Το είχα πρωτοδιαβάσει το 2006 μια βαρετή Κυριακή, το είχα τυπώσει το πρωί της Δευτέρας στη δουλειά, το έβαλα στο πορτοφόλι μου και το ξέχασα. Ένα βράδυ Κυριακής που περίμενα στο Μπρίκι την φίλη μου την Αργυρώ το ανακάλυψα ξανά και μετά το ξέχασα πάλι. Σήμερα -Κυριακή αγκέν- είδα αυτή τη φώτο και το μόνο που σκέφτηκα είναι το Λαχταρώ της Sarah Kane. Το τύπωσα ξανά. Θα το κάνω κορνίζα να τελειώνουμε. Και την φωτογραφία μαζί.
Εγώ θέλω να κοιμάμαι πλάι σου. Και να παίζουμε κρυφτό και να σου δίνω τα ρούχα μου και να σου λέω πόσο μ’ αρέσουν τα παπούτσια σου και να κάθομαι στα σκαλιά ώσπου να κάνεις μπάνιο και να σου τρίβω το σβέρκο και να σου φιλάω τα πόδια και να σε κρατάω απ’ το χέρι και να βγαίνουμε για φαγητό και να μη με νοιάζει που τρως το δικό μου και να σε συναντώ στου Ρούντυ και να μιλάμε για τον καιρό και να πληκτρολογώ τα γράμματά σου και να κουβαλάω τα πράγματά σου και να γελάω με την παράνοιά σου και να σου δίνω κασέτες που δεν τις ακούς και να βλέπουμε σπουδαίες ταινίες και να βλέπουμε άθλιες ταινίες και να γκρινιάζουμε για το ραδιόφωνο και να σε βγάζω φωτογραφίες όταν κοιμάσαι και να σηκώνομαι για να σου φέρνω καφέ και κουλούρια και κρουασάν και να πηγαίνουμε για καφέ στο Φλοράντ τα μεσάνυχτα και να σου λέω τι είδα στην τηλεόραση το προηγούμενο βράδυ και να σε πηγαίνω στον οφθαλμίατρο και να μη γελάω με τα αστεία σου και να σε θέλω το πρωί μα να σ’ αφήνω να κοιμηθείς λίγο ακόμα και να φιλάω την πλάτη σου και να χαϊδεύω το δέρμα σου και να σου λέω πόσο μ’ αρέσουν τα μαλλιά σου, τα μάτια σου, τα χείλη σου, ο λαιμός σου, το στήθος σου, ο κώλος σου και να περιμένω στα σκαλιά καπνίζοντας μέχρι να γυρίσει σπίτι ο γείτονάς σου και να περιμένω στα σκαλιά καπνίζοντας μέχρι να γυρίσεις σπίτι εσύ και να ανησυχώ όταν αργείς και να ξαφνιάζομαι όταν έρχεσαι νωρίς και να σου δίνω ηλιοτρόπια και να πηγαίνω στο πάρτι σου και να μετανιώνω όταν κάνω λάθος και να κοιτάω τις φωτογραφίες σου και να παρακαλάω να σε ήξερα μια ζωή και ν’ ακούω τη φωνή σου στα αυτιά μου και να νιώθω το δέρμα σου στο δέρμα μου και να τρομάζω όταν θυμώνεις και το ένα σου μάτι έχει γίνει κόκκινο και το άλλο γαλάζιο και η χωρίστρα σου στα αριστερά και το πρόσωπο σου σαν Κινέζου και να σου λέω ότι είσαι πανέμορφη και να σε αγκαλιάζω όταν αγχώνεσαι και να σε κρατάω όταν πονάς και να σε θέλω όταν σε μυρίζω και να σε πληγώνω όταν σε αγγίζω και να κλαψουρίζω όταν είμαι δίπλα σου και να κλαψουρίζω όταν δεν είμαι και να μου τρέχουν τα σάλια στο στήθος σου και να σε πνίγω τη νύχτα και να κρυώνω όταν παίρνεις την κουβέρτα και να ζεσταίνομαι όταν δεν την παίρνεις και να λιώνω όταν χαμογελάς και να διαλύομαι όταν γελάς και να μην καταλαβαίνω γιατί νομίζεις ότι σε απορρίπτω όταν δε σε απορρίπτω και να αναρωτιέμαι πως σου πέρασε απ’ το μυαλό ότι θα μπορούσα ποτέ να σ’ απορρίψω και να αναρωτιέμαι ποια είσαι αλλά να σε δέχομαι ούτως ή άλλως και να σου λέω για το μαγεμένο ξωτικό του δάσους που διέσχισε πετώντας τον ωκεανό επειδή σε αγαπούσε και να σου γράφω ποιήματα και να αναρωτιέμαι γιατί δε με πιστεύεις και να αισθάνομαι κάτι τόσο βαθύ που να μη βρίσκω λόγια να το περιγράψω και να θέλω να σου αγοράσω ένα γατάκι το οποίο θα ζηλεύω επειδή θα το προσέχεις περισσότερο από μένα και να σε κρατάω στο κρεβάτι όταν πρέπει να φύγεις και να κλαίω σα μικρό παιδί όταν τελικά το κάνεις και να σου αγοράζω δώρα που δε θέλεις και να τα παίρνω πάλι πίσω και να σου ζητάω να με παντρευτείς και να λες πάλι όχι αλλά να συνεχίζω να στο ζητάω επειδή αν και νομίζεις ότι δεν το εννοώ πάντα το εννοούσα από την πρώτη φορά που στο ζήτησα Και να τριγυρίζω στη πόλη και να τη νοιώθω άδειος χωρίς εσένα Και να θέλω ότι θέλεις Και να νομίζω πως χάνομαι, αλλά να ξέρωπως είμαι ασφαλής μαζί σου Και να σου μιλάω για ότι χειρότερο έχω μέσα μου Και να προσπαθώ να σου δίνω ότι καλύτερο έχω μέσα μου γιατί δεν σου αξίζει τίποτα λιγότερο και να απαντάω στις ερωτήσεις σου όταν θα προτιμούσα να μην το κάνω και να σου λέω την αλήθεια όταν στην πραγματικότητα δεν το θέλω και να προσπαθώ να είμαι ειλικρινής επειδή ξέρω ότι το προτιμάς και να νομίζω ότι όλα έχουν τελειώσει αλλά να κρατιέμαι για δέκα λεπτά ακόμα πριν με πετάξεις έξω από τη ζωή σου και ξεχάσω ποιος είμαι και να προσπαθώ να σε πλησιάσω επειδή είναι όμορφα να σε μαθαίνω και αξίζει τον κόπο και να σου μιλάω κακά γερμανικά και εβραϊκά χειρότερα και να σου κάνω έρωτα στις τρεις το πρωί και κάπως με κάποιο τρόπο να σου εκφράζω έστω και λίγο τον ακάθεκτο τον ακατάλυτο τον ακατάσβεστο τον μεταρσιωτικό τον ψυχαναλυτικό τον άνευ όρων τον τα πάντα πληρούντα τον δίχως τέλος και δίχως αρχή, ΕΡΩΤΑ μου για σένα.
Απόσπασμα από το «Crave» της Sarah Kane