Στην φυσική ήμουνα στούρνος. Τούβλο. Ανεπίδεκτη. Πώς το λένε; Ξέρετε τώρα. Ήμουνα στην τάξη απλά για να κάνω φασαρία. Ποτέ δεν την κατάλαβα, ποτέ δεν την συμπάθησα, ποτέ δεν την είδα με καλό μάτι. Όσο κι αν προσπάθησα. Και η αλήθεια είναι ότι προσπάθησα πολύ. Και εγώ και ο καθηγητής στο σχολείο, και ο καθηγητής στο φροντιστήριο, και ο τρίτος μου ξάδερφος φοιτητής στο φυσικό τότε. Προσπαθήσαμε όλοι να καταλάβω αν όχι να συμπαθήσω την φυσική. Δεν τα καταφέραμε. Προσπαθήσαμε όμως. Η φυσική ήταν για εμένα ότι έγινε χρόνια μετά το Καμπάρι για εμένα. Απλά υπήρχε χωρίς να μου αρέσει και χωρίς να με ενδιαφέρει. Δυο ξένοι. Υπήρχαμε μαζί στον ίδιο χώρο με την ανείπωτη συμφωνία να μην ενοχλεί η μία την άλλη. Ισμήνη- φυσική 1-1, ή 0-0, ή 0-9, όσο ήταν η βαθμολογία μου στο πρώτο τρίμηνο που μου έριχνε τον μέσο όρο.
“9”, ένα “9” που το αυτοχρεώθηκα σαν προσωπική αποτυχία. Και που ίσως και να ήταν δηλαδή. “Κάτω από την βάση”, που λέμε. Εγώ. Πληγή στον εγωισμό μου και στον μέσο όρο του τριμήνου αυτό το “9”. Εφιάλτης στον ύπνο μου αυτό το “9”. Ισμήνη- φυσική 0-1, τελικά. Πείσμωσα, θύμωσα και αποφάσισα αυτό το “9” να το κάνω καλύτερο. Αποφάσισα να γνωρίσω και να κατανοήσω καλύτερα αυτό που σνόμπαρα, αυτό που αντιμετώπιζα με αδιαφορία, αυτό που “μισούσα”. Ήμουνα στην εφηβεία βλέπετε, και τα πράγματα στην εφηβεία έτσι απόλυτα είναι. Ή μισείς ή αγαπάς. Ή άσπρο ή μαύρο. Καλά οκ, για αρκετούς η εφηβεία κρατάει μια ζωή, αλλά για εμένα τότε, στην μακρινή εφηβεία το μίσος μου περιοριζόταν στην “φυσική”. Στην πορεία της ζωής μου επεκτάθηκε και στο Καμπάρι. – έλα εδώ, έλα να μου πεις τι είναι αυτό που δεν μπορείς στην φυσική, με ρώτησε μια μέρα ο ξάδερφος μου, ο φοιτητής στο φυσικό που λέγαμε. – δεν την μπορώ και δεν την θέλω. Δεν μου αρέσει πώς το λένε. Άσε που δεν θα μου χρειαστεί πουθενά. Τι θα την κάνω εγώ την φυσική στην ζωή μου; Πού θα μου χρειαστεί; Όλα αυτά τα “πηνία”, τα μαγνητικά πεδία, οι δυνάμεις “λαπλάς”, τα “ρεύμα-πεδίο-δύναμη”. Τι θα τα κάνω εγώ αυτά; Εμένα δώσε μου ιστορία, έκθεση, αρχαία, λατινικά, δώσε μου θεωρία, δώσε μου σκέψη και τίποτα άλλο. ΤΙ ΝΑ ΤΗΝ ΚΑΝΩ ΤΗΝ ΦΥΣΙΚΗ ΜΟΥ ΛΕΣ; Του φώναζα παράγοντας το βιβλίο της φυσικής στον τοίχο. – δεν έχεις δίκιο. Όλα χρειάζονται στην ζωή. Ακόμα και η φυσική που λες. Όσο περίεργο και να σου φαίνεται. Ακόμα κι αν δεν ασχοληθείς με την επιστήμη της δεν μπορείς να αμφισβητείς την χρησιμότητα της. – δεν με ενδιαφέρει να την χρησιμοποιήσω. – προσπάθησε όμως να την δεχτείς, κι αν την δεχτείς ίσως να καταλάβεις πόσο αναγκαία είναι και πόσο μπορεί να σε βοηθήσει να κατανοήσεις και να εξηγήσεις πολλά από όσα συμβαίνουν στην καθημερινότητα σου, στον κόσμο, στην φύση, ακόμα και στους ανθρώπους μην σου πω. – να μην μου πεις. Γιατί ό,τι και να μου πεις δεν θα καταλάβω ποτέ ούτε τους νόμους της, ούτε την χρησιμότητα της. Μου αρκεί να ξέρω την βαρύτητα, την ορμή και την κίνηση. Νεύτωνας ήταν ένας. Δεν θέλω και δεν μπορώ να γίνω. Η φυσική είναι φυσική, είναι για τα “πράγματα” ας πούμε και για τα φαινόμενα, τι μου μπερδεύεις τους ανθρώπους μέσα σε αυτό; Τι σχέση έχει ο άνθρωπος με τον κεραυνό εκτός από το ότι αν τον χτυπήσει κεραυνός θα πεθάνει; Αν καταλάβω τι είναι ο κεραυνός θα καταλάβω τον άνθρωπο; Άστα αυτά και βοήθησε με παράλληλα με το σχολείο και το φροντιστήριο να κάνω το “9” όχι 9 τουλάχιστον. 20 δεν μπορώ και δεν θέλω να το κάνω. Περίμενα να απογοητευτεί με την αντίδραση μου αυτή και με την εμμονή μου στην απέχθεια προς την φυσική. Δεν το έκανε όμως. Κάτσαμε στο γραφείο του, ανοίξαμε το βιβλίο μου της φυσικής που ήταν μουτζουρωμένο με “L.F.E”, – ένα διάλειμμα είχε κρατήσει αυτό το “Φορ έβερ”, με “ΠΥΞ ΛΑΞ”, – δεν είχαν αρχίσει ακόμα τις είκοσι τελευταίες συναυλίες-, και με ζωγραφισμένα αντρικά γεννητικά όργανα σε κάθε εικονογράφηση σε κάθε σελίδα- δεν περιγράφω άλλο-. Προσπάθησε να με κάνει αρχικά να την δεχτώ. Δεν είναι ότι την είχα αρνηθεί σαν επιστήμη, επιστημάρα η φυσική δεν μπορώ να πω, την είχα αρνηθεί σαν χρησιμότητα. Προσπάθησε να με κάνει να καταλάβω πού κρύβεται η φυσική στα μικρά και καθημερινά πράγματα.Προσπάθησε να με κάνει να την αποκρυπτογραφήσω και να την δω στην καθημερινότητα. Από το πρωί που ξυπνάω, από την βρύση που ανοίγω, από το χτύπημα του κουδουνιού, από την “άνωση” που πάθαινα στο ασανσέρ. Της έδωσα μια ευκαιρία. Την δέχτηκα, την παραδέχτηκα, δεν την αγάπησα, αλλά σταμάτησα να την μισώ. Την ανέχτηκα ας πούμε. Και αυτή εμένα. Ο βαθμός της φυσικής του επόμενου τριμήνου δεν ήταν είκοσι. Δεν ήταν και δεκαοχτώ. Ήταν δεκαπέντε.
– ευχαριστημένη; Με ρώτησε ο ξάδερφος μου. – ικανοποιημένη, τουλάχιστον δεν μου ρίχνει τον μέσο όρο, του απάντησα αδιάφορα. – είδες λοιπόν που σε βοήθησε σε κάτι η φυσική στην καθημερινότητα σου; – Α αυτό εννοούσες τότε που μου είχες πει ότι η φυσική χρησιμοποιείται και στους ανθρώπους; – Δεν εννοούσα ακριβώς αυτό, αλλά και αυτό. Έχουμε δρόμο ακόμα. Θα δεις. Και θα καταλάβεις. Και όντως συνεχίσαμε τον δρόμο μας. Τον δρόμο που συνέχιζα λιγότερο βαριεστημένα μπορώ να πω, αλλά με τον ίδιο σνομπισμό που έχουν οι “θεωρητικοί” άνθρωποι απέναντι στους “πρακτικούς”. Και το αντίστροφο. Συνέχιζα τον δρόμο όντας σίγουρη πως δεν θα βρω καμία εφαρμογή των νόμων της φυσικής στην καθημερινή συναναστροφή και ζωή των ανθρώπων. -Όταν χτυπάς το χέρι σου στον τοίχο και το χέρι σου πονάει ξέρεις γιατί συμβαίνει αυτό; Με ρώτησε κάποια μέρα σε κάποιο από τα ιδιαίτερα μαθήματα μας. – Ε ξέρω εγώ; Γιατί ο τοίχος είναι από τσιμέντο; – Εχμ, όχι για αυτό. Το χέρι σου πονάει όταν το χτυπάς στον τοίχο γιατί ο τοίχος ασκεί την ίδια ακριβώς δύναμη που του ασκεί το χέρι σου. Αυτή είναι η “δράση- αντίδραση” που λέμε, μου εξήγησε. – “δράση- αντίδραση”, σημείωσα στο τετράδιο μου. Πού να ξερα τι σημείωνα. Η χρονιά τέλειωσε, ο βαθμός μου στην φυσική σταθεροποιήθηκε στο δεκαέξι και εκείνη την χρονιά και όλες τις επόμενες χρονιές στο σχολείο που βρεθήκαμε αντιμέτωπες. Βρισκόμασταν στον ίδιο χώρο και δεν ενοχλούσε η μία την άλλη. Την κατάλαβα κάπως, την έβλεπα με μια σχετική συμπάθεια. Τα χρόνια πέρασαν. Η αναγκαστική μου σχέση με την θεωρία της φυσικής τελείωσε. Όχι όμως και η αναγκαστική μου σχέση με την πράξη της. Στην καθημερινότητα μου, στην αλληλεπίδραση μου με άλλους ανθρώπους. Ξέχασα πολλούς από τους νόμους, τους κανόνες και τους τύπους της, όλους ίσως εκτός από έναν κανόνα της. Αυτόν της “δράσης- αντίδρασης”. Γιατί μεγαλώνοντας συνειδητοποίησα πόσες φορές οι άνθρωποι αντιδρούν επειδή δρα κάποιος άλλος. Πολλές. Πόσες φορές “αμύνονται” επειδή κάποιος τους “επιτίθεται”, ή έτσι νομίζουν τουλάχιστον ότι τους κάνουν. Γιατί είναι η “δράση- αντίδραση. Συνειδητοποίησα πόσες φορές οι άνθρωποι πονάνε όταν “χτυπάνε”, πάνω σε κάτι. Πάνω σε ανθρώπους, πάνω σε καταστάσεις, πάνω σε “εμπόδια”. Γιατί είναι η “δράση- αντίδραση”. Πόσες φορές οι άνθρωποι μπορεί να πληγώσουν επειδή πληγώθηκαν, πόσες φορές μπορεί να γίνουν κακοί, άδικοι, σκληροί επειδή κάποιος άλλος έγινε κακός, άδικος, σκληρός. Γιατί είναι η “δράση- αντίδραση”. Πόσες φορές οι άνθρωποι μπορεί να γίνουν καλοί, δίκαιοι, ευγενικοί, να δώσουν αγάπη και σεβασμό επειδή κάποιος άλλος έγινε καλός, δίκαιος, ευγενικός, του έδωσε αγάπη και σεβασμό. Αλλά αναρωτιέμαι παράλληλα, σε τέτοιες περιπτώσεις γιατί να μη ισχύει το “δράση- αντίδραση”;