Μια φορά κι ένα καιρό ήταν ένα κορίτσι με σγουρά φουντωτά μαλλιά. Τη έλεγαν Μάρθα, αν κι εγώ την έλεγα κουκίδα γιατί μου θύμιζε κουκίδα όταν φοβόταν και κουλουριαζόταν γύρω από τον εαυτό της. Είχε πολλά ταλέντα και μου άρεσε πολύ αυτό, σχεδόν το ζήλευα γιατί εγώ δεν μπορούσα να κάνω αυτά που έκανε εκείνη. Χόρευε, έπαιζε πιάνο, τραγουδούσε, ακόμα και τα γράμματα της στο τετράδιο του σχολείου ήταν πολύ πιο όμορφα από τα δικά μου. Και έγραφε και στίχους. Μου έμαθε να γράφω τις σκέψεις μου, μου έμαθε τραγούδια και μουσικές, μαζί πηγαίναμε στο θέατρο, σε συναυλίες και σινεμά, διαβάζαμε βιβλία και τα συζητάγαμε. Ακόμα και για αγόρια όταν μιλούσαμε, με εκείνη ήταν διαφορετικά! Κάναμε πολλά εναλλακτικά πράγματα μαζί, μπάνιο στη θάλασσα Ιανουάριο στη Ραφήνα, πικ νικ στο διπλανό οικόπεδο του σχολείου στην πρώτη ώρα, σαββατοκύριακο στην Ύδρα μόνες ανάμεσα σε ζευγαράκια.
Ένα καλοκαίρι, νομίζω του 1991 ήταν, το περάσαμε ολόκληρο μαζί. Και δε χάσαμε ούτε μια συναυλία του Τσακνή με το Μαχαιρίτσα. Ξέραμε όλα τα τραγούδια, χορεύαμε και πόσο διασκεδάζαμε με τις κυρίες που μας κοιτούσαν με απορία και μας ρωτούσαν: “μα ξέρετε ΟΛΑ τα λόγια απ’ έξω;”. Μαζί είδαμε τα “Βαμμένα Κόκκινα Μαλλιά”, μαζί ερωτευτήκαμε το Λούη και αναρωτηθήκαμε πρώτη φορά για τις σχέσεις.
Μετά το σχολείο χωριστήκαμε και έχασα το κορίτσι με τα σγουρά φουντωτά μαλλιά. Μάθαινα τα νέα της και πάντα λάμβανα από εκείνη τα ομορφότερα γράμματα: χρωματιστά ριζόχαρτα, κολλημένα λουλούδια, σκιτσάκια με φωτογραφίες και κείμενα που δε χόρταινα να διαβάζω. Ένα περίεργο πράγμα: δεν την αναζήτησα. Δεν ξέρω γιατί. ‘Ίσως μεγαλώνοντας κουράστηκα να θαυμάζω όλα αυτά τα διαφορετικά που είχε, όλα αυτά που δεν κατάφερνα εγώ κι εκείνη έκανε τόσο καλά.
Πολύ συχνά τη σκεφτόμουν και χαμογελούσα. ‘Εμαθα ότι έκανε δυο όμορφα παιδιά ότι ακόμα χορεύει, ότι διδάσκει και έχει φτιάξει ένα σπίτι όπως της αρέσει, μαζί με το άλλο της μισό. Άραγε να σκέφτεται κι αυτή τα ίδια, να περνούν από το μυαλό της οι ίδιες ιστορίες, οι εικόνες, τα χρώματα των παιδικών μας χρόνων; Να θυμάται ότι ήμασταν τα μόνα παιδάκια που δεν ήθελαν να μεγαλώσουν;
Διάβαζα συχνά τα παλιά μας τετράδια. Είχα ανάγκη να την έχω στο μυαλό μου όπως ήταν τότε. Ανάμεσα στα λατινικά και τα Αρχαία, υπάρχει ένα καλλιγραφικό σημείωμα που λέει “δεν ξέρω αν ένα ζευγάρι πουεντ είναι κάτι σημαντικό, αλλά αυτό συνέβη σε εμένα σήμερα. Κουκίδα.“
Μετά από χρόνια μου είπε ότι κι εκείνη πάντοτε θαύμαζε σε εμένα αυτά που δεν μπορούσε να κάνει εκείνη τόσο καλά. Δεν μου είχε περάσει ποτέ από το μυαλό. Γυναίκες, περίεργα πλάσματα.