Τις μέρες αυτές, πάνω από τη δημόσια σφαίρα αιωρούνται, στα πλαίσια των διαβουλεύσεων μεταξύ των Ευρωπαίων ηγετών, έννοιες όπως διαπραγμάτευση, αλληλεγγύη, υποχρεώσεις, συμβιβασμός ή αξιοπρέπεια. Η δίνη της σύγκρουσης των εθνικών διεκδικήσεων με το ευρωπαϊκό κανονιστικό πλαίσιο και τους δύσκαμπτους εκφραστές του, οι οποίοι φοβάμαι ότι προτιμούν να περιορίζονται δυστοπικά σε όρους όπως το χρέος και τα συγκρουόμενα συμφέροντα αντί για τα πραγματικά οικονομικά και κοινωνικά φαινόμενα, δεν ξέρω κατά πόσο μας μετακινεί από τις θέσεις μας. Ίσως μετά από καιρό όμως, οι θέσεις αυτές να βρίσκονται κοντά σε έναν κοινό συλλογικό τόπο.

Με τούτην την αφορμή, σκέφτομαι συνειρμικά ένα συγκρότημα που ταύτισε τον ήχο του με την διεκδίκηση και την αμφισβήτηση και δεν είναι άλλο από τους Βρετανούς Clash. Η ιστορία τους ξεκινά το 1977 και μέχρι το 1986, οι Clash (που σημαίνει σύγκρουση) καταγράφονται ως ένα από τα πρώτα δυναμικά punk rock συγκροτήματα με πειραματισμό και σε άλλα είδη όπως reggae, ska, dub, funk και rockabilly. O λόγος όμως που προωθήθηκαν σαν “the only band that matters” ήταν ο δυναμικός ήχος σε συνδυασμό με τον πολιτικό στίχο και τον έντονα ριζοσπαστικό χαρακτήρα, ο οποίος διαχώρισε ωστόσο τη θέση του από το μηδενισμό αντίστοιχων καλλιτεχνών. Η επαναστατικότητά τους μπορεί να τους έκανε ιδιαίτερα δημοφιλείς, αλλά υπήρχαν φορές που τους έφερε μπροστά στο φάσμα της λογοκρισίας από τα αγγλικά και τα βρετανικά ραδιόφωνα.

cover

Ένα από τα κομμάτια που φαντάζομαι ότι θα αντιμετώπισε αυτόν τον κίνδυνο είναι το ”Guns of Brixton”, γραμμένο το 1979, μέσα από το ιστορικό album “London calling”, λίγους μήνες μετά την έναρξης της εποχής της σκληρά νεοφιλελεύθερης Θάτσερ στην πρωθυπουργία του Ηνωμένου Βασιλείου. Στο πλαίσιο του τότε καταπιεσμένου κοινωνικού περιβάλλοντος, το τραγούδι γεννήθηκε με αφορμή τη συνεχή επίδειξη αστυνομικής αυθαιρεσίας απέναντι στους αγωνιζόμενους για την επιβίωση μετανάστες στο Brixton. Οι στίχοι των Clash επιβεβαιώθηκαν πλήρως προφητικά 2 χρόνια μετά, με τη σφοδρή σύγκρουση της αστυνομίας και του εθνικιστικού μπλοκ National Front με τις ομάδες άμυνας που οργάνωσαν οι μετανάστες.

Λοιπόν, σε πληροφορώ ότι η σχετική μου έρευνα αποκάλυψε πάνω από 30 διασκευές του Guns of Brixton, τις οποίες άκουσα όλες και δυστυχώς θα περιοριστώ στις εξής 4:

Ξεκινάω με τους αγαπημένους Calexico και την εξαιρετική ατμοσφαιρική τους εκδοχή από το 2006. Το κομμάτι είναι αγνώριστο και κάπου στο 2:00 κάνει ένα γύρισμα, συμπληρώνει τους στίχους στα ισπανικά και καταλήγει σε μια εναλλαγή του κλασικού Calexico – ψίθυρου με μια ισπανική απαγγελία – κορώνα. Έργο τέχνης. Τι σου λέω, να το ακούσεις.

Στη συνέχεια, στέκομαι στη διασκευή του Tim Armstrong με τον Jimmy Cliff, το 2011. Ο τελευταίος πρωταγωνιστούσε στην ταινία “The harder they come” to 1972, ενσαρκώνοντας τον Ivan έναν επίδοξο Τζαμαϊκανό τραγουδιστή της reggae με τον στόχο του να περνάει μέσα από διεφθαρμένους δρόμους. Στο Guns of Brixton, oι Clash αναφέρονται στη συγκεκριμένη ταινία με τον στίχο:

You see, he feels like Ivan/ born under the Brixton sun/ His game is called survivin’/ At the end of the harder they come.

Ενδιαφέρουσα θα βρεις και την προσέγγιση των Καναδών Arcade Fire όπου προσδίδουν έναν εναλλακτικό ήχο στο κομμάτι με όργανα όπως βιολί, ξυλόφωνο ή άρπα. Τα φωνητικά γεμίσματα με το μεγάφωνο σαφώς και ενισχύουν την ένταση και την υποβλητικότητα.

Θα κλείσω με τις Nouvelle Vague που θα μπορούσαν άνετα να μονοπωλήσουν ένα μελλοντικό cover letter. Στη συγκεκριμένη διασκευή από το 2004 όμως, ο bossa nova ήχος τους μετατρέπει το κομμάτι σε lounge και προσωπικά θεωρώ ότι δεν ανταποκρίνεται στο πνεύμα του κομματιού.

Η τόσο μεγάλη ποικιλία των διασκευών που καταγράφονται αποδεικνύει την βαρύτητα του Guns of Brixton και την ανάδειξή του σε τραγούδι – σταθμό της punk rock σκηνής, αφιερωμένο στην ανάγκη αντίδρασης των πιο αδύναμων απέναντι στην αδικία που υφίστανται. Και ως τέτοιο, εκτιμώ ότι θα το βρίσκουμε μπροστά μας για πάρα πολλά χρόνια ακόμα.