Ο Δημήτρης Κίτσος βρέθηκε πριν μερικά χρόνια να παρακολουθεί μια θεατρική πρόβα μιας ερασιτεχνικής θεατρικής ομάδας πανεπιστημίου. Εντελώς κατά τύχη, ή και ίσως από περιέργεια όπως παραδέχεται, βρέθηκε στο σωστό μέρος τη σωστή στιγμή. Από εκεί και πέρα η συνέχεια προβλέψιμη αλλά και γεμάτη εκπλήξεις -για τον ίδιο- ταυτόχρονα. Ένα χρόνο αργότερα δημιουργήθηκαν οι C for Circus, μια κλειστή ομάδα που ναι μεν γεννήθηκε μέσα από φοιτητές σε ένα πανεπιστήμιο, αλλά αποτέλεσε τον πυρήνα για μια οργανωμένη δουλειά.
Σήμερα, 11 χρόνια αργότερα, πετυχαίνουμε τον Δημήτρη Κίτσο και την υπόλοιπη ομάδα σε μία διαδικασία πολύωρων προβών μιας και ζητήθηκε από τους C for Circus να “ανοίξουν” με μια δική τους δουλειά το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου. Για τον Δημήτρη αυτό είναι ένα από τα πολλά που έχει καταφέρει μέχρι σήμερα. Δεν αρκέστηκε μόνο στην υποκριτική του θεάτρου. Γνώρισε και λάτρεψε εκ των έσω τον κινηματογράφο και ήδη έχει κάνει την πρώτη του σκηνοθετική δουλειά στο θέατρο.
Πώς ένας νέος στα 18 του αφήνει τη σχετικά “μικρή” αβεβαιότητα του Πολυτεχνείου για να πάει στην ακόμα μεγαλύτερη της υποκριτικής;
Τη χρονιά που έδωσα εγώ στο Εθνικό Θέατρο, η αβεβαιότητα ήταν πάνω κάτω η ίδια. Κανείς δεν μπορούσε να σου εγγυηθεί το μέλλον σου ούτε σαν ηθοποιός ούτε σαν τοπογράφος. Με έβαλε σε κάποιο δίλημμα, άλλα δεν ήταν τόσο μεγάλο όσο πιθανότατα θα ήταν στο παρελθόν.
Μιας και βρίσκεσαι μετά από κάποια χρόνια ξανά με την ομάδα σου, ποια τα συναισθήματα και ποιες οι ελπίδες σου για τη φετινή σας δουλειά;
Ανάμεικτα. Αρχικά είμαι πάρα πολύ χαρούμενος που δουλεύω πάλι με τα παιδιά, γιατί ουσιαστικά αυτή η ομάδα είναι μια οικογένεια. Μαζί πάμε διακοπές, μαζί τρώμε, μαζί κοιμόμαστε. Από την άλλη, αυτή η περιγραφή που μόλις έκανα δηλώνει ότι υπάρχουν αντίστοιχες δυσκολίες. Είναι αλήθεια ότι μας ενώνει η ανάγκη μας να κάνουμε θέατρο, αλλά κατά κάποιον τρόπο είμαστε πρώτα φίλοι και μετά συνεργάτες. Μερικές φορές η φιλία επιτρέπει περισσότερες ελευθερίες, τα όρια χαλαρώνουν και μετά πρέπει να είσαι εκεί να το ξαναπιάσεις, λίγο πιο συγκεντρωμένα ίσως αυτή τη φορά.
Όσο για το αποτέλεσμα, ανυπομονώ. Ήδη είμαστε στην τελική φάση όπου κάνουμε αρκετά περάσματα για να εντοπίσουμε όποιες αδυναμίες αν υπάρχουν και να βάλουμε τα πάντα στην θέση τους. Είμαστε μια ομάδα που στηρίζεται στο σύνολό της, ενώ παράλληλα ο καθένας προσφέρει το δικό του κομμάτι. Φτιάχνουμε τη μουσική μας, είμαστε μαζί πάνω στην σκηνή, δημιουργούμε έναν χορό υπό την αρχαία ερμηνεία του, κι όλο αυτό προσφέρει μια εκπληκτική ενέργεια.
Η είσοδος σε έναν θεσμό όπως το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδάυρου φέρει μεγαλύτερες “ευθύνες” για εσάς;
Για εμένα προσωπικά, τέτοιες περιπτώσεις λειτουργούν ανάποδα. Στο βαθμό βέβαια που είναι επιτρεπτό. Το βλέπω κάπως αντιδραστικά, σαν μια πρόκληση. Ουσιαστικά, πάμε εκεί για να κάνουμε ένα λάθος και να μάθουμε κάτι για τα επόμενα χρόνια που έρχονται. Βασικά, έτσι σκέφτομαι και την ομάδα και την πορεία μου. Ως μια διαδικασία, δηλαδή, που προσθέτει κάτι, το οποίο θα φανεί στα μετέπειτα χρόνια. Προτιμώ να γίνονται λάθη, για να μπορούμε να τα εντοπίζουμε και να τα απενοχοποιούμε, παρά να κινούμαστε πάντοτε σε μια ασφαλή περιοχή.
Εννοείται πως ένας θεσμός σαν κι αυτόν φέρει ένα βάρος για όλη την ομάδα, όχι όμως ένα βάρος που θα μας καταβάλει. Η ευθύνη μας είναι να προσφέρουμε κάτι στον θεατή και στην τέχνη μας σε όλες τις περιπτώσεις. Αλλά και ο θεατής από την πλευρά του φέρει ευθύνη προς εμάς. Πολλές φορές σε ένα θεσμό όπως το Φεστιβάλ Αθηνών, ο θεατής νιώθει πως πρέπει να μείνει οπωσδήποτε ευχαριστημένος από αυτό που είδε και δεν είναι ειλικρινής στην περίπτωση που κάτι δεν του αρέσει. Φυσικά αυτό δεν εξελίσσει ούτε τον δημιουργό ούτε και τον θεατή.
Πόσο εύκολο είναι το 2019 να “μιλήσεις” στο κοινό για τον Οβίδιο και τις “Μεταμορφώσεις” του;
Δεδομένου ότι κάθε χρόνο ανεβαίνουν επί σκηνής αρχαίες τραγωδίες, τα κείμενα αυτά είναι παραπάνω από διαχρονικά. Αυτά τα κείμενα μπορεί να έχουν γραφτεί αιώνες πριν, όμως μέσα τους κουβαλούν κάτι που έχει να κάνει με την καθημερινότητα μας. Τη σχέση με το μύθο και με ιστορίες που είναι πολύ “μεγαλύτερες” από τις ζωές μας. Γι’αυτό συνεχίζουμε και ασχολούμαστε συνεχώς μαζί τους ακόμα και σήμερα και στα χρόνια που θα έρθουν.
Οι “Μεταμορφώσεις” είναι τελικά μια λύση για να γλυτώσουμε από κάτι;
Η πορεία των Μεταμορφώσεων σε αυτό το έργο είναι ακριβώς αυτό. Μια έσχατη λύση για να αποφύγουν οι ήρωες την απόλυτη καταστροφή. Για μένα αυτή είναι μια ερμηνεία των μεταμορφώσεων. Μεταμορφώνεσαι γιατί τα πράγματα δεν μπορούν να συνεχίσουν έτσι όπως είναι. Συνήθως από εξωτερικούς παράγοντες. Ουσιαστικά όμως για μένα η μεταμόρφωση είναι μια διαδικασία που δεν σταματά. Εγώ δεν μεταμορφώθηκα μόνο μια φορά όταν αποφάσισα στα 19 να κάνω κάποιες αλλαγές στη ζωή μου. Θα ήταν δύσκολο να ορίσω μόνο ένα τέτοιο σημείο. Οι μεταμορφώσεις είναι αναγκαστική πορεία της φύσης. Το θέμα είναι να μην αντιστέκεσαι πολύ σε αυτή τη διαδικασία. Φαντάσου μια κάμπια να ήξερε ότι πλησιάζει στο θάνατο. Θα φοβόταν πάρα πολύ. Έπειτα όμως ανταμείβεται ως πεταλούδα πια. Το θέμα είναι να μην έχεις ανάγκη να κρατήσεις αυτά που νομίζεις ότι σε ορίζουν.
Πόσο δύσκολο είναι εμείς ως άνθρωποι να διώξουμε αυτές τις ταμπέλες από πάνω μας;
Καθόλου εύκολο δεν είναι. Αλλά είναι χρέος μας. Αλλιώς τι κάνουμε; Ζούμε για τις ταμπέλες.
Ας πάμε, όμως, και σε κάτι άλλο. Με τον κινηματογράφο πώς είναι η σχέση σας;
Αγαπιόμαστε πολύ! Έχω σταθεί αρκετά τυχερός και έχω ικανοποιηθεί από τον κινηματογράφο με τις δουλειές που έχω κάνει. Θεωρώ πως είναι σε μεγάλο βαθμό θέμα τύχης. Κάποια πράγματα έχουν απλά να κάνουν με συγκυρίες και timing. Αν εξαιρέσουμε το γεγονός ότι το θέατρο το έχω σπουδάσει οπότε και του έχω αφιερώσει πολύ περισσότερο χρόνο εκεί, δεν έχω ασχοληθεί τόσο όσο έχω ασχοληθεί με την υποκριτική στο σινεμά. Παρόλα αυτά, και τα δύο παραμένουν μεγάλα ερωτηματικά για μένα. Με το θέατρο πέρυσι κάπως μου άνοιξε μια πόρτα, όταν σκηνοθέτησα και είδα κάποια πράγματα απ’έξω.
Κάθε φορά που αναλαμβάνεις έναν ρόλο τον φέρνεις στα μέτρα σου ή μετακινείσαι εσύ προς αυτόν;
Ειλικρινά δεν ξέρω τι είναι αυτό που πραγματικά κάνω, ξέρω όμως τι θα ήθελα να κάνω. Υποτίθεται πως προσπαθώ να πάω προς τον ρόλο, αυτός είναι ο αγώνας μου. Να ανοίξω προς πράγματα άγνωστα. Να μη μικρύνω τον ρόλο για να μπορέσω να ανταπεξέλθω εγώ. Παράλληλα όμως πρέπει να διατηρείς το “είναι” σου, να μην πετάς αυτό που είσαι.
Η σκηνοθετική εμπειρία στο θέατρο τι σου έδωσε;
Με έριξε στα βαθιά. Μου έδωσε ευθύνες που δεν είχα ως ηθοποιός αλλά ταυτόχρονα ήταν και πολύ διαφωτιστική. Με βοήθησε να ανακαλύψω τα “θέλω” μου και να μπορώ να τα στηρίξω. Απ’έξω είχα την ευκαιρία να καταλάβω πώς να “σταθώ” κι εγώ πάνω στην σκηνή την επόμενη φορά.
Μετά το Φεστιβάλ Αθηνών-Επιδαύρου τι έχει σειρά στο πρόγραμμα;
Μετά το τέλος των “Μεταμορφώσεων”, φεύγω την επόμενη μέρα για να συνεχίσουμε την περιοδεία με την ομάδα του Δημήτρη Παπαϊωάννου και την παράσταση “The Great Tamer”. Αυτό θα κρατήσει περίπου ενάμιση μήνα. Θα γυρίσω τον Ιούλιο και θα πάρω τον Νώντα, το βαν-τροχόσπιτο που πήρα τον Νοέμβριο, και θα φύγω για ένα τεράστιο ταξίδι.
Οι παραστάσεις θα διαρκέσουν από 30/05 έως 02/06, στην Πειραιώς 260 στις 21.00.