Τα τελευταία χρόνια, έχουμε δει την αγορά τεχνολογίας στον τομέα του fitness να παρουσιάζει συνεχώς πληθώρα νέων προϊόντων. Από τα smart watches και άλλα wearables, αλλά και εφαρμογές για κινητά και tablets, σχεδιασμένες για άτομα που ασχολούνται με την άσκηση και τη διατροφή.
Οι εφαρμογές αυτές επιτρέπουν στους χρήστες τους να θέτουν στόχους για το βάρος και τη φυσική τους κατάσταση, να εντάξουν στην καθημερινότητα τους νέους τρόπους εκγύμνασης και να μοιραστούν την πρόοδο τους στα μέσα μαζικής δικτύωσης. Μπορεί το κινητό σου όμως να αντικαταστήσει τον διαιτολόγο και την κλασική όπως την έχουμε στο μυαλό μας γυμναστική; Κάποιοι ορκίζονται επ’ αυτού και άλλοι τις θεωρούν απλά τεχνάσματα.
Σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Journal of Medical Internet Research οι εφαρμογές fitness προάγουν σίγουρα θετικές αλλαγές συμπεριφοράς. Επίσης, βρέθηκε ότι αυτές οι εφαρμογές κάνουν πιο εύκολο για τους χρήστες τους να ξεπερνούν κάποια εμπόδια εκγύμνασης όπως η έλλειψη κινήτρου, η οικονομική στενότητα, η αναβλητικότητα κ.α. Ωστόσο, υπάρχουν αρκετές μελέτες που δείχνουν ότι οι εφαρμογές αυτές δεν έχουν την επίδραση στα άτομα για την οποία έχουν σχεδιαστεί. Πιο συγκεκριμένα, μία ομάδα ερευνητών του Πανεπιστημίου Penn ανέλυσε 200 εφαρμογές επί πληρωμή και δωρεάν τόσο στο Google Play όσο και στο Apple iTunes και διαπίστωσε ότι, δεν διέθεταν δραστικές τεχνικές αλλαγής συμπεριφοράς και ότι τέτοιου είδους εφαρμογές ήταν αποτελεσματικές κυρίως, στα άτομα που γυμνάζονταν από πριν και ακολουθούσαν ένα πρόγραμμα διατροφής.
Ένα άλλο πρόβλημα που τίθεται με αυτού του είδους εφαρμογές, είναι η έλλειψη σύνδεσης τους με τις εθνικές συστάσεις φυσικής δραστηριότητας. Σε μία αναφορά 379 εφαρμογών, καμία εφαρμογή δεν ακολουθούσε τις κατευθυντήριες οδηγίες της αερόβιας φυσικής δραστηριότητας παρά μόνο μία ενώ, επτά μόνο από αυτές ακολουθούσαν τις κατευθυντήριες οδηγίες για ασκήσεις αντίστασης με αποτέλεσμα, τα άτομα να μην είναι σε θέση να θέσουν στόχους για αυτό που θεωρείται επαρκής φυσική δραστηριότητα.
Κατά συνέπεια, οι εφαρμογές fitness έχουν τη δυνατότητα να βοηθήσουν τα άτομα, αλλά λόγω του ότι ως επί το πλείστον σχεδιάζονται από ερασιτέχνες ή μη γνώστες του αντικειμένου και η αγορά ή το «κατέβασμα» τους εξαρτάται κυρίως από τη βαθμολογία των χρηστών και το ποσοστό λήψης τους, δεν αποτελούν ακριβείς και σπάνια είναι αποτελεσματικές. Όσον αφορά τις εφαρμογές δίαιτας και διατροφής, οι περισσότερες από αυτές που υποστηρίζουν ότι βελτιώνουν τις διατροφικές συνήθειες των ατόμων, δεν ανταποκρίνονται στις επιστημονικές κατευθυντήριες οδηγίες, σύμφωνα με μελέτη που παρουσιάστηκε στο συνέδριο του American Heart Association το 2016. Στην πραγματικότητα, τα τρία τέταρτα των εφαρμογών που σχετίζονται με τη διατροφή και την υγεία και βρίσκονται στο κατάστημα της Google Play και των iTunes, έλαβαν χαμηλή βαθμολογία επειδή, δεν αναφέρονται στις συνιστώμενες ημερήσιες ποσότητες κατανάλωσης για διάφορες ομάδες τροφίμων όπως, λαχανικά, φρούτα, δημητριακά, γαλακτοκομικά και πρωτεΐνη.
Επιπλέον, μέχρι στιγμής, δεν υπάρχουν διαθέσιμες εφαρμογές που να είναι σχεδιασμένες ειδικά για την αθλητική διατροφή, που σημαίνει ότι, τα άτομα που αθλούνται είναι αναγκασμένα να χρησιμοποιούν αντ’ αυτού, εφαρμογές σχεδιασμένες για μία απλή διατροφή που είναι μόνο για απώλεια βάρους. Αυτό παρουσιάζει ένα σημαντικό χάσμα στην αγορά καθώς, η αθλητική διατροφή έχει συγκεκριμένες απαιτήσεις, που θα έπρεπε να τονίζονται σε μία τέτοια εφαρμογή όπως, η ώρα πρόσληψης φαγητού (συγκεκριμένα πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την άσκηση), η χρήση αθλητικών ποτών ή τροφίμων αλλά και εργονομικών συμπληρωμάτων (π.χ. να καταγράφεται η ποσότητα καφεΐνης που καταναλώνεται), το ενεργειακό ισοζύγιο, συμπεριλαμβανομένων των σημείων χαμηλής ενεργειακής διαθεσιμότητας (π.χ. έμμηνος ρύση) και η ικανότητα χειρισμού των στόχων σε θρεπτικά συστατικά με βάση την προπόνηση (π.χ. φόρτιση υδατανθράκων, ενυδάτωση και διατροφή ανάκτησης).
Παρ’ όλα αυτά, η άμεση καταγραφή που προσφέρουν αυτές οι εφαρμογές μετά την κατανάλωση φαγητού, οδηγεί στο να μη βασίζεται το άτομο στη μνήμη του, κάτι που είναι εμφανώς προβληματικό στις παραδοσιακές μεθόδους διατροφικής αξιολόγησης. Ακόμα, σε πρόσφατη έρευνα των Wharton et al, βρέθηκε μεγαλύτερη προσήλωση στη διατροφική παρακολούθηση στα άτομα που χρησιμοποιούσαν κάποιο diet app.
Συνοψίζοντας, οι περισσότερες εφαρμογές αν και βοηθούν στην αλλαγή διατροφικής συμπεριφοράς και την ενίσχυση της φυσικής δραστηριότητας, δεν είναι απόλυτα ασφαλείς και ακριβείς. Χρειάζονται σίγουρα, στο άμεσο μέλλον να βελτιωθούν, καθώς θα μπορούσαν να αποτελούν ένα χρήσιμο εργαλείο για το σύστημα υγείας της κοινωνίας.