Η κριτική ανάλυση λόγου ένα θέμα που ανανεώνεται κατεξοχήν σε κάθε κοινωνία και την απασχολεί με αμείωτο ενδιαφέρον. Τα τραγούδια αποτελούν προνομιακά πεδία αφήγησης που εντυπώνουν την κοινωνία πολιτισμικές κατασκευές που εξελίσσονται και πλάθονται μέσα στον κοινωνικό χώρο και χρόνο. Ωστόσο υπάρχουν και ορισμένα εμβληματικά μουσικά κομμάτια που δε συμβολίζουν μόνο ή μεταφέρουν μηνύματα αλλά ‘κάνουν’ πράγματα στον κόσμο και αποτελούν πολιτισμικές παραγωγές. Στην κατηγορία αυτή συγκαταλέγονται και το ‘God Save The Queen’ και το ‘Another Brick in the Wall’. Τα δύο τραγούδια μέσα από τη συνδήλωση τους μεταφέρουν μία ιστορική αίγλη νοήματος, γίνονται η πολιτισμική υπογραφή της εποχής τους. Ο χρόνος άλλωστε των τραγουδιών είναι πάντα το παρόν οποιαδήποτε ιστορία κι αν διηγούνται.
Sex Pistols- God Save the Queen Το τραγούδι κυκλοφορεί κατά τη διάρκεια του Ασημένιου Ιωβηλαίου της Βασίλισσας Ελισάβετ II το 1977 από τη βρετανική πανκ ροκ μπάντα Sex Pistols. Οι στίχοι του τραγουδιού όπως και το εξώφυλλο του cd είναι έντονα συγκρουσιακά με τον πολιτισμικό κώδικα της εποχής και τη νόρμα της μοναρχίας, γι’ αυτό και το BBC και το Independent Broadcasting Authority αρνούνται την αναπαραγωγή του. Αν και το τραγούδι γίνεται νούμερο ένα στα ανεπίσημα ΝΜΕ charts του Ηνωμένου Βασιλείου, φτάνει μόνο μέχρι τη δεύτερη θέση στα επίσημα UK Singles Chart που ενημερώνονται από το BBC, κάτι που οδηγεί σε ισχυρισμούς ότι το τραγούδι σκόπιμα μπλοκαρίστηκε από ‘πειραγμένους’ μηχανισμούς ώστε να μη φτάσει στην κορυφή. Έπειτα από 23 χρόνια το ίδιο το BBC παραδέχεται ότι το “God Save the Queen” έφτασε στην κορυφή των charts εκείνη την εποχή αλλά διάφοροι «περίεργοι» μηχανισμοί δεν παρουσίασαν το τραγούδι στη θέση αυτή. Σε ένα τουλάχιστον δε chart της περιόδου, στο ‘TOP 20 POPS’, το τραγούδι στη θέση νούμερο δύο αναγράφεται με μία μαύρη γραμμή. Το περιοδικό Rolling Stone ιεραρχεί το κομμάτι στη θέση 173 με τα 500 πιο σπουδαία τραγούδια όλων των εποχών, το Q το 2003 το κατατάσσει τρίτο στη λίστα με τα 100 Τραγούδια που άλλαξαν τον κόσμο, ενώ το 2010 το New Statesman το περιλαμβάνει στην κατάταξη με τα κορυφαία 20 πολιτικά τραγούδια.
God save the Queen, The fascist regime – There is no future in England’s dreaming. Ο τίτλος του κομματιού, αποτελώντας αυτούσια μεταγραφή του εθνικού πατριωτικού ύμνου της Αγγλίας ‘God Save the Queen’, εκλαμβάνεται από πολλούς ως προσβολή προς τη βασίλισσα και τη μοναρχία. Θεωρείται έντονα προσβλητικό λόγω του ότι εξισώνει τη βασιλεία με ένα ‘φασιστικό καθεστώς’ και έπειτα προσβλητικό για το στίχο ‘δεν υπάρχει μέλλον στο όνειρο της Αγγλίας’.
Η δε ερμηνευτική διάσταση που ο Johnny Rotten δίνει στους στίχους είναι: ‘Δε γράφεις το ‘God Save The Queen’ επειδή μισείς τον Αγγλικό αγώνα. Γράφεις ένα τραγούδι σαν αυτό επειδή ακριβώς τους αγαπάς τους Άγγλους και έχεις χορτάσει να τους βλέπεις να κακομεταχειρίζονται’. Οι Sex Pistols έχουν προφανώς τη φιλοδοξία να ερμηνεύσουν ένα τραγούδι που θα εκφράζει ενσυναίσθηση και συμπάθεια προς τους αγώνες της Αγγλικής εργατικής τάξης, ενώ παράλληλα προσπαθούν να καθιερώσουν ένα μουσικό έμβλημα για τη δυσαρέσκεια προς κάθε μη δημοκρατικό εξουσιαστικό μηχανισμό. Η φράση “no future” στο κλείσιμο του ρεφραίν, γίνεται μία εμβληματική μουσική μνήμη για την πανκ ροκ σκηνή και το κίνημά της. Στη συνδήλωση το κομμάτι κουβαλάει τη δική του κληρονομιά, τη δική του μυθολογία και προσπαθεί μέσω του ‘earworm’ (stuck song syndrome) να μεταφέρει αυτόν το μύθο, αυτή τη δημιουργία επαναστατικής σημασίας στα αυτιά και στη συνείδηση της Αγγλικής εργατικής τάξης. Προσφέρει ένα πεδίο που μπορεί ο αγγλικός λαός να επενδύσει τα συναισθήματα, τις μαρτυρίες, τις ιστορίες, τα βιώματα και τις απογοητεύσεις του ενάντια στην καθεστωτική μοναρχία. Στην αρχή του video clip παρατηρούμε δύο πλοία να διαπλέουν τον Τάμεση. Το ένα είναι εκεί όπου φιλοξενείται η συναυλία των Sex Pistols και το άλλο είναι της αστυνομίας. Η επανάσταση από τη μία μεριά και η δύναμη της καταστολής από την άλλη. Το δίδυμο αυτό είναι η οπτική μεταφορά ενός πραγματικού γεγονότος: Στις 7 Ιουνίου του 1977, ανήμερα της εθνικής εορτής του Ιωβηλαίου, η βρετανική μπάντα αποπειράται να παίξει το τραγούδι πάνω σε ένα πλοίο με το όνομα ‘Η Βασίλισσα Ελισάβετ’ στον Τάμεση, έξω από το βασιλικό ανάκτορο του Westminster. Το εγχείρημά τους καταλήγει επεισοδιακά και οι φαν της μπάντας μαζί με το διοργανωτή της συναυλίας συλλαμβάνονται όταν το πλοίο ελλιμενίζεται. To τραγούδι έχει μία ιδιαίτερη ιστορικότητα που αντικατοπτρίζεται και μέσα από τη συλλεκτική αξία του cd single του: Πριν τη μεταγραφή της μπάντας στο δισκογραφικό κολοσσό Virgin, ένας μικρός αριθμός αντιτύπων του “God Save the Queen” είχε τυπωθεί από την A&M. Η υψηλότερη τιμή φτάνει το ποσό των £13,000 από το Βρετανό συλλέκτη Marshal Peters ο οποίος πούλησε το αντίτυπό του με τη δισκογραφική υπογραφή της A&M μαζί με τον φάκελό του (υπάρχουν μόνο 9 τέτοια στον κόσμο). Παράλληλα το περιοδικό Record Collector ονομάζει το single αυτό υπό τη δισκογραφική έκδοση της A&M την πιο συλλεκτική ηχογράφηση όλων των εποχών.
Pink Floyd- Another brick in the Wall
Το τραγούδι κυκλοφόρησε το 1979. Έγινε παγκόσμια επιτυχία και πολύ γρήγορα κατέστη σύμβολο επανάστασης των μαθητών. Μάλιστα, απαγορεύτηκε στη Νότια Αφρική, καθώς τότε ήταν η περίοδος του Απαρτχάιντ και οι μαθητές-φοιτητές το χρησιμοποιούσαν ως επαναστατικό ύμνο. We don’t need no education, we don’t need no thought control. Ο παραλήπτης του μηνύματος καταλαβαίνει σε πρώτο επίπεδο πως δεν χρειαζόμαστε εκπαίδευση, δεν χρειαζόμαστε έλεγχο στη σκέψης μας. Το μήνυμα παραπέμπει αμέσως τον δέκτη σε σχολείο. Βλέπουμε ωστόσο διπλή άρνηση, η οποία σημαίνει κατάφαση. Βρίσκουμε λοιπόν μια αντίφαση εδώ. Ο δημιουργός θέλει να πει πως ΝΑΙ χρειαζόμαστε εκπαίδευση, αλλά όχι το είδος της εκπαίδευσης που χειραγωγεί το μυαλό. Έτσι,γίνεται αντιληπτό πως το τραγούδι δεν συνιστά ένα αναρχικό, επαναστατικό τραγούδι ενάντια στην εκπαίδευση, αλλά είναι ένας ύμνος που διεκδικεί την ατομικότητα, μια κριτική στο είδος των καθηγητών, αλλά και του συστήματος που, όπως στη περίπτωση του τραγουδιστή, κοροϊδεύουν και ρεζιλεύουν ένα παιδί με φαντασία. Αξίζει να παρατηρηθεί ότι, ενώ το τραγούδι είναι μια διεκδίκηση για την ατομικότητα του ατόμου, ενάντια στην μαζικοποίηση, όσον αφορά τα γλωσσικά σημεία, πουθενά δεν βλέπουμε το πρώτο πρόσωπο, αλλά μόνο το «Εμείς». Στο video clip εξελίσσεται μια μικρή ιστορία. Βλέπουμε ένα παιδί που το χλευάζει ο δάσκαλός του επειδή γράφει ποιήματα, στη συνέχεια στο σχολείο /εργοστάσιο βλέπουμε μαθητές να παρελαύνουν, φορώντας μάσκες, ενώ πέφτουν από μια μηχανή που βγάζει κρέας. Εντέλει οι μαθητές επαναστατούν ,καίνε και καταστρέφουν το σχολείο και πετάνε στην πυρά τον δάσκαλο. Στο τέλος, όλα αυτά ήταν στη φαντασία του παιδιού που κορόιδευε ο δάσκαλος. Το σχολείο συγκρίνεται με ένα εργοστάσιο, κάτι που τονίζει τη μαζικοποίηση που επιδιώκει το εκπαιδευτικό- και όχι μόνο- σύστημα. Σαν το σχολείο να παράγει- όπως ένα εργοστάσιο- κλώνους στερημένους από κάθε στοιχείο ατομικότητας. Να σημειωθεί εδώ ότι το σχολείο πολλές φορές έχει συγκριθεί με τη μορφή δομής ενός εργοστασίου ή μια φυλακής ( στολή- κουδούνι- προαύλιο) ενώ μας παραπέμπει και γενικότερα στην κοινωνία. Στη συνέχεια, το γεγονός ότι τα παιδιά μεταμορφώνονται σε κρέας που βγαίνει από τη μηχανή μας παραπέμπει στη παραμορφωμένη ανθρωπότητα. Η καταπίεση λοιπόν, οποιασδήποτε μορφής, ατομική ή κοινωνική, οδηγεί στο θάνατο της ατομικότητας, της ελεύθερης έκφρασης ή ακόμα και της καλλιτεχνικής ελευθερίας, που με τη σειρά της οδηγεί σε μια άψυχη ομοιογένεια και τελικά σε παρακμή. Τα σύμβολα είναι ισχυρά στην κωδικοποίηση της εικόνας. Τούβλα, σφυρί, κρέας που μοιάζει με σκουλήκι, μάσκες. Βλέπουμε επίσης πως αυτό που σε πρώτο επίπεδο είναι η καταστροφή των τοίχων του σχολείου, σε δεύτερο επίπεδο συνδηλώνει την καταστροφή των προσωπικών τοίχων/ αμυνών των παιδιών.
Στη συνέχεια, αυτό που ξεκινάει ως επανάσταση καταλήγει σε χάος, αναρχία και βία, ενώ διακρίνουμε την έλλειψη μιας φιγούρας εξουσίας. Αυτό, υπαινίσσεται πως σε κάθε κατάσταση μπορεί να βρεθεί τόσο η δημιουργική όσο και η καταστροφική δύναμη. Ενώ λοιπόν οι υπερβολικά αυταρχικές φιγούρες είναι καταστροφικές για την προσωπική ανάπτυξη ,η απουσία κάθε μορφή εξουσίας είναι εξίσου καταστροφική. Η απουσία λοιπόν της εκπαίδευσης είναι εξίσου καταστροφική με το είδος της εκπαίδευσης που καταγγέλλει το τραγούδι. Στο τέλος, βλέπουμε πως όλα αυτά ήταν στη φαντασία του παιδιού. Αυτό που παρατηρούμε είναι πως συνήθως στις φαντασιώσεις κάποιου, το ίδιο το άτομο είναι ο πρωταγωνιστής, ωστόσο στη συγκεκριμένη περίπτωση το παιδί δεν φαίνεται πουθενά, παρά είναι ένας εξωτερικός , αόρατος παρατηρητής , βρίσκεται στο περιθώριο, σαν να βλέπει τους συμμαθητές του να παλεύουν για την προσωπική τους ανεξαρτησία, που εκείνος μόνο ονειρεύεται. Η αυτοεκτίμηση του είναι χαμηλή, ενώ το «τείχος» του είναι ψηλό. Βρίσκεται απομονωμένος. Έτσι, μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε ότι το τείχος συμβολίζει ένα φράγμα αυτό-απομόνωσης που χτίζουμε κατά τη διάρκεια της ζωής μας, ενώ τα τούβλα στον τοίχο είναι οι άνθρωποι και οι καταστάσεις που μας κάνουνε να στρεφόμαστε προς τα μέσα και μακριά από τους άλλους. Το τραγούδι «Another Brick in the Wall» είναι εμπνευσμένο από ένα περιστατικό που συνέβη σε μια συναυλία του συγκροτήματος το 1977, καθώς ένας φαν έφτυσε τον Roger Waters. Έτσι ο Waters άρχισε να προβληματίζεται για την αυξανόμενη απόσταση που ένιωθε ανάμεσα στον ίδιο και τους οπαδούς του, και τις καταστάσεις που οδηγούν τους ανθρώπους προς την αυτό-απομόνωση. Έτσι το τραγούδι γίνεται μια αναφορά στους σκληρούς καθηγητές της παιδικής του ηλικίας τους οποίους κατηγορεί ότι πρόσθεσαν πολλά τούβλα στο τοίχο της διανοητικής του απόσπασης. Και στις δύο περιπτώσεις τα τραγούδια συμβολοποιούνται ως μουσικά εμβλήματα και κοινωνικά φαινόμενα που αντιπαλεύονται την κανονικότητα. Την κανονικότητα την ορίζουμε εμείς και όχι το ιδεοτυπικό συνεχές του σχολείου ή της μοναρχίας. Τα ιστορικά αυτά μουσικά κομμάτια ξεπερνούν έτσι τη λειτουργική τους πλοκή και δημιουργούν ‘μύθο’. Η Μουσική πάντα θα είναι άλλωστε ο πιο αγαπημένος μας κοινωνικός μύθος.
*Η κριτική αυτή ανάλυση του μουσικού λόγου έγινε από τη Μαριάννα Θωμαδάκη και την Αλεξία Χαρούπα στα πλαίσια του ακαδημαϊκού μαθήματος «Ανάλυση Μηνύματος» που διδάσκει η Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Μαριάννα Ψύλλα στο Τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.