Κάποτε, οι σαραντάρηδες έμοιαζαν αλλιώς. Ήταν εκείνοι που είχαν ήδη φτάσει «εκεί που έπρεπε», που είχαν μια σταθερή δουλειά, μια οικογένεια, ένα σπίτι και μια ζωή που υποτίθεται πως δεν είχε πια πολλά σκαμπανεβάσματα, αλλαγές και ανατροπές. Σαράντα σήμαινε ωριμότητα, σταθερότητα, σχεδόν μια προετοιμασία για τα χρόνια που ακολουθούσαν με λιγότερη ένταση και περισσότερη σιγουριά.

Σήμερα, εκείνοι που γεννήθηκαν λίγο πριν ή λίγο μετά το 1980 κοιτάζουμε γύρω μας και βλέπουμε κάτι πολύ διαφορετικό. Η γενιά αυτή δεν χωράει στα προηγούμενα τα στερεότυπα. Δεν είμαστε σταθεροποιημένοι, δεν είμαστε καθηλωμένοι, δεν έχουμε «βολευτεί» σε μια ζωή που δεν μας ταιριάζει. Αντίθετα, είμαστε πιο δυναμικοί, πιο τολμηροί και πιο έτοιμοι από ποτέ να αλλάξουμε όσα δεν μας κάνουν ευτυχισμένους. Πήραμε μαθήματα που οι προηγούμενες γενιές δεν χρειάστηκε ποτέ να μάθουν. Είδαμε τα δεδομένα να αλλάζουν μπροστά στα μάτια μας και προσαρμοστήκαμε. Δεν φοβηθήκαμε να αναρωτηθούμε: «Κι αν υπάρχει κι άλλος δρόμος;». Ανακαλύψαμε λοιπόν νέους δρόμους, αφήσαμε πίσω μας παλιές βεβαιότητες και αποδείξαμε πως στα 40 δεν αρχίζει η στασιμότητα—αρχίζει η πραγματική ζωή.

Μεγαλώνοντας ανάμεσα σε δύο κόσμους

Η γενιά μας βρέθηκε στην πιο συναρπαστική μεταβατική εποχή. Γεννηθήκαμε σε έναν κόσμο χωρίς ίντερνετ, αλλά γίναμε η πρώτη γενιά που το αγκάλιασε πλήρως. Μεγαλώσαμε γράφοντας γράμματα, αλλά στέλνουμε και voice notes. Παίζαμε στους δρόμους, αλλά μάθαμε και να ζούμε σε έναν ψηφιακό κόσμο. Μάθαμε να αναζητούμε πληροφορίες σε εγκυκλοπαίδειες, αλλά και να βρίσκουμε οτιδήποτε με ένα κλικ. Είδαμε το πριν και το μετά της τεχνολογίας, και μάθαμε να κινούμαστε ανάμεσα στα δύο.

Αυτή η διπλή πραγματικότητα μας έκανε ευέλικτους. Μας έδωσε την ικανότητα να κινούμαστε ανάμεσα στο παλιό και το νέο, να προσαρμοζόμαστε, να κρατάμε ό,τι έχει αξία και να αφήνουμε πίσω όσα μας περιορίζουν. Ίσως γι’ αυτό είμαστε η γενιά που δεν φοβάται να αλλάξει. Γιατί μεγαλώσαμε μέσα στην αλλαγή.

Ίσως γι’ αυτό είμαστε η γενιά που ξέρει πώς να ξαναρχίζει

Όταν ήμασταν παιδιά, μας έλεγαν πως η ζωή είναι μια ευθεία γραμμή. Σπουδές, δουλειά, οικογένεια, σταθερότητα. Ένα μονοπάτι προκαθορισμένο, χωρίς πολλά περιθώρια για λάθη ή παρεκκλίσεις. Αν ήσουν τυχερός, θα ακολουθούσες αυτό το δρόμο και όλα θα πήγαιναν όπως «έπρεπε». Αν όχι, τότε μάλλον κάτι δεν είχες κάνει σωστά.

Αλλά η ζωή μάς δίδαξε κάτι εντελώς διαφορετικό. Μάθαμε πως η σταθερότητα είναι συχνά μια ψευδαίσθηση και πως το να ξαναρχίζεις δεν είναι αποτυχία—είναι δύναμη. Είδαμε ολόκληρες καριέρες να καταρρέουν από τη μια στιγμή στην άλλη, βιώσαμε οικονομικές κρίσεις, προσωπικές κρίσεις, ανατροπές που μας ανάγκασαν να επανεφεύρουμε τους εαυτούς μας. Και το κάναμε.

Δεν φοβηθήκαμε να αλλάξουμε δουλειά στα 35, να επιστρέψουμε στις σπουδές στα 40, να τελειώσουμε φιλίες, συνεργασίες, σχέσεις που δεν μας έκαναν ευτυχισμένους, ακόμα κι αν όλοι πίστευαν πως «τώρα είναι αργά». Γιατί μάθαμε πως τίποτα δεν είναι αργά, αν έχεις το θάρρος να κάνεις το βήμα.

Η γενιά που έσπασε τα στερεότυπα

Για χρόνια μας έλεγαν πως στα 40 η ζωή «σταθεροποιείται». Ότι δεν ψάχνεις πια τον εαυτό σου, δεν αλλάζεις διαδρομή, δεν κυνηγάς όνειρα που μοιάζουν άπιαστα.

Στα 40 μας, κάποιοι από εμάς γίνονται για πρώτη φορά γονείς, ενώ άλλοι αποφασίζουν πως δεν θέλουν να κάνουν οικογένεια. Κάποιοι αλλάζουν επαγγελματικό δρόμο, ενώ άλλοι ανοίγουν τη δική τους επιχείρηση. Κάποιοι αποφασίζουν να ζήσουν σε άλλη χώρα, ενώ άλλοι βρίσκουν επιτέλους τη γαλήνη στο μέρος που μεγάλωσαν. Και το πιο σημαντικό; Όλα αυτά είναι απολύτως αποδεκτά.

Δεν υπάρχει πια ένα σωστό μονοπάτι. Δεν υπάρχει μια ηλικία που σε καθορίζει. Η γενιά μας απέδειξε πως στα 40 μπορείς να ξεκινήσεις κάτι από την αρχή, να ερωτευτείς σαν να είσαι 20, να αλλάξεις εντελώς καριέρα, να αλλάξεις τα πάντα αν δεν σου αρέσουν. Δεν εγκλωβιστήκαμε στις προσδοκίες των άλλων—ορίσαμε εμείς τι σημαίνει να είσαι 40.

Η γενιά που έμαθε να ζει αληθινά

Όταν ήμασταν νεότεροι, κυνηγούσαμε την τελειότητα. Θέλαμε να πετύχουμε, να αποδείξουμε την αξία μας, να φτάσουμε κάπου. Σήμερα, στα 40, καταλαβαίνουμε πως αυτό που έχει σημασία δεν είναι να φτάσεις, αλλά να ζήσεις.

Μάθαμε να απολαμβάνουμε τις στιγμές χωρίς να σκεφτόμαστε συνεχώς το «επόμενο βήμα». Εκτιμούμε περισσότερο τη γνήσια επικοινωνία, τις βαθιές σχέσεις, τους ανθρώπους που μας καταλαβαίνουν. Δεν μας νοιάζει να εντυπωσιάσουμε, μας νοιάζει να νιώσουμε.

Είμαστε η γενιά που δεν θεωρεί τίποτα δεδομένο. Που έμαθε να λέει «όχι» σε ό,τι δεν της ταιριάζει, αλλά και να ανοίγεται σε νέες εμπειρίες με την ίδια όρεξη που είχε στα 20. Που δεν αφήνει την ηλικία να την καθορίσει, αλλά αντίθετα τη χρησιμοποιεί σαν πυξίδα για να ζήσει ακόμα καλύτερα.

Και αν υπάρχει ένα πράγμα που μάθαμε πιο καλά από όλα, είναι πως στα 40 η ζωή δεν σταματά. Αντίθετα, τώρα αρχίζει πραγματικά.