Κάνε μία εικόνα στο μυαλό σου. Είναι βράδυ, είσαι εξουθενωμένος και θες μόνο να πέσεις στο κρεβάτι και να κοιμηθείς αμέσως. Ωστόσο, με κάποιον τρόπο, καταλήγεις να χαζεύεις με τις ώρες στο κινητό. Κι ας κλείνουν τα μάτια σου. Κι ας ξέρεις ότι αύριο έχεις πρωινό ξύπνημα. Άσε με να μαντέψω. Αυτό το σενάριο σού φαίνεται πολύ οικείο και γνωστό. Το ζεις σχεδόν κάθε βράδυ.
Τι συμβαίνει;
Ίσως θα χαρείς αν μάθεις ότι δεν είσαι μόνος. Κι άλλοι περνάνε το ίδιο με εσένα. Μάλιστα, η βραδινή σου συνήθεια-μαρτύριο έχει και όνομα. Ο όρος έρχεται από την Κίνα και είναι 報復性熬夜. Στα ελληνικά η ελεύθερη μετάφρασή του είναι “εκδικητική αναβλητικότητα την ώρα του ύπνου”. Πρόκειται για ένα φαινόμενο, το οποίο αναγνωρίζεται κλινικά και από τους ψυχολόγους.
Μία απλή περιγραφή του φαινομένου είναι η εξής. Όταν δεν έχεις μεγάλο έλεγχο της ζωής σου μέσα στη μέρα, το βράδυ αρνείσαι να κοιμηθείς. Έτσι, καταλήγεις να κοιμάσαι πολύ αργά, ακόμα κι αν είσαι τρομερά κουρασμένος. Με αυτόν τον τρόπο, προσπαθείς να ανακτήσεις μία αίσθηση ελευθερίας πάνω στην εκμετάλλευση του χρόνου σου και συγχρόνως να καθυστερήσεις όσο περισσότερο γίνεται το ξεκίνημα της επόμενης μέρας.
Αιτία του φαινομένου
Βασική αιτία του φαινομένου θεωρείται ο καπιταλιστικός τρόπος ζωής και, ειδικότερα, οι ώρες εργασίας του. Όπως προαναφέραμε, μάς δημιουργείται η αίσθηση ότι δεν έχουμε μεγάλο έλεγχο στη ζωή μας. Αυτό συμβαίνει κυρίως στις περιπτώσεις των ανθρώπων που φεύγουν από το σπίτι τους για τη δουλειά το πρωί και συνήθως γυρίζουν όταν έχει νυχτώσει. Μάλιστα, η κατάσταση εντείνεται ακόμα περισσότερο όταν στο σπίτι υπάρχουν παιδιά, τα οποία θέλουν την απαραίτητη φροντίδα και προσοχή. Και, φυσικά, ό,τι άλλο λειτουργεί ως υποχρέωση προσθέτει σε αυτό.
Με άλλα λόγια, μιλάμε για μία κατάσταση, όπου δεν έχουμε καθόλου χρόνο για χαλάρωση και για τον εαυτό μας. Το πρόβλημα είναι ότι ο εγκέφαλός μας -συνειδητά και ασυνείδητα- γνωρίζει πως πρέπει να ξεκουραστούμε, ώστε να είμαστε παραγωγικοί την επόμενη μέρα. Έτσι, αναζητάμε τρόπους χαλάρωση. Στο συγκεκριμένο φαινόμενο, τους βρίσκουμε στο κινητό ή στην τηλεόρασή μας, τη μόνη στιγμή που έχουμε πλέον ελεύθερο χρόνο, την ώρα που θα έπρεπε να κοιμόμαστε.
Γιατί επιλέγουμε αυτόν τον τρόπο χαλάρωσης;
Το πρόβλημα με το σκρολάρισμα στο κινητό το βράδυ ή με την παρακολούθηση σερί επεισοδίων είναι ότι αυξάνονται οι πιθανότητες να ξοδέψουμε σε αυτά πολύτιμες ώρες ύπνου. Ίσως, λοιπόν, κάποιος αναρωτηθεί γιατί δεν επιλέγουμε να κάνουμε κάτι πιο σύντομο ή ελαφρώς πιο παραγωγικό. Γιατί, για παράδειγμα, δεν αφιερώνουμε λίγα λεπτά σε ασκήσεις γιόγκα ή σε διαλογισμό; Ή δεν φτιάχνουμε ένα χαλαρωτικό τσάι; Ή δεν ακούμε λίγη μουσική;
Τρόποι χαλάρωσης, όπως τα παραδείγματα που είπαμε, αφήνουν μεγάλα περιθώρια για σκέψη. Αυξάνουν, δηλαδή, τις πιθανότητες να πρέπει να έρθουμε αντιμέτωποι με τα προβλήματα που βιώνουμε και προσπαθούμε να τα αποφύγουμε, κάνοντας σαν να μην υπάρχουν. Η τηλεόραση ή το κινητό προβάλλουν αρκετές εικόνες -με τη μεταφορική και κυριολεκτική έννοια-, ώστε να έχουμε δύο αποτελέσματα. Κυριαρχούν στο μυαλό μας, καταπιέζοντας όσα δεν θέλουμε να σκεφτόμαστε, και σταδιακά μάς κουράζουν αρκετά, ώστε να μάς πάρει ο ύπνος χωρίς να το καταλάβουμε.
Ασυνείδητα νομίζουμε ότι με αυτόν τον τρόπο προστατεύουμε τον εαυτό μας από ανεπιθύμητες σκέψεις και συναισθήματα. Τελικά, όμως, απλά με την καταπίεση τα χειροτερεύουμε και μάς βάζουμε σε μία πιο έντονη κατάσταση άγχους.
Γιατί το φαινόμενο επεκτάθηκε την περίοδο του lockdown;
Είναι χαρακτηριστικό ότι με τα lockdowns και την πανδημία το φαινόμενο συναντάται σε όλο και περισσότερους ανθρώπους. Δεν είναι, προφανώς, τυχαίο. Αν και είμαστε σπίτι μας, για τους περισσότερους ο χρόνος χαλάρωσης έχε περιοριστεί ακόμα περισσότερο. Όσοι είναι γονείς έχουν επιπλέον ώρες τα παιδιά μαζί τους και, όποτε τα σχολεία είναι κλειστά, αναλαμβάνουν να τα βοηθήσουν στα μαθήματα. Όσοι δεν μένουν μόνοι δεν έχουν πλέον καμία στιγμή χρόνο αποκλειστικά με τον εαυτό τους. Και, φυσικά, με την τηλεργασία, τα ωράρια πλέον σχεδόν δεν υπάρχουν, χάρη στους εργοδότες που θεωρούν ότι, αφού είμαστε σπίτι, δεν υπάρχουν ώρες εργασίας, σαββατοκύριακα και αργίες. Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, ότι οι ώρες χαλάρωσης για πολλούς είναι πλέον ένα μακρινό όνειρο και η “εκδικητική αναβλητικότητα την ώρα του ύπνου” νόρμα της κάθε νύχτας τους.
Παράλληλα, το lockdown οδηγεί με ακόμα έναν τρόπο στο φαινόμενο. Σχετίζεται, μάλιστα, και με την προτίμηση αφιέρωσης χρόνου στο κινητό ή στην τηλεόραση. Αυτό που έχει λείψει στους περισσότερους είναι η επικοινωνία με τους άλλους ανθρώπους και η επιστροφή στην κανονικότητα, στην εκτός του σπιτιού ζωή. Η ανάγκη αυτή δεν μπορεί να καλυφθεί με δραστηριότητες, όπως η γυμναστική.
Αντιθέτως, μπορεί να καλυφθεί από το διαδίκτυο και την τηλεόραση. Από τη μία, αυτά μάς δίνουν τη δυνατότητα να μιλήσουμε με άλλους ανθρώπους, να δούμε τι κάνουν, πώς περνάνε τις μέρες τους και να νιώσουμε τελικά λιγότερο μόνοι. Από την άλλη, μάς επιτρέπουν να “ζήσουμε” εκτός του lockdown. Μάς μεταφέρουν σε άλλες εποχές -πριν ή μετά την πανδημία- και μάς βοηθούν να ονειρευτούμε το αύριο.