ομάδας του Αιγάλεω, μεγάλες στιγμές). Μετά από την τελευταία απώλεια, είχαμε σχεδόν υποσχεθεί στον εαυτό μας ότι δε θα ξαναπάρουμε σκυλί. Μεγάλος ο πόνος σε κάθε αντίο. Κι ήταν πέρυσι την άνοιξη, όταν ξαφνικά σαν δώρο μου δόθηκε το πρώτο μου γατί. Εγώ και μία γάτα, πιο μικρή κι από τη χούφτα μου. Και φυσικά, να μη ξέρω πώς να της φερθώ, να μη ξέρω πώς να την ταϊσω, καθότι γάτες δεν είχα ποτέ και μάλιστα ένιωθα ότι υπήρχε μία αμοιβαία αποφυγή με τα εν λόγω αιλουροειδή. Αυτά κρύβονταν όταν περνούσα, εγώ έκανα πάντα -μάταια- ένα ψιψιψιτ; μπας και, αλλά μόλις έτρεχαν μακριά, αυτό γινόταν ξξξιτ και σκασίλα μου μεγάλη. Πώς να κερδίσεις μία γάτα; Με τόσους αστικούς μύθους να κυκλοφορούν, πως δεν ακούν το όνομά τους, έρχονται σ’ εσένα μόνο για να φάνε ή όταν σε κάνουν κέφι και τόσα άλλα. Πώς να συγκριθεί με την σχεδόν άγια εικόνα που είχα για τους παντοτινούς συντρόφους μου, τους σκύλους! Πορτοκαλί χνουδόμπαλα με ροζ μυτούλα. Κοιμόταν πάνω στο κεφάλι μου. Ερχόταν και φύτευε αγκαλιές σε κάθε γωνία των χεριών. Σάνσα τ’ όνομά του, καθότι δεν μπορούσα να ξεχωρίσω αν είναι θηλυκό ή αρσενικό και λόγω φανατικής προσήλωσης στο Game of Thrones, βεβαίως βεβαίως. Τρεις εβδομάδες αργότερα, μία επίσκεψη αναπάντεχη θα έβαζε τέρμα στις ψυχαναγκαστικές προλήψεις μου. Την αρχική μου αντίδραση να φτύσω τον κόρφο μου όταν είδα ένα κατάμαυρο γατάκι με ολοπράσινα μάτια, διαδέχτηκε η ανάγκη να το υιοθετήσω για να κάνει παρέα στην (ακόμα τον θεωρούσα θηλυκού γένους (Σάνσα). Ο Νίντζα λοιπόν και ο Σάνσα λατρεύουν να αιφνιδιάζουν ο ένας τον άλλον, όπως ο επιθεωρητής Κλουζώ και ο Κέητο. Ακόμα και ο πιο μελαγχολικός παρατηρητής μπορεί να ξεκαρδιστεί βλέποντάς τους σηκωμένους στα δύο πίσω πόδια να παλεύουν. Ο Σάνσα έχει αρχηγικές ικανότητες. Επίσης, είναι ο ορισμός του γατιού. Έρχεται όποτε γουστάρει. Αν όντως έρθει, θα ξαπλώσει πάνω στην κοιλιά σου, γύρω στον λαιμό σου σαν φουλάρι, στο μαξιλάρι σου σαν άνθρωπος. Αλλά άμα δεν είναι σε φάση και πας να τον αγκαλιάσεις, θ’ ακούσεις τέτοια μανούρα που θα μετανιώσεις την ώρα και τη στιγμή. Ο Νίντζα, έχει ψυχή σκύλου. Του αρέσει να του πετάς το μπαλάκι και να στο φέρνει. Κάθεται ανάσκελα στην αγκαλιά σου και κλείνει τα μάτια σαν μωρό στο νανούρισμα. Έρχεται και βάζει τα χέρια του γύρω από τον λαιμό σου και ακουμπάει τα χειλάκια του στο μάγουλο. Σου κάνει μασάζ αν σε δει στεναχωρημένο. Ενίοτε σού πιπιλάει και το μπλουζάκι. Ο Σάνσα και ο Νίντζα ήταν μόνο η αρχή. Στο καινούριο σπίτι όπου και μετακομίσαμε, μετά από λίγες μέρες, μας βρήκε ένας πιο μεγάλος χνουδάτος πορτοκαλί γάτος, ο Καμύ. Τον βγάλαμε έτσι, επειδή αρχικά τον φωνάζαμε ‘ο Ξένος’. Λίγες μέρες μετά τον Καμύ, βρήκαμε ένα γκρι μικράκι που έκλαιγε, φοβόταν και κρυβόταν πίσω από ένα δεντράκι. Το βγάλαμε Γύλλο, για ευνόητους λόγους. Δεν πέρασε πολύς καιρός κι ακούσαμε ένα βραχνό παράπονο, μία φωνή που θύμιζε κάτι ανάμεσα σε δεινοσαυράκι και την Μαρτζ από τους Σίμπσονς. Τον βγάλαμε Μαρτζίρη, είναι ο Βενιαμίν μας. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, σκάει κι ο Χαλακατεβάκης. Ένας χοντρούλης χαδιάρης που άμα πας να του φας το φαϊ σου σκάει φάπα, χωρίς νύχι, γιατί είμαστε τζέντλεμεν. Έτσι περνάνε οι μέρες και οι νύχτες στη Νέα Μάκρη. Τα έξι μας γατάκια μας έφεραν γούρι και περιμένουμε και παιδάκι. Οι εξετάσεις για τοξόπλασμα έδωσαν το πράσινο φως ώστε να τους κάνουμε ένα μικρό σούπερ σπιτάκι στην αποθήκη, να παίζουμε μαζί τους, να τους βάζουμε στα κρυφά όταν κάνει κρύο για ν’ αράζουν μπροστά στο τζάκι. Έχουν πλάκα να μπουρδουκλώνονται στα πόδια σου ενώ διασχίζεις τα δωμάτια, όταν σκαρφαλώνουν πάνω σου ενώ καταλαβαίνουν ότι τους λες ερωτόλογα, όταν κλείνουν τα μάτια και κοιμούνται, όταν σε βλέπουν κι εσένα νυσταγμένο. Και κυρίως, όταν θυμούνται να δείξουν όλη τους την τρυφερότητα, και τα έξι μαζί, όταν δουλεύεις στον υπολογιστή με deadline. Και τώρα τους κοιτάω και τους λέω για εσάς γράφω, ΓΑΤΑΚΙΑ!
Villy και ΜπίναΘυμάμαι μια φίλη που γέλασε όταν πριν χρόνια της περιέγραψα πώς ονειρεύομαι τον εαυτό μου σε καρτ ποστάλ μελλοντικής οικογενειακής ευδαιμονίας: εκείνος κι εγώ, το παιδί κι ένας σκύλος. ‘Ηθελα σκύλο από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Μου άρεσαν όλα τα ζώα, αν μπορούσα θα τα έπαιρνα όλα στο σπίτι, απλά με το σκύλο μου φαινόταν ότι θα μπορούσα να συνεννοηθώ. Κάτι σαν ένα φίλο που θα κάτσεις να τα πεις και θα σε καταλάβει χωρίς να σε ζαλίζει με τα πώς και τα γιατί του. Θα σε αποδεκτεί έτσι όπως είσαι, όπως κάνουν οι αληθινοί φίλοι. Μετά από τεσσεράμισι χρόνια με την Μπίνα, μπερδεύω καμιά φορά τους αληθινούς μου φίλους και αναρωτιέμαι γιατί δεν τρέχουν κι εκείνοι πάνω κάτω φέρνοντάς μου αρκουδάκια στα πόδια κάθε φορά που με βλέπουν. Την Μπίνα την έψαχνα μήνες. Διάβασα στο ίντερνετ για όλες τις ράτσες που υπάρχουν. Αναζητούσα το χαρακτήρα που θα μπορούσε να αντέξει τη συμβίωση σε ένα σπίτι που με έβλεπε λίγες ώρες τότε. Ούτε ήξερα για τα lasha apso. Την απέκτησα στη χειρότερη στιγμή της ζωής μου. Το όνομά της είναι συμβολικό κι εκ των υστέρων έμαθα ότι στα εβραικά σημαίνει “κατανόηση”.Είμαι ευγνόμων στη ζωή μου που υπάρχει. Μου έμαθε πώς είναι να αγαπάς αληθινά, να αποδέχεσαι και να κατανοείς. Και για ό,τι και να συμβαίνει να έχεις ηρεμία, ησυχία και χαρά μέσα σου.
το λάτρεψα αυτό το άρθρο 🙂