Η κάθε χρονική περίοδος καθορίζεται κατά κύριο λόγο από το επίπεδο σκέψης των ανθρώπων της. Οποιοδήποτε στοιχείο της, αποτελεί ένα ξεκάθαρο και χαρακτηριστικό δείγμα της πρόθεσης για εξέλιξη, συνέχιση ή υποβάθμιση μιας ιδέας για ένα “καλύτερο” αύριο. Ωστόσο η ιδιαιτερότητα της πρόθεσης, δεν αντανακλάται σε κάποιο “χειροπιαστό” αποτέλεσμα, καθώς αναφέρεται στην ιδέα και τη διάθεση που ο κάθε άνθρωπος έχει στο να πραγματοποιήσει “κάτι”.
Αν υποθέσουμε πως η μόδα είναι μια διαδικασία “ανακάλυψης”, μέσα από τη διαρκή αναζήτηση και εξερεύνηση όλων των “δυνατών” αισθητικών προσεγγίσεων, τότε η κύρια πρόθεσή της ίσως να περικλείει ένα κάλεσμα για μια διαδικασία προσωπικής αλλά και συλλογικής “αυτό-εξερεύνησης”. Η συγκεκριμένη διαδικασία, δεν στοχεύει στην υιοθέτηση μιας συγκεκριμένης αισθητικής “φιλοσοφίας”, αλλά αντίθετα επενδύει στην ανάδειξη αυτής που ο καθένας από εμάς μεταφέρει μέσα του.
Κάθε έξι μήνες, όλοι μας καλούμαστε να αφουγκραστούμε τον τρόπο “αντίδρασης” μας, απέναντι στις “διαφοροποιημένες” αισθητικά και αντιληπτικά προσεγγίσεις της μόδας, γύρω από τον τρόπο σκέψης και όχι απλά του ντυσίματος, των ανθρώπων του σήμερα. Ανθρώπων που καλούνται να αναβαθμίσουν τις απαιτήσεις αλλά τις λύσεις, σε θέματα που αφορούν πλέον πολύ “βαθύτερες” έννοιες, από ότι η “παλαιότερη” πρακτικότητα και η στιλιστική ευπρέπεια. Έννοιες που έχουν την τάση να αμφιβάλλουν ολοένα και περισσότερο για “διαχρονικές” απαντήσεις και μεθόδους που αδυνατούν να υπηρετήσουν τις ταχύτητες της κάθε σύγχρονης εποχής.
Η πρόθεση για διαφοροποίηση ή εναρμόνιση με το “πλήθος”, είναι ο κύριος λόγος πίσω από τις “ρυθμίσεις” που όλοι μας κάνουμε στη στιλιστική μας “προσωπικότητα”. Αν η αναγνώριση της, αντικαταστήσει την υπάρχουσα κριτική που ασκείται με “διάφορους” τρόπους, τότε ίσως γίνει το πρώτο βήμα για την προσέγγιση μιας περισσότερο “ανθρώπινης” και ¨εκφραστικής” σκέψης. Αυτός είναι ο κύριος λόγος που ένας άνθρωπος της μόδας, μετακινείται από την κριτική και την αμφιβολία στην κατανόηση και τη γνώση. Γι αυτό το λόγο η μόδα, έχει εδώ και αρκετό καιρό σταματήσει τον παλιό τρόπο κριτικής, καθώς η κυριότερη “αρμοδιότητα” της, εντοπίζεται στο να παρέχει 365 ημέρες το χρόνο, 24 ώρες το 24ώρο, τη δυνατότητα στον καθένα από εμάς να εκφράσει τη δική του πρόθεση, μέσα από την κυριολεκτική “ενσάρκωση” της.
Η πρόθεση είναι αυτή που κινεί όλους μας και τον καθένα από εμάς ξεχωριστά, στο ανακαλύψουμε μια ιδέα ικανή στο να ανατρέψει όλο το “οικείο” σκηνικό ή απλά να σηκωθούμε από το κρεβάτι μας το πρωί ακολουθώντας “απλά” το δρόμο προς τη δουλειά. Η πρόθεση είναι αυτή που διαχωρίζει εκείνους που δεν μπορούν να κοιμηθούν τα βράδια, εκπαιδεύοντας όσο είναι (α)δυνατό κάθε τους δυνατότητα, από εκείνους που απλά επιλέγουν την “αδράνεια”. Η πρόθεση ορίζει αν το λάβαρο του καθενός μας, θα μιλάει μια συγκεκριμένη “γλώσσα” ή την “παγκόσμια”.
Ανεξάρτητα λοιπόν από το τι πρεσβεύει ο καθένας μας, από το πόσο συμφωνεί ή διαφωνεί με όσα καθημερινά λαμβάνουν χώρο γύρω του, η μόδα τον προσκαλεί να “ενσαρκώσει” τις ιδέες του και να τις εκφράσει μέσα από όλο του το “είναι”, σε όλο το κοινωνικό και μη κύκλο του. Εκεί είναι ίσως η στιγμή που όλοι μας θα αναλογιστούμε, ποια είναι η αληθινή μας πρόθεση, κάθε φορά που ξυπνάμε…