Ο δικός μου Άγιος Βασίλης δεν είναι γέρος και δεν έχει γενειάδα.
Ούτε μένει στο Ροβανιέμι.
Σαφώς και δεν πρέπει να είμαι καλό παιδί για να με θυμηθεί στις γιορτές, ούτε και πρέπει να του αφήσω ένα ποτήρι γάλα και μπισκότα για να τα βρει.
Και ούτε πρέπει να του γράψω γράμμα για να επικοινωνήσω μαζί του.
Ο δικός μου Άγιος Βασίλης είναι 30 και κάτι και έχει γένια τριών ημερών.
Μένει στο απέναντι δωμάτιο από το δικό μου.
Με θυμάται και με αγαπάει κάθε μέρα και κυρίως τις μέρες που είμαι κακό παιδί.
Του μαγειρεύω τα πάντα με τζίντερ και μπαχάρια και του αρέσουν αν και έλεγε ότι δεν του αρέσουν το τζίντζερ και τα μπαχάρια και το βράδυ του κάνω τοστ για να πάρει το πρωί στη δουλειά και του αφήνω ένα χαρτί στην κουζίνα «ΤΟ ΤΟΣΤ» δίπλα στον καπνό του για να το δει το πρωί πριν πάει στη δουλειά.
Επικοινωνώ μαζί του μιλώντας του, στέλνοντάς του στο βάιμπερ παλιές φωτογραφίες, με μέιλς επισυνάπτοντάς του τις οδηγίες για το στεγνωτήριο στα ελληνικά, κοινοποιώντας του στο φέισμπουκ βιντεάκια με τον μίστερ μπούτια.
Τον δικό μου Άγιο Βασίλη τον γνώρισα όταν πηγαίναμε και οι δύο πρώτη γυμνασίου. Όταν εγώ είχα μουστάκι και εκείνος όχι. Και από τότε πέρασαν πολλά χρόνια. Ας μην πούμε πόσα. Τόσα όσα χρειάζονται για να τον θεωρήσω οικογένειά μου γιατί αυτό είναι για εμένα. Οικογένεια. Αδερφός μου. Καμιά φορά φέρεται σαν μπαμπάς μου, καμιά φορά πάλι φέρομαι εγώ σαν μαμά του, αλλά τις περισσότερες φορές φερόμαστε σαν παιδιά που θα κάνουν αταξία, μαλακία, πλάκα ο ένας στον άλλο και στους άλλους. Σαν παιδιά που μεγαλώνουν. Μαζί. Στα εύκολα και στα δύσκολα. Στις βόλτες, στις εξόδους, στις διακοπές. Βλέποντας χαζά ριάλιτι στην συνδρομητική τηλεόραση, βλέποντας βιντεάκια τρας στο γιου τουμπ, χαλώντας τα λεφτά μας σε βλακείες και άχρηστα πράγματα λέγοντας ο ένας στον άλλο «ευκαιρία είναι, παρ’ το», χωρίς να είναι εννοείται ευκαιρία. Μεθώντας όταν βγαίνουμε έξω, κάνοντας καραόκε όταν μένουμε σπίτι, βάφοντας το σπίτι, ανακαινίζοντας το σπίτι μας και τις ζωές μας. Μεγαλώνουμε μαζί. Στα δύσκολα. Στις απώλειες που έχει η ζωή όσο μεγαλώνουμε. Στις αφραγκιές όταν «μετράμε τα κουκιά» και δεν βγαίνουνε, στους τσακωμούς, στις αρρώστιες. Στις συζητήσεις που είναι τόσο «βαριές» που καταλήγουν σε σιωπή. Στις πρώτες ρυτίδες. «Πατσούρεψα», μου λέει, «μια χαρά νιάτο είσαι», του λεω. Γιατί νιάτο θα είναι στα μάτια μου. Όσο κι αν πατσουρεύουμε.
Με μαζεύει και τον μαζεύω . Με σηκώνει και τον σηκώνω. Με ακούει και τον ακούω. Με προσέχει και τον προσέχω. Με μαλώνει και τον μαλώνω. Θα πούμε «είσαι λάθος» ο ένας στον άλλο και μπορεί και να κρατήσουμε μούτρα ο ένας στον άλλο πριν πούμε «είσαι λάθος». Τα αυτονόητα όπως «σ’ αγαπάω» μπορεί να μην τα πούμε αρκετά συχνά αλλά θα τα δείξουμε, με ένα «ντύσου καλά κάνει κρύο», με ένα «να σου ζεστάνω να φας;», με ένα «τι ταινία θες να δούμε;», με ένα «αν δεν έχεις έχω εγώ και για τους δύο», λεφτά, καλή διάθεση, δύναμη. Ακριβώς όπως κάνουν οι οικογένειες.
Γιατί για αυτό ο Άγιος Βασίλης μου είναι οικογένειά μου. Γιατί θα με πάρει τηλέφωνο όταν είμαι έξω και έχω αργήσει επειδή ανησύχησε. Επειδή θα μου πει «πρόσεχε μην είναι κανάς μαλάκας κι αυτός» όταν γνωρίσω κάποιον που θα είναι κανάς μαλάκας τελικά. Κι αυτός. Γιατί θα πάει σούπερ μάρκετ και θα μου πάρει μίλκο. Γιατί θα με ρωτάει «πού είναι το ένα» και «πού είναι το άλλο» όταν ψάχνει κάτι που είναι ακριβώς μπροστά του. Γιατί θα με βοηθήσει να κολλήσω τα κομμάτια μου. Γιατί θα είναι εδώ. Στο απέναντι δωμάτιο.
Γιατί τον ξέρω και συνεχίζω να τον μαθαίνω. Γιατί ξέρω πως όταν θα πει «δεν μπορώ», σημαίνει ότι όντως δεν μπορεί. Αλλά πάντα προσπαθεί να μπορεί κι ας του λέω πως είναι οκ να μην μπορεί. Γιατί θα βάψει όλο το σπίτι μόνος του κι ας μην ξέρει να βάφει και θα το κάνει τόσο τέλειο σαν επαγγελματίας, αλλά θα φοβάται να κολλήσει ένα αυτοκόλλητο ψυγείου μήπως δεν κολλήσει καλά. Γιατί δεν φοβάται να κολλήσει τα κομμάτια του, κι όταν δεν του κολλάει ένα κομμάτι δεν διστάζει να ζητήσει βοήθεια. Γιατί θα πει «συγγνώμη» κι ας του είναι δύσκολο.
Ο Άγιος Βασίλης μου είναι οικογένειά μου γιατί μου έχει και του έχω εμπιστοσύνη. Εμπιστοσύνη όχι ότι δεν θα κάνει μαλακία ο ένας στον άλλο, εμπιστοσύνη ότι ο καθένας θα βρει τον δρόμο του κι ας κάνει λάθη. Λίγα ή πολλά.
Ο Βασίλης σήμερα έχει γενέθλια, και κάθε τέτοια μέρα μου λέει «να με σέβεσαι, είμαι μεγαλύτερός σου». Και κάθε τέτοια μέρα κοιτάω πότε θα πάει 00:00 για να του κάνω έκπληξη και να του πω πρώτη χρόνια πολλά και να του βγάλω ένα γλυκό με ένα κεράκι. Μετά από τόσα χρόνια δεν είναι έκπληξη, εννοείται, αλλά κάνουμε πως είναι έκπληξη, ίσως για να μην απογοητεύσει ο ένας τον άλλο. Όπως ακριβώς κάνουν οι οικογένειες.