Οι “Πρωην”, οι καταστροφες και τα μαθηματα
πρώην ('proin)
επίθετο άκλιτο (ουσιαστικό – επίθετο)
χαρακτηρισμός προηγούμενης ιδιότητας
Οι πρώην. Γενικά και αόριστα.
Ο/η πρώην. Ειδικά και συγκεκριμένα.
Εκείνος/εκείνη που μας κατέστρεψε τη ζωή.
Που μας έκανε να ορκιστούμε οτι δεν θα γίνουμε το ίδιο καριόλα/καριόλης με τα μούτρα …