Είσαι το καλύτερο παιδί, η καλύτερη φίλη, η πιο ευγενική και συνάμα γελαστή κοπέλα στην παρέα σου αλλά είσαι και γλυκούλα. Είσαι η γλυκούλα.
Το να είσαι η γλυκούλα σε μια παρέα, έχει τα πάνω, έχει και τα κάτω του. Μα κυρίως, βλέπεις μόνο πάνω. Γιατί είσαι εκείνη που όλοι θέλουν να περνούν χρόνο μαζί της, επειδή δεν θα γκρινιάξεις εύκολα, θα ακούσεις, θα μιλήσεις και θα χορέψεις. Θα ζητήσεις το έβδομο ποτό σου το ίδιο ευγενικά και γλυκά από τον μπάρμαν, δεν θα πεις τίποτα λάθος, θα ξέρεις πάντα που να σταματήσεις ένα αστείο. Όμως το να είσαι η γλυκούλα για όλους τους υπόλοιπους είναι μόνο ένα τεράστιο βάρος που πρέπει να σηκώσεις. Μόνη σου.
Και κάπως έτσι σε χτυπάει κατακέφαλα η μάστιγα του να είναι η γλυκούλα. Να είσαι το καλό παιδί, η ψυχολόγος, η φίλη, το στήριγμα, η φίλη που ήθελε μα δεν έγινε κάτι παραπάνω, το κορίτσι που αγαπάνε όλοι μα κανείς δεν ερωτεύεται παράφορα. Γιατί οι γλυκούλες δεν έχουν πάθος, ένταση, θέλω, την αίσθηση του τώρα και αέρα στο μυαλό τους. Οι γλυκούλες σκέφτονται, σιγουρεύονται, περιμένουν την κατάλληλη στιγμή και πράττουν όταν πια θα ξέρουν πως δεν θα πληγώσουν τον άλλον. Μέχρι που πληγώνονται αυτές. Γιατί δεν παρασύρθηκαν από τα θέλω τους, γιατί δεν έστειλαν εκείνο το μεθυσμένο μήνυμα όταν έπρεπε. Γιατί είναι γλυκούλες.
Όσο λοιπόν, οι υπόλοιποι σκέφτονται το πόσο θα ήθελαν να είναι με μια γλυκούλα, τόσο οι γλυκούλες σκέφτονται το πόσο θα ήθελαν να σταματήσουν να τις αποκαλούν έτσι. Και αυτές οι δύο σκέψεις, έχουν ένα κοινό: το ότι ποτέ δεν θα γίνουν πραγματικότητα. Γιατί οι γλυκούλες είναι τα κορίτσια που θα ήθελες να έχεις στο πλευρό σου αλλά σκέφτεσαι πως δεν θα έχεις ποτέ το πάθος που ψάχνεις. Μέχρι που τελικά, το πάθος δεν έρχεται και οι γλυκούλες φεύγουν. Ή μένουν. Αλλά ακόμη κι αν μείνουν παραμένουν γλυκούλες. Δεν εμφανίζεται το πάθος, δεν εξαφανίζεται η γλύκα. Γιατί ποτέ δεν εμφανίζεται το πάθος αν ήδη ξέρεις που και πως πηγαίνεις εκεί που θέλεις.
Εν τέλει, το να είσαι γλυκούλα μπορεί να σου εξασφαλίσει μια παραχώρηση σειράς στο ταμείο του σούπερμαρκετ, μια θέση στο μετρό, ένα κερασμένο ποτό, μια τεράστια παρέα που σ’ αγάπαει, τα λεφτά της γιαγιάς σου, έναν καλό γάμο αλλά όχι γκόμενο. Όχι γκόμενο, γιατί πάντα θα σε μπερδεύουν με την καλύτερή τους φίλη (σε φάση τι νέα σε ρώτησα όχι να πάμε για μπύρες με τα παιδιά- που στην τελική ποια είναι τα παιδιά; Εγώ τώρα σε γνώρισα). Γιατί θα υπάρχει πάντα στην παρέα σου μια τύπισσα που θα είναι το ψυχάκι της παρέας και που θα ζει για το τώρα. Και όσο εσύ γλυκούλα, θα κάνεις τα δικά σου, εκείνη θα κάνει τα δικά της, και στο τέλος, καμία από τις δύο δεν θα έχει εκείνο που πραγματικά θέλει.
Όμως θέλω να σου πω κάτι. Δεν μπορείς να μην είσαι γλυκούλα. Μπορούν να σταματήσουν να σε αποκαλούν, να σταματήσεις να απαρνείσαι τον τίτλο, τη σημαία, μα δεν μπορείς να μην είσαι. Και όσο δεν θέλεις να είσαι εκείνη, τόσο θα είσαι. Αντί λοιπόν, να γκρινιάζεις και να σκας από το κακό σου που δεν γεννήθηκες ψυχάκι, κοίτα να αρχίσεις να βλέπεις μέσα στο μαύρο το γκρί. Γιατί όλοι θέλουν τις γλυκούλες. Όπως όλοι θέλουν να είναι αυτές.
Γιατί η γλυκούλα μέσα σου θα κερδίζει πάντα. Γιατί εκείνη ξαφνικά έχει πάθος, ένταση, τον έρωτα που ήθελε να έχει, την σειρά στο σούπερμαρκετ αλλά και εκείνη τη θέση στο μετρό. Το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να την αγαπήσεις όσο την αγαπούν οι γύρω σου. Γιατί είναι όντως γλυκούλα.