Έχεις μόλις δει τον Ryan Gosling και την Emma Stone σε μια από τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς. Γυρνάς σπίτι, κλείνεις τα πάντα και περιμένεις. Τον Ryan, την Emma, εκείνο που έζησαν. Ή μήπως εκείνο που δεν πρόλαβαν να ζήσουν; Ούτε καν στην χώρα του La La Land.
*Πριν συνεχίσεις να διαβάζεις αυτό το κείμενο, πήγαινε στο τέλος του και πάτα play. Πιάσε το πάλι από την αρχή.
Ενώ εσύ βάζεις τα κλειδιά στην πόρτα περιμένοντας να σε βγάλει σε έναν κόσμο του La La Land με soundtrack το τραγούδι του Seb, κοιτάς τα παπούτσια σου και σκέφτεσαι τις κάλτσες σου. Δυο κάλτσες που είναι μαζί αλλά σε δυο διαφορετικά μέρη. Δυο κάλτσες που έχουν κοινά όνειρα και στόχους μα ίσως κάποια χαθεί στην διαδρομή. Και τότε, η άλλη κάλτσα θα βρει άλλο ταίρι. Ένα ταίρι που θα της μοιάζει. Δεν θα είναι το ίδιο, δεν θ’ ακούει τζαζ αλλά θα κουμπώνει όσο καλύτερα μπορεί ώστε να πάρει την θέση της χαμένης κάλτσας. Εκείνης που χάθηκε στην διαδρομή για χάρη εκείνης που έμεινε πίσω. Για να μην μείνει μόνη. Γιατί ενδεχομένως να έχει χάσει και η ίδια την άλλη της κάλτσα.
Κάθομαι λοιπόν, εδώ και μιλάω για κάλτσες, τζαζ και ταινίες. Ίσως να τα αναφέρω γιατί είναι μερικά από τα βασικά στοιχεία σε μια σχέση. Γιατί το ιδανικό ραντεβού μπορεί να είναι σε ένα παλιό συνοικιακό σινεμά, μια βόλτα στο αστεροσκοπίο και ένας χορός στο δρόμο. Γιατί μετά από αυτό, το ιδανικό ραντεβού για εσάς τους δυο θα είναι ένα σπίτι, μερικοί δίσκοι της τζαζ και ταινίες. Χωρίς να σας αρέσει η τζαζ και χωρίς να αγαπάτε τις παλιές ταινίες. Απλώς επειδή έτυχε να είστε ένα ζευγάρι κάλτσες. Έτυχε να βρεθείς στον δρόμο του, έτυχε να βρεθεί στον δρόμο σου.
Οι άνθρωποι είναι σαν τις κάλτσες. Δημιουργούνται σε ζευγάρια και χάνονται στην διαδρομή. Φθείρονται, αγκαλιάζονται και ξαναχάνονται. Μέχρι που η μια από τις δύο κάλτσες θα μείνει πίσω. Μέχρι που η άλλη θα πρέπει να βρει αντικαταστάτρια κάλτσα για να μην μείνει μόνη. Για να μπορέσει να συνεχίσει να κάνει αυτό που κάνει καλύτερα. Ό,τι κι αν είναι αυτό. Και μ’ ένα soundtrack συνεχίζουν. Να χορεύουν, να αγκαλιάζονται, να πηγαίνουν κάπου μαζί. Συνεχίζουν να “ψάχνουν στα μάτια κάποιου να τους φωτήσει τον ουρανό, να τους δώσει τον κόσμο. Μια φωνή που θα λέει ‘είμαι εδώ’ και θα είναι καλά”. Τουλάχιστον έτσι τους λένε και αυτό περιμένουν.
Ακόμη όμως κι αν βρεις την ίδια γκρι κάλτσα από άλλο ταίρι, δεν θα είναι το ίδιο. Θα κάνει αυτό που ξέρει να κάνει καλύτερα και θα σου αρέσει. Γιατί δεν θα είσαι μόνη. Αλλά καμία δεν θα είναι ίδια με την πρώτη. Μ’ εκείνη που σου έμαθε να ζεις, ν’ αγαπάς και να χορεύεις. Ακόμη κι αν η κάλτσα σου κάνει καλύτερα. Μερικές φορές δεν αρκεί να βρεις αντικαταστάτη, θέλεις απλώς να βρεις την κάλτσα σου. Για να βάλεις τα παπούτσια σου και να περπατήσεις. Για να συνεχίσεις την ημέρα σου και να μπορέσεις να την βγάλεις το βράδυ, έτσι ώστε να μπορέσεις να την ξαναβάλεις το συντομότερο δυνατόν. Για να μη την χάσεις.
Και τελικά συνειδητοποιείς πως περνάς όλη του τη ζωή με τις λάθος κάλτσες, ψάχνοντας να βρεις την δική σου. Κι όσο κι αν έρχονται όμορφες και άνετες κάλτσες, εσύ θέλεις εκείνη τη μία. Μέχρι που χάνεσαι κι εσύ. Μέχρι που σκέφτεσαι ότι τελικά οι κάλτσες μπορεί να δημιουργούνται με σκοπό να χαθούν και πως αν βρει ξανά η μία την άλλη, τότε θα είναι μοιραίο. Γι’ αυτό και χάνονται κάθε βράδυ καθώς τις βγάζεις από το πόδι σου και τις πετάς. Και μετά από μερικές μέρες είναι αγκαλιά στο συρτάρι σου. Μέχρι να γίνει το ίδιο ξανά. Μέχρι να χαθούν μεταξύ τους και να έρθουν άλλες. Άλλες που δεν θα σου κάνουν ποτέ, όσα σχέδια και να έχουν, όσο άνετες και να είναι.