Εξακολουθούν να υπάρχουν ακόμη άνθρωποι, που πιστεύουν πως η μόδα συνεχίζει να είναι μια διαδικασία όπου δύο ή περισσότερα υφάσματα ενώνονται μεταξύ τους, σχηματίζοντας ένα “ρούχο” , προκειμένου να “ντυθεί” το ανθρώπινο σώμα, αγνοώντας ή αδιαφορώντας για την “ουσία” πίσω από αυτό. Είναι οι αντίστοιχοι άνθρωποι που αδυνατούν να αντιληφθούν το τι περικλείει ένας “ιδιόμορφος” εννοιολογικός πίνακας ζωγραφικής, ένα “άδειο” gourmet πιάτο σε ένα εστιατόριο ή ένα Cocktail μοριακής γαστρονομίας. Η συγκεκριμένη παρατήρηση, δεν εμπεριέχει κανένα ίχνος διαχωρισμού ανάμεσα σε ανθρώπους Α και ανθρώπους Β, απλά παραθέτει μια συγκεκριμένη οπτική ¨επιφανειακής” προσέγγισης που εξακολουθεί να υπάρχει σε μεγάλο βαθμό.
Ανεξάρτητα από την οπτική του καθενός μας, ίσως η ουσία να μην είναι τίποτε περισσότερο από μια πιστοποίηση, ότι όσο περισσότερο επιλέγουμε να “σοκάρουμε” τον συμβατικό τρόπο σκέψης μας, μέσα από την διαρκή εμβάθυνση και τον εμπλουτισμό από τα νέα στοιχεία που ανακαλύπτουμε, θα έρθουμε σε επαφή με “μυστικά”, πολύ πριν αποκτήσουμε το δικαίωμα να τα μάθουμε. Αυτή είναι άλλωστε και η ομορφιά της, το ότι γινόμαστε πιο αληθινοί απέναντι στον ίδιο μας τον εαυτό, μέσα από την αποκάλυψη ότι το μόνο που μένει αναλλοίωτο μέσα από αυτή την διαρκή εξερεύνηση-αμφισβήτηση, είναι μια βαθύτερη πραγματικότητα, η δικιά μας.
Η μόδα όπως και η ουσία, έχουν τη δυνατότητα να προσεγγίζουν τα δρώμενα με μια οπτική πέρα από την επιφανειακότητα της ύλης. Μέσα από τη διαρκή αναζήτηση και την εναλλαγή των ρούχων, των χρωμάτων και της φιλοσοφίας σχεδιασμού τους, ο κάθε άνθρωπος που “ασχολείται” με τη μόδα, προσπαθεί να εντοπίσει τι είναι αυτό που του αρμόζει τόσο εμφανισιακά, όσο και φιλοσοφικά, είτε μέσα από την υιοθέτηση, είτε από την απόρριψη τους, αποκτώντας με αυτό τον τρόπο μια πιο σφαιρική εικόνα για τον εαυτό του, από τη μοναδιάστατη που είχε μέχρι τώρα.
Η μόδα σέβεται όσο κανείς άλλος το άγνωστο, αλλά δεν το φοβάται. Αφαιρεί με χειρουργική ακρίβεια, οτιδήποτε προσπαθεί να “ονομάσει” οτιδήποτε αρνείται συνειδητά να κατανοήσει, επειδή απλά διαφέρει από τον ίδιο. Αντίθετα, καλεί τον καθένα από εμάς να εμβαθύνει σε τέτοιο σημείο, όπου κάθε “λανθασμένη” εικόνα, εντύπωση ή πεποίθηση μας να εγκαταλειφθεί, διαμηνύοντας πως δεν υπάρχει “άνεση” η “κτήση” στο άγνωστο, αλλά μόνο “αλήθεια”. Είναι το σημείο εκείνο, όπου η υποχώρηση σε επαναφέρει στην ίδια “πραγματικότητα” με πριν, παρέχοντας σου “απαντήσεις” που αδυνατούν πλέον να καλύψουν το επίπεδο των ερωτημάτων που απευθύνεις, και από την άλλη το σημείο όπου αν περάσεις τη νοητή “γραμμή” κινδυνεύεις να έρθεις σε επαφή με “πληροφορίες” ικανές να σου ανατρέψουν την μέχρι τώρα κοσμοθεωρία σου.
Ίσως τελικά η μόδα και η ουσία να είναι δύο ορισμοί που περιγράφουν με διαφορετικό τρόπο την ύπαρξη νέων πιθανοτήτων στην εκδοχή της “κοινής” πραγματικότητας. Μια κατάσταση όπου καρδιά και μυαλό ενώνουν τις δυνάμεις τους, για τη δημιουργία μιας διάστασης, όπου η υλιστικότητα και η πνευματικότητα θα εναρμονίζονται απόλυτα σε μια πολυδιάστατη πραγματικότητα. Εκεί όπου η ικανοποίηση των αισθήσεων μας, θα προκαλείται όχι μόνο από το τελικό αποτέλεσμα της δημιουργίας, αλλά από τον τρόπο και την αγάπη που ξεκίνησε να το δημιουργεί και να το εξελίσσει.