Οι γυναίκες πάντα εργάζονταν, απλώς δεν αμείβονταν πάντα και πολλές από τις δουλειές που έκαναν δεν αναγνωρίζονταν ως εργασία.
Διαχρονικά, όμως, ακολουθούνται από ένα στερεότυπο: Αυτό της ποπ κουλτούρας για την εργαζόμενη γυναίκα. Για να καταλάβεις τι εννοούμε, σκέψου την Carrie Bradshaw: Ποιες είναι οι πιθανότητες μια σπάταλη δημοσιογράφος με μια εβδομαδιαία στήλη σε μια εφημερίδα να μπορούσε να ζει σε ένα ικανοποιητικό διαμέρισμα στην καρδιά του Μανχάταν, να συχνάζει στα πιο «in» μαγαζιά και να μετακινείται με ταξί; Στην πραγματική ζωή, μάλλον καμία.
Και τα παραδείγματα είναι ατελείωτα: Από την Barbie, που πρωτοκυκλοφόρησε το 1959 μέχρι διάσημους τηλεοπτικούς ή κινηματογραφικούς χαρακτήρες, όπως η Andie στο «The Devil Wears Prada», η Sandra Bullock στο «The Proposal», αλλά και η πιο σύγχρονη Emily του «Emily in Paris».
Αυτό είναι το ψέμα της ποπ κουλτούρας για την εργαζόμενη γυναίκα: Είναι υπερβολικά φιλόδοξο και παρουσιάζει μια μη ρεαλιστική προοπτική.
Όλα αυτά τα πρότυπα δημιούργησαν την εικόνα ενός τέλειου κοριτσιού, με αψεγάδιαστη εμφάνιση, ονειρεμένες επαγγελματικές προοπτικές, μια δουλειά που λειτουργεί ως φόντο και όχι ως πρωταγωνιστής στη ζωή, αλλά κι έναν απώτερο σκοπό για να ολοκληρωθεί η ήδη εξασφαλισμένη ευτυχία της: να βρει τον τέλειο άντρα.
Για παράδειγμα, το «The Devil Wears Prada» κάνει τα πικρά γλυκά σε ό,τι αφορά στη σκληρή εργασιακή πραγματικότητα, αφού η Andie ζει έναν εφιάλτη δίπλα στην αυστηρή -και κάπως μνησίκακη, θα λέγαμε- διευθύντριά της και υπομένει όλα τα βασανιστήρια, προκειμένου να πετύχει επαγγελματικά. Πρόκειται για ένα «καλογυαλισμένο» πλαίσιο, που μας περνά το μήνυμα ότι κάθε θυσία αξίζει τον κόπο όταν ο στόχος είναι οι επαγγελματικές κατακτήσεις… ακόμη και εκείνες που σήμερα θα θεωρούνταν πραγματική εργασιακή εκμετάλλευση και κακοποίηση.
Η Sandra Bullock ως στέλεχος του «The Proposal» μεταδίδει το μήνυμα ότι μια γυναίκα, της οποίας το όραμα επικεντρώνεται στην κυριαρχία των επιχειρήσεων, καταλήγει θλιβερά μόνη, υπονοώντας ενδεχομένως ότι οι γυναίκες θα πρέπει να εγκαταλείπουν τα μεγάλα επαγγελματικά όνειρα, προκειμένου να έχουν μια ικανοποιητική προσωπική ζωή.
Μια άλλη Andie, αυτή του «How To Lose A Guy In Ten Days», είναι μια δημοσιογράφος που αγαπά τη δουλειά της. Η αφοσίωσή της σε αυτή, όμως, δεν καταλήγει στο πολυπόθητο Pulitzer, αλλά στην αγκαλιά του Matthew McConaughey.
Η ερωτική χημεία υπερτερεί της παραγωγικότητας, κάθε φορά.
Με έναν περίεργο τρόπο, το πρότυπα της οθόνης αντικατοπτρίζουν μια συγκεχυμένη, αντιφατική πραγματικότητα που όντως ισχύει για το πώς νιώθουμε όλοι για τη δουλειά μας: Την αγαπάμε και ταυτόχρονα τη μισούμε, είναι το μόνο στο οποίο θέλουμε να αφοσιωθούμε, αλλά και το τελευταίο πράγμα με το οποίο θέλουμε να ασχοληθούμε.
Μοιραία, επιστρέφουμε στην πιο σύγχρονη εκδοχή της ποπ κουλτούρας για την εργαζόμενη γυναίκα, την «Emily In Paris»: Η επαγγελματική της ζωή, παρά το γεγονός ότι συμβαίνει σε μια σφαίρα που θεωρητικά θα μπορούσε να ισχύει στην πραγματική ζωή, απέχει υπερβολικά πολύ από την πραγματικότητα. Όλα όσα συμβαίνουν στη δουλειά αποτελούν μια δευτερεύουσα πλοκή, που υπάρχει κυρίως για να διευκολύνει τις υπόλοιπες εξελίξεις της ζωής της, από τις σχέσεις της με τους άλλους ανθρώπους, μέχρι τις δραστηριότητες στον ελεύθερο χρόνο της.
Για τους περισσότερους από εμάς, η εξίσωση φαίνεται πολύ διαφορετική. Αντί να λειτουργεί ως φόντο, η δουλειά είναι η ζωή μας -όχι από επιλογή, αλλά ως αποτέλεσμα των υψηλών απαιτήσεων, των αυστηρών χρονοδιαγραμμάτων και του διαρκούς στρες, που μοιραία την φέρνουν σε πρώτο πλάνο. Όσο για τα υπόλοιπα -φιλίες, έρωτες, χόμπι- αυτά δεν συμβαίνουν κατά κανόνα στη δουλειά ή μέσω της δουλειάς, ακριβώς επειδή είναι τόσο πιεστική, που δεν αφήνει περιθώρια.
Η πραγματική ζωή δεν έχει τόσες εκδρομές, πληρωμένες από το αφεντικό, όπως στο «Emily In Paris», αλλά συχνά φιλοξενεί μια εργασιακή πραγματικότητα που κουράζει και απογοητεύει. Αυτό, φυσικά, δεν σημαίνει ότι η οθόνη πρέπει να αναπαράγει αυστηρά εικόνες μιας εργαζόμενης γυναίκας που δουλεύει από σπίτι φορώντας φούτερ και συμμετέχοντας σε μια κλήση Zoom, ενώ παράλληλα προσπαθεί να φροντίσει το άρρωστο παιδί της, που δεν πήγε στον παιδικό σταθμό, την ώρα που εξηγεί για πολλοστή φορά στο Boomer αφεντικό της πώς να βάλει ένα GIF σε μια συνομιλία του Teams.
Ούτε χρειάζεται απαραίτητα να βλέπουμε τις άλλες ανησυχίες του εργασιακού μας κόσμου, όπως την στασιμότητα των μισθών, τον φόβο της απόλυσης, τον κίνδυνο του ChatGPT και άλλα να δραματοποιούνται και να συσκευάζονται σε ένα τακτοποιημένο επεισόδιο 45 λεπτών κάθε εβδομάδα.
Αυτό που θα ήταν ωραίο, ωστόσο, είναι να υπάρχουν έστω κάποιες απεικονίσεις εργαζομένων γυναικών που συμβαδίζουν με μια πιο ρεαλιστική αναπαράσταση, όπου η φιλοδοξία και η πραγματικότητα συναντώνται με τρόπο διασκεδαστικό, αλλά όχι εξοργιστικά εξωπραγματικό.