Ξυπνάς από έναν βαθύ ύπνο. Είναι Σάββατο κι απ’ έξω ακούγεται ένας ήχος γνώριμος αλλά μακρινός. Δε λες να σηκωθείς απ’ το κρεβάτι. Προσπαθείς να εντοπίσεις εκείνο το «μακριά». Ένα μήνυμα σκάει και σπάει την ησυχία του πρωινού. Το ανοίγεις. «Βρέχει πολύ» διαβάζεις. Αυτό είναι βέβαια. Ο ήχος της βροχής ήταν που είχες ξεχάσει. Πόσος πολύς καιρός χωρίς τον ήχο της βροχής να πέφτει στις τέντες, στα φύλλα των δέντρων, στο χώμα, στα όνειρα. Ο ήχος που πήρε μαζί του το καλοκαίρι. Όμως τώρα είναι Φθινόπωρο! Και νάτος πάλι εδώ στο παράθυρο του δωματίου σου.
Τώρα καταλαβαίνεις γιατί κοιμήθηκες τόσο ήσυχα και βαθιά. Από κει που είσαι, από το κρεβάτι σου, προσπαθείς να σκεφτείς τους ήχους του καλοκαιριού. Είναι τόσο πρόσφατοι άλλωστε. Δε θα δυσκολευτείς. Έτσι νομίζεις. Μια προσπάθεια κι άλλη μία. Ακούγονται αχνά. Σαν κάπως να ξεμακραίνουν. Σαν ηχώ που χάνεται ανάμεσα στα βουνά. Σαν εκείνο το παιχνίδι που έπαιζες μικρή κι η δυνατή φωνή σου χανόταν μέχρι που έσβηνε κάπου μακριά. Μα είναι τόσο κοντά το καλοκαίρι, σκέφτεσαι! Ένας μήνας δρόμος μόνο. Αρκετός όμως για να γίνει ο ήχος ηχώ.
Στο μυαλό σου ρχονται εικόνες από θάλασσα και αλμύρα και ζέστη αλλά με ήχους ξέμακρους. Μόνο εκείνος της βροχής μονοπωλεί το πρωινό σου. Μοιάζει να σε καλεί να τον ακούσεις, να του δώσεις σημασία, να τον ζήσεις. Έτσι έντονος και βαθύς. Ζωντανός και παρών. Σ’ αυτό και σε πόσα ακόμα πρωινά! Το καλοκαίρι σου άφησε τις εικόνες του, αλλά τώρα αυτός είναι εδώ για σένα. Για να σου χαρίσει κι άλλες εικόνες για το ημερολόγιο της μνήμης σου. Για να σου προσθέσει κι άλλες σκέψεις, όνειρα και στιγμές.
Σηκώνεσαι και πας προς τη μπαλκονόπορτα. Με μισόκλειστα τα μάτια τραβάς την κουρτίνα και χαζεύεις τον ήχο κοιτώντας την απέναντι πολυκατοικία κι ύστερα τον ουρανό. Φτιάχνεις τις πρώτες σκέψεις, τα πρώτα όνειρα. Ένα παρόν που θα γίνει παρελθόν και θα σου αφήσει εικόνες και ήχους που θα ξεμακραίνουν κάνοντας παρέα στις εικόνες του καλοκαιριού που πέρασαν, και σ’ εκείνες του χειμώνα που θα ‘ρθουν.
Εκείνο που ζητάει από σένα είναι να ζήσετε μαζί το παρόν για να ‘ναι οι εικόνες έντονες όπως κι αυτός αυτή τη στιγμή. Ο ήχος ντε!
Φωτεινή Κωνσταντοπούλου