Η ιδέα γι’ αυτό το άρθρο ξεκίνησε πριν λίγο καιρό, όταν πέρασα ένα βράδυ αργά από την περιοχή των Δικαστηρίων στην Θεσσαλονίκη –μια περιοχή όπου η πορνεία, αρσενική και θηλυκή ανθίζει- και αναρωτήθηκα, γιατί ένας άνδρας να επιλέξει να πληρώσει για σεξ; Γιατί να πληρώσει για κάτι, το οποίο υπάρχει σε αφθονία πλέον και μπορεί να το βρει τόσο μα τόσο εύκολα και κυρίως τσάμπα; Καλά όχι τελείως τσάμπα, μπορεί να χρειαστεί να κεράσει μερικά ποτά πρώτα, αλλά και πάλι εκείνο που κάνει το σεξ πιο ενδιαφέρον είναι το παιχνίδι του φλερτ κι όχι η ψυχρή, επαγγελματική σχέση των δέκα λεπτών που αναπτύσσεις με μια κατ’ επάγγελμα πόρνη. Παλιά το πληρωμένο σεξ ήταν ένα αρκετά συνηθισμένο «χόμπι» στις ανδρικές παρέας. Μεγαλύτεροι φίλοι, οι πιο περπατημένοι, έπαιρναν τους πιο «άβγαλτους» και τους πήγαιναν στα πονηρά σπίτια για να τους αναλάβουν οι επαγγελματίες και να τους κάνουν άνδρες. Ας μην ξεχνάμε, ότι το φαινόμενο είχε λάβει τεράστιες διαστάσεις στην Ελλάδα της δεκαετίας του 1960. Η Τρούμπα άνθιζε από κάτι τέτοιου είδους επαγγελματίες.
Κι επιπλέον, κάπως έτσι έγινε άνδρας και ο Φαίδωνας Γεωργίτσης από την επαγγελματία Μαίρη Χρονοπούλου στα Κόκκινα Φανάρια.
‘Ετσι λοιπόν, άρχισα να ρωτάω φίλους και γνωστούς για να μάθω, αν είχαν πληρώσει ποτέ για σεξ, αλλά και για ποιον λόγο. Εντυπωσιάστηκα με το ποσοστό των θετικών απαντήσεων που έλαβα, αλλά και με το πόσα πράγματα αγνοούμε στην πραγματικότητα για τους φίλους μας (θέμα που επιφυλάσσομαι να αναπτύξω σε κάποιο άλλο άρθρο μου). Παρόλα αυτά οι απαντήσεις αυτές δεν με ικανοποίησαν και ιδιαίτερα τολμώ να πω, γι’ αυτό αποφάσισα να προχωρήσω λίγο, επεκτείνοντας την έρευνά μου στο internet. Και η ανεξάντλητη πηγή πληροφοριών μου έδωσε κάτι από αυτό που ζητούσα, όταν έπεσα σε μια αμερικανική έρευνα, η οποία αναφερόταν στο ποσοστό των ανδρών που πληρώνουν για σεξ. Πιο συγκεκριμένα η έρευνα ανέφερε χαρακτηριστικά, πως στο πρώτο μισό της δεκαετίας του ‘90, έχει διαπιστωθεί ότι περίπου το 17% των ανδρών είχαν πληρώσει ή είχαν λάβει χρήματα για σεξ. *Από το 2006 μέχρι το 2012 το ποσοστό αυτό μειώθηκε στο 13%, ενώ κατά περιόδους άγγιξε και το 9,1%. Πως δικαιολογείται αυτή η πτώση; Οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι τα social media, τα smartphones και το διαδίκτυο εν γένει είναι οι βασικοί παράγοντες που αιτιολογούν τη συγκεκριμένη συμπεριφορά των ανδρών, αφού δημιουργήθηκαν ειδικά σχεδιασμένα μέσα για να φέρουν πιο κοντά τα δύο φύλλα. Τα στοιχεία αυτά αν και ενδιαφέροντα δεν με βοήθησαν να καλύψω την περιέργεια μου. Κι έτσι μια ωραία μέρα ή μάλλον απόγευμα πήρα έναν φίλο μου και κάναμε μια γρήγορη τσάρκα στα στέκια του πληρωμένου έρωτα. Στα πολυτραγουδισμένα στέκια μιας και είναι πασίγνωστος ο στίχος του αείμνηστου Δημήτρη Μητροπάνου: «τόσα δίνω πόσα θες στα Λαδάδικα πουλάνε αυτό που θες».
Ομολογώ όμως, πως από αυτά που πουλάνε δεν εντυπωσιάστηκα ούτε σοκαρίστηκα. Δεν αποτέλεσε καν έκπληξη κάτι από όσα είδα εκεί. Ούτε οι εντυπωσιακές κοπέλες, ούτε οι μέσης ηλικίας ιδιοκτήτριες των σπιτιών αυτών και πρώην εργαζόμενες. Στα δύο από τα τρία σπίτια που πήγαμε μας καλωσόρισαν και μας είπαν να περιμένουμε να βγει η κοπέλα. Δεν είχε πολύ κόσμο στα copy-paste κατακόκκινα σαλονάκια. Δεν είπα φυσικά πως έκανα έρευνα για άρθρο, ήθελα να έχω όλα τα δάχτυλά μου, ώστε να μπορώ τελικά να το γράψω. Και πάλι όμως, από τους λιγοστούς που είδα εκεί δεν υπήρχε κάτι που να μου αιτιολογεί γιατί ήθελαν να πληρώσουν για σεξ. Αλλά τι περίμενα; Να το γράφουν στο κούτελο; Το μοναδικό κοινό στοιχείο που παρατήρησα ήταν πως όλοι ήταν η ηλικία. Όλοι ήταν άνω των 40 (εκτός από έναν που ήταν μεταξύ 25 και 30) και δεν διέθεταν και καμία ιδιαίτερα καλή εμφάνιση. Άρα, είχα το πρώτο μου στοιχείο. Γιατί εάν ένας άνδρας δεν διαθέτει μια εμφάνιση, η οποία θα μπορούσε να προσελκύσει το ενδιαφέρον των θηλυκών, η ανάγκη του για σεξ θα τον οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια στην εύκολη λύση. Την αγορά εκείνου που έχει ανάγκη, όπως πολύ ορθά παρατήρησε ο κολλητός μου.
Μείναμε στο ένα μέχρι να εμφανιστεί η κοπέλα και μόλις πήρε πελάτη μέσα, φύγαμε. Σαφέστατα και δεν ήταν σαν τη Τζούλια Ρόμπερτς στο Pretty Woman ή την Μαίρη Χρονοπούλου στα κόκκινα φανάρια. Ήταν μια όμορφη κοπέλα, αδύνατη και υπερβολικά βαμμένη. Πιθανότατα από το πρώην ανατολικό μπλοκ ή έτσι μου φάνηκε τουλάχιστον. Παρόλη την βόλτα μας και την εμπειρία που αποκόμισα από αυτήν, η ερώτησή μου παρέμενε αναπάντητη. Κι έτσι κλείδωσα για λίγο την ιδέα μου γι’ αυτό το άρθρο σε ένα ντουλάπι, μην έχοντας κάτι χειροπιαστό ώστε να καταφέρω να το ολοκληρώσω. Αλλά όλα σε αυτόν τον κόσμο σε βρίσκουν όταν νομίζεις πως τα έχεις ξεχάσει. Έτσι συνέβη και τώρα, μιας και η επόμενη απάντηση ή πιο συγκεκριμένα μια από τις επόμενες απαντήσεις μου ήρθε λίγο καιρό αργότερα, όταν μιλώντας σε μία παρέα για το άρθρο που ετοίμαζα, μια φίλη μου ανέφερε πως έχει μια φίλη η οποία δουλεύει ως call girl, με την οποία με έφερε σε επαφή.
Η Άννα (φυσικά το όνομα δεν είναι αληθινό) είναι ένα call girl και μάλιστα, όπως η ίδια με πληροφόρησε από τα πολύ καλά δικτυωμένα και καλοπληρωμένα. Το πρώτο πράγμα που μου κατέστησε σαφές ήταν πως υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα σε μια πόρνη ενός οίκου ανοχής και σε ένα call girl -και δεν είναι μόνο στο όνομα-, αλλά και στους πελάτες τους. Η διαφορά αυτή βρίσκεται κυρίως στο οικονομικό, μιας και τα call girls είναι για εκείνους που μπορεί να τα αντέξει η τσέπη τους. Επίσης, μια ακόμη διαφορά τους έγκειται στο χρόνο. Μια πόρνη ολοκληρώνει με έναν πελάτη της κατά μέσο όρο σε δέκα με δεκαπέντε λεπτά (!). Τα call girls πληρώνονται με την ώρα ή ακόμη και για να περάσουν μια ολόκληρη βραδιά με τον πελάτη τους. Φυσικά αυτό, αυξάνει ακόμα περισσότερο την τιμή.
«Το 40% των πελατών μου είναι παντρεμένοι», μου εκμυστηρεύτηκε η Άννα. «Γιατί έρχονται σε μένα; Νομίζω πως απλώς έχουν βαρεθεί το συζυγικό σεξ. Ξαπλώνουν και δίπλα τους βλέπουν τη μάνα των παιδιών τους και όχι τη γυναίκα τους. Επομένως, αρχίζει αλλού η αναζήτηση. Το να βρουν γκόμενα είναι πιο δύσκολο σε ηλικίες άνω των 40, άσε που το θεωρούν κι επικίνδυνο. Σε μένα σκάει 150 ευρώ και δεν με νοιάζει. Επιπλέον μπορεί να θέλει πράγματα που ντρέπεται να ζητήσει από τη γυναίκα του. Το πρωκτικό σεξ, αλλά και τα σαδομαζοχιστικά παιχνίδια ήταν χρόνια πριν γνωστά στους κύκλους μας, όχι τώρα που έγιναν mainstream» Έσβησε το τσιγάρο της στο τασάκι και μαζί με αυτό έληξε και η κουβέντα μας; Να ήταν άραγε αυτός λοιπόν ο βασικός λόγος; Άνδρες (κυρίως παντρεμένοι) που ήθελαν κάτι διαφορετικό; Σαδομαζοχιστικά παιχνίδια; Η προσπάθεια εκπλήρωσης των ερωτικών φαντασιώσεων μπορεί να σταθεί τόσο ικανή ώστε να τροφοδοτεί και να συντηρεί ολόκληρο κλάδο;
Όχι. Σίγουρα δεν ήταν μόνο αυτό. Ήταν και κάτι ακόμα…
Όταν ένας φίλος μου μου αποκάλυψε πως είχε πληρώσει κάποτε ένα call girl (ελπίζω μόνο να μην ήταν η Άννα, γιατί θα του στοίχησε μια περιουσία), το μόνο που βρήκα να τον ρωτήσω ήταν αν τελικά άξιζε. «Άξιζε μόνο για την εμπειρία…» Με την λακωνική του αυτή απάντηση είχα ένα ακόμα στοιχείο στο πάζλ μου: την εμπειρία. Το να πληρώσεις για σεξ μια φορά στη ζωή σου είναι από τα πράματα που πρέπει να έχεις κάνει για να έχεις να λες στους κολλητούς σου. Ή τουλάχιστον έτσι ήταν παλαιότερα. Γιατί όπως μου είπε κάποιος, «αν μια επαγγελματίας δεν σου έχει φορέσει το προφυλακτικό με το στόμα, δεν ξέρεις τι σημαίνει εφευρετικότητα στο σεξ…»
Εννοείται φυσικά πως δεν πρέπει να ξεχνάμε και την ανάγκη του αρσενικού για ωμό, ψυχρό σεξ, χωρίς συναισθηματισμούς. Στις γυναίκες είναι συχνότερη η έλλειψη μιας αγκαλιάς σους άνδρες λείπει το σεξ. Γι’ αυτό και όταν το θέλουν πληρώνουν για να το βρουν. Έτσι απαιτεί το σύγχρονο καπιταλιστικό σύστημα!
Και μόλις έγραψα αυτές τις λέξεις στο μυαλό μου ξεπετάχτηκε και κάτι ακόμα. Είναι όλοι αυτοί οι λόγοι ή μήπως είναι τόσο επιδερμική, ώστε αν ξύσω λίγο την επιφάνεια τους θα ανακαλύψω την αιώνια ανάγκη του αρσενικού για επιβολή κυριαρχίας μέσω της οικονομικής οδού; Μήπως η αγοραστική δύναμη κάνει τους άνδρες ασφαλείς ή μήπως λειτουργεί σαν αφροδισιακό; Γιατί η σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία έχει μεταφέρει τις οικονομικές αξίες της και στον ερωτικό τομέα. Η κρεβατοκάμαρα έγινε ένας ακόμα χώρος επιβολής του ισχυρού. Και δεν εννοούμε τον αρχέγονο τρόπο επιβολής, αλλά τον σύγχρονο μέσα από παιχνίδια εξουσίας και επίδειξη δύναμης (λιγότερες φορές συναισθηματικής). Την αιώνια ανάγκη επίδειξης του άνδρα του σωστού, του πρόστυχου, που μπορεί να ικανοποιήσει μια γυναίκα. Γιατί εκεί κρύβεται η ειδοποιός διαφορά: πως ο άνδρας όταν πληρώνει για σεξ πληρώνει για την δική του ικανοποίηση. Δεν έχει τον φόβο αν θα ικανοποιήσει τη σύντροφό του. Κι απαλλαγμένος από αυτόν τον φόβο απλώς βγάζει όλα τα πρωτόγονα ένστικτά του, πάνω στο «αντικείμενο» το οποίο αγόρασε για να τον ικανοποιήσει. Κι αυτή η επιβολή γίνεται με τον πιο απλό τρόπο: τον οικονομικό. Το σεξ έχει, είχε και θα έχει τιμή. Εξευτελιστική κατά τη γνώμη μου, αλλά έχει. Μήπως λοιπόν δεν είναι ένας ο λόγος που μπορεί ένας άνδρας να επιλέξει να πληρώσει για σεξ έστω και μια φορά στη ζωή του, αλλά ένα συνονθύλευμα αιτιών; Μήπως τελικά ο κλάδος ανθεί, και θα συνεχίζει να ανθεί όσο ο άνδρας θα θέλει να δείξει πως είναι το ισχυρό εκείνο ζώο, που έχει τη δυνατότητα να αγοράσει τα πάντα, προς απλή ικανοποίηση των ενστίκτων του. Ακόμη κι όταν πρόκειται για ένα ανθρώπινο σώμα για μερικά λεπτά ή λίγες ώρες;
*Πηγή έρευνας: Los Angeles times
Εισαι μεγάλο παιδί και απορώ που η προσέγγισή σου είναι τουλάχιστο γυναικεία. Ένας άντρας μπορεί να πάει επί πληρωμή με μια γυναίκα για άπειρους λόγους: Από απορία, για την εμπειρία, για να έχει να το λέει με τους φίλους του, για να μην χρειαστεί να την κερνάει καφέδες και ποτά, γιατί του την έσπασε η γκόμενα του και θέλει να πηδήξει, για να πηδήξει μια πιο ωραία γκόμενα από αυτές που βρίσκει συνήθως, για να της μιλήσει χωρίς σκοπό και πολλοί άλλοι λόγοι. Δεν ισχύουν όλοι σε όλους και σιγουρα όχι ταυτόχρονα, αλλά για ενήλικο άντρα δεν δέχομαι την ερώτηση: “γιατί πληρώνουν οι άντρες για να πηδήξουν”.
ΥΓ. ούτε εγώ έχω πάει, αλλά καταλαβαίνω όλους τους άλλους