Όσον αφορά τα υποδήματα, αν ψάχνεις το τέλειο ζευγάρι γόβες αυτό είναι πάντα Manolo Blahnik, αν πρόκειται για sneakers αυτά είναι τα Converse και αν χρειάζεσαι μποτάκια θα επιστρέφεις ξανά και ξανά στα Dr. Martens.
Tα θρυλικά Dr. Martens boots φοριούνται από τους πρεσβευτές του urban στιλ, τους celebrities και τα supermodels, τον πάπα Ιωάννη Παύλο Β’, ενώ παρουσιάζονται συχνά σε διεθνείς πασαρέλες και πρωταγωνιστούν σε συνέργειες με μεγάλα ονόματα της μόδας.
Παρόλο που πολλές εταιρείες της Μεγάλης Βρετανίας ξεκίνησαν και μεγάλωσαν τη φήμη τους υπηρετώντας τη Βρετανική ελίτ, η Dr. Martens ταυτίστηκε και έγινε το σύμβολο αυτοέκφρασης της εργατικής τάξης, με τα εμβληματικά μποτάκια να αναγεννιούνται σε μια εποχή που έφερε ένα κύμα αλλαγών, νέων ιδεών, πολιτιστικής αναταραχής και κοινωνικής επανάστασης.
Tι συνέβη και τα Dr Martens μεταμορφώθηκαν από μποτάκια εργασίας, σε βασικό στοιχείο της μόδας;
Βρισκόμαστε στο 1901 στο Northamptonshire της Αγγλίας με την εταιρεία Griggs να βρίσκεται στην καρδιά της αγγλικής βιομηχανίας υποδημάτων και για έξι δεκαετίες να κατασκευάζει στιβαρές, ανθεκτικές μπότες εργασίας, όταν ο παγκόσμιος πόλεμος άλλαξε για ακόμα μια φορά το ρου της ιστορίας.
Το 1945 ο 25χρονος στρατιώτης Dr. Klaus Maertens ανάρρωνε από το σπασμένο πόδι του στο μεταπολεμικό Μόναχο, όταν αποφάσισε να δημιουργήσει μια μοναδική σόλα με μαξιλαράκι αέρος (αντί για την παραδοσιακή σκληρή δερμάτινη σόλα) για να βοηθήσει την ανάρρωσή του με μπότες καλύτερης ποιότητας από τις άβολες και άκαμπτες στρατιωτικές μπότες που του είχαν δοθεί.
Χρησιμοποιώντας υλικά από ένα τσαγκαράδικο του Μονάχου και υπολείμματα υλικών της πολεμικής αεροπορίας, αυτός και ο μετέπειτα επιχειρηματικός συνεργάτης του, ο μηχανικός Herbert Funck ανέπτυξαν μια τεχνική που τους επέτρεψε να στεγανοποιήσουν θερμικά τη σόλα στο επάνω μέρος, δημιουργώντας αεροστεγείς θήκες που προστάτευαν το πόδι και προσέφεραν πρωτοφανή στήριξη.
Μέχρι τη δεκαετία του 50′, η φιλοδοξία του Maertens και η μηχανική εμπειρία του Funck είχαν δημιουργήσει τις τέλειες μπότες εργασίας. Το πρώτο ζευγάρι που απορροφούσε τους κραδασμούς έμελλε να γίνει επιτυχία και να αγαπηθεί από ταχυδρόμους, οικοδόμους μέχρι νοικοκυρές.
Την πρώτη δεκαετία της δημιουργίας τους το 80% των πωλήσεων, αφορούσε τις γυναίκες άνω των 40. Το 1952 οι δουλειές πήγαιναν τόσο καλά που άνοιξαν εργοστάσιο στο Μόναχο, έχοντας παράγει μέχρι τότε σε παράγκες μέχρι και στρατώνες, ενώ το 1959 αποφάσισαν να διαφημίσουν την επαναστατική τους εφεύρεση σε περιοδικά του εξωτερικού, καθώς η δεκαετία του 50′ εξέθρεφε την κουλτούρα των εφήβων, της νεολαίας και της μεταπολεμικής ανάκαμψης.
Η Griggs Group το 59′ αγόρασε τα δικαιώματα ευρεσιτεχνίας, προσάρμοσε το σχέδιο της φτέρνας, εισήγαγε την χαρακτηριστική κίτρινη ραφή, κάνοντας εμπορικό της σήμα τις σόλες AirWair και το σλόγκαν “With Bouncing Soles”.
Πολύ γρήγορα τα μποτάκια που φοριούνταν από στρατιωτικούς, ανθρακωρύχους και εργάτες απέκτησαν φήμη σε ένα ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο στη Βρετανία, φέρνοντας στο προσκήνιο τον χρηστικό σχεδιασμό και τη λειτουργικότητα στα υποδήματα.
Το σημείο καμπής
Το σήμα κατατεθέν του brand έγινε το μοντέλο 1460 με το κερασί χρώμα και τις 8 χαρακτηριστικές οπές, λαμβάνοντας το όνομά του από την ημερομηνία κυκλοφορίας του (1/4/1960) στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Ο άνδρας που απογείωσε το παπούτσι, που άλλαξε το μέλλον χιλιάδων ανθρώπων, ήταν ο frontman των “The Who” Pete Townshend, όταν παρουσίασε τα Dr. Martens στη Rock σκηνή, κάνοντας τα κομμάτι της γλώσσας της μουσικής σκηνής διάφορων υποκουλτούρων.
Η δημοτικότητά τους στην εργατική τάξη (πωλούνταν με 2 λίρες σε Βρετανούς εργάτες), έκανε τα εμβληματικά μποτάκια τα αγαπημένα διάφορων υποκουλτούρων όπως punk, goth, χίπις, skinheads. Οι skinheads ξεκίνησαν να τα φορούν ως μια απογυμνωμένη απάντηση της εργατικής τάξης στην πιο εύθυμη εμφάνιση των Mods και κατέληξαν να κυριαρχούν στη Βρετανική κουλτούρα, διαμορφώνοντας τη στολή του δρόμου που αποτελούνταν από Dr. Martens, buzzed μαλλιά, λευκό t-shirt και levi’s τζιν. Οι skinheads στα 60’s έδωσαν φωνή στους αουτσάιντερ της κοινωνίας ως πολυπολιτισμικό σύνολο, μέχρι το 1980 που μετατράπηκαν σε νεοναζιστικές ενώσεις λόγω της οικονομικής ύφεσης που προκλήθηκε από την πολιτική της Θάτσερ και τα μποτάκια άρχισαν να γίνονται συνώνυμο των νεοναζί.
Ακόμα και ο πολιτικός των εργατικών Tony Benn εμφανίστηκε με Dr. Martens μποτάκια στο κοινοβούλιο για να εκφράσει την αλληλεγγύη του προς την εργατική τάξη, ενώ συγκροτήματα όπως The Who, The Specials, The Stranglers, The Cure ενέπνευσαν τους θαυμαστές να ακολουθήσουν το παράδειγμά τους.
Στα 70’s η Viv Albertine των Slits ήταν η πρώτη γυναίκα που φόρεσε τα Dr. Martens με φόρεμα, ενώ η εμφάνιση του Elton John μέσα σε γιγάντια Martens στη ροκ όπερα Tommy των The Who (1975), εδραίωσε τη θέση τους στη λαϊκή κουλτούρα.
Punk μπάντες όπως Sex Pistols και The Clash αγκάλιασαν τα μποτάκια ως ουσιαστικό μέρος της αισθητικής τους, ενώ θιασώτες τους είδους στη διάρκεια των δεκαετιών συνέχισαν να τα φοράνε με bondage παντελόνια και δερμάτινα μπουφάν με παραμάνες.
Η σύνδεσή τους με την punk και hardcore κουλτούρα, εκτίναξε στα ύψη τη δημοτικότητα του brand. Αμερικανοί μουσικοί που περιόδευαν, αγόραζαν Dr. Martens και παράλληλα τα πωλούσαν σε επίδοξους punk-rockers που δεν μπορούσαν να τα βρουν μέχρι και το 1984 που πωλούνταν στις ΗΠΑ, ξεκινώντας έτσι ακούσια την υιοθέτηση της μάρκας από την αμερικανική κουλτούρα.
Στα 90’s Nu metal, πρώιμοι emo και μεγάλο μέρος της grunge σκηνής του Σιάτλ όπως Pearl Jam, Nirvana, Alice in Chains φόρεσαν τα μποτάκια που ταυτίστηκαν με την κουλτούρα των φεστιβάλ, ενώ ο Marc Jacobs έφερε το grunge στην πασαρέλα με τη συλλογή S/S 93′ για την εταιρεία Perry Ellis και έβαλε τα μοντέλα να περπατούν μέσα σε Dr. Martens, όπως και οι γιαπωνέζοι Yohji Yamamoto και Rei Kawakubo.
Η δεκαετία του 2000 και η πτώση της punk και της rock έφεραν και την απότομη μείωση στις πωλήσεις των Martens. Η επιθυμία, όμως, πολλών brands να συνεργαστούν με την εταιρεία αναζωογόνησε ξανά την απήχησή της. Με τις συνεργασίες Raf Simons και Stussy (2009), Pendleton (2012), Supreme, Bape, Gosha Rubchinskiy, Off-white, Vetements να ξεχωρίζουν.
Στο σήμερα η έννοια της αυτοέκφρασης και της εξέγερσης βρίσκονται στον πυρήνα της ταυτότητας του brand. Υπό την ιδιοκτησία του Permira group από το 2014, το άνοιγμα καταστημάτων με το χαρακτηριστικούς τούβλινους τοίχους, η επικέντρωση στο “Made in England”, οι συνεχείς συνεργασίες, η παροχή εγγύησης εφ’ όρου ζωής και η επίμονη αναφορά στην ιστορία τους, είναι τρόποι με τους οποίους αξιοποιείται η εμβληματική φήμη των Dr. Martens και δίνεται η αίσθηση ότι η κληρονομιά θα παραμείνει ζωντανή, τόσο μέσα από την underground μουσική σκηνή, όσο και στους δρόμους και θα αφήσει ένα μόνιμο αποτύπωμα χαραγμένο στην ιστορία του βρετανικού πολιτισμού.
Το 2022 παραμένουν δημοφιλή, φοριούνται από τις Miley Cyrus, Jessica Alba, Gigi Hadid, Sienna Miller, αφού σε στιλιστικό επίπεδο επιτρέπουν σε όποιον τα φοράει να τα υιοθετεί ως μέρος του δικού του ξεχωριστού στιλ. Σε πρακτικό επίπεδο, η ασυναγώνιστη αντοχή και άνεση τα καθιστούν ιδανικά για τα πάντα, από την καθημερινή χρήση στο δρόμο, μέχρι τις συναυλίες και τις street style εμφανίσεις.
Σε συναισθηματικό επίπεδο, συνδέονται με την ενδυνάμωση και το attitude και καθώς αναδύεται ο κόσμος της παγκοσμιοποίησης και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, κάθε πτυχή υποκουλτούρας φαίνεται να έχει αλλάξει, εκτός από το γεγονός πως διαφορετικά άτομα, θαυμαστές και διασημότητες συνεχίζουν να υπερασπίζονται τα μποτάκια της Μεγάλης Βρετανίας.
Και όπως λέει το κλασικό τραγούδι του Alexei Sayle από τους The Young Ones: «Δεν είναι τάξη ή ιδεολογία, χρώμα πίστης ή ρίζες. Το μόνο πράγμα που μας ενώνει είναι οι Dr. Martens μπότες ».
Μερικές εμφανίσεις για το πώς να φορέσεις τα πιο πολύπλευρα μποτάκια της μόδας:
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.