Όταν ακούμε τον όρο «παραδοσιακή μουσική», το πρώτο πράγμα που έρχεται στο μυαλό μας είναι, μάλλον, ένας ηλικιωμένος παππούς, στα σκαλιά του σπιτιού του, με ένα βιολάκι ή ένα λαούτο, να τραγουδάει σε μια γλώσσα δυσνόητη ένα τραγούδι παντελώς άγνωστο και αδιάφορο ή ξεπερασμένο. Πόσο κλισέ πια; Και πόσο άστοχη εντύπωση;
Η παραδοσιακή μουσική κρύβεται παντού, σε πληροφορώ αγαπητέ αναγνώστη.
Πίσω από τα πιο αγαπημένα σου τραγούδια βρίσκεται, σου γνέφει, κι ας μην την έχεις πάρει χαμπάρι. Στους στίχους του Θανάση Παπακωνσταντίνου έχει φωλιάσει και σε χαιρετά. Στα τσακίσματα της φωνής του Γιώργου Νταλάρα και του Δημήτρη Μπάση έχει βρει καταφύγιο και σπιτικό. Στου Μάλαμα τα ακόρντα και του Χαρούλη τις πενιές καιροφυλακτεί, περιμένει τη σειρά της. Στης Βιτάλη και της Τσαλιγοπούλου τους αμανέδες έχει «στήσει» καραούλι και περιμένει την κατάλληλη στιγμή να «επιτεθεί». Στου Χρόνη Αηδονίδη τη σεβάσμια μορφή οχυρώνεται. Στα τάστα του Δημήτρη Μυστακίδη και των παιδιών του από το Τ.Ε.Ι. Λαϊκής και Παραδοσιακής Μουσικής της Ηπείρου απλώνεται και γαληνεύει. Ας σταθούμε λίγο στην περίπτωση αυτής της σχολής, αυτών των μερακλήδων καθηγητών και αυτών των παιδιών που αγαπάνε τη μουσική. Όχι την παραδοσιακή όπως την περιέγραψα στην εισαγωγή του κειμένου, αλλά τη μουσική γενικά. Τη μουσική που επί της ουσίας είναι παραδοσιακή γιατί κουβαλάει το παρελθόν της και πάνω σε αυτό στηρίζει το παρόν και το μέλλον της. Γιατί τι είναι η παράδοση αν δεν είναι αυτό ακριβώς: ο βράχος πάνω στον οποίο θα στηριχθείς, θα ξαποστάσεις για να ξεκινήσεις και πάλι το ταξίδι σου.
Την προηγούμενη εβδομάδα (14/4/2016), στο Αμφιθέατρο Δρακοπούλου του Ε.Κ.Π.Α. (Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών) το Τ.Ε.Ι. Λαϊκής και Παραδοσιακής Μουσικής της Ηπείρου σε συνεργασία με το τμήμα Νομικής Αθηνών παρουσίασαν μια εμπνευσμένη δράση, την αναπαράσταση της επονομαζόμενης «Δίκης των Ρεμπετών», προκειμένου να θίξουν και να διερευνήσουν το ζήτημα της πρωτότυπης δημιουργίας και το, ζωτικής σημασίας, σχετικό θέμα της Πνευματικής Ιδιοκτησίας. Με δυο λόγια, στο αμφιθέατρο αναπαραστάθηκε μια δικαστική διαμάχη για το ρεμπέτικο τραγούδι των Σπύρου Περιστέρη (μουσικοσυνθέτη) και Μίνωα Μάτσα (στιχουργού) «ο Αντώνης ο βαρκάρης», το οποίο κυκλοφόρησε το 1939 και κατηγορήθηκε ότι χρησιμοποιεί παράνομα τη μουσική σύνθεση των Juan Mostozo και Francisco Merenciano και τους στίχους του Ramόn Perelló από το ισπανικό τραγούδι «Antonio Vargas Heredia, el Gitano». Τους ρόλους των δικαστών, του εισαγγελέα και των συνηγόρων είχαν νομικοί επιστήμονες (Π. Κοριατοπούλου – Ε. Βαγενά – Ε,Σακέλλιος – Λ. Κολοτούρου – Σ. Τσούκος – Π. Νικολόπουλος – Α. Χιωτέλης), τους ρόλους των μαρτύρων καθηγητές του Τ.Ε.Ι. Ηπείρου (Γιώργος Κοκκόνης – Λευτέρης Παύλου), τους κατηγορούμενους «έπαιζαν» ο Δημήτρης Μυστακίδης (Περιστέρης) και ο Απόστολος Τσαρδάκας (Μάτσας), ενώ σαν σώμα ενόρκων λειτούργησε το σύνολο των παρευρισκόμενων στο ακροατήριο φοιτητών. Η ετυμηγορία και η διαδικασία, όσο απολαυστική και δημιουργική και να ήταν, δεν είναι το κεντρικό θέμα του παρόντος κειμένου. Αλλού θέλω να σταθώ.
Τα παιδιά από την Ήπειρο, με τους καθηγητές και τους συνοδούς τους, κατέβηκαν με πούλμαν στην Αθήνα για την αναπαράσταση. Προτού κατέβουν, γύρισαν την τοπική κοινωνία κι εξασφάλισαν «πεσκέσια» για τους «χαμουτζήδες»: κουλουράκια, χυμοί και άλλα κεράσματα ταξίδεψαν από την Άρτα για να δώσουν ένα ξεχωριστό «χρώμα» στην ημερίδα. Με τον τρόπο αυτό, αλλά και την συνολική τους παρουσία και απαρτία, οι φιλοξενούμενοι, οι μουσαφιραίοι, μετατράπηκαν σε οικοδεσπότες δείχνοντας εμπράκτως την αγάπη και την επιστήμη τους για το αντικείμενο του πόθου τους, που δεν είναι άλλο από τη μουσική. Τη μουσική γενικά, όπως ορίστηκε παραπάνω.
Αυτό το ταλαιπωρημένο από την πολιτεία τμήμα, το Τ.Ε.Ι. Λαϊκής και Παραδοσιακής Μουσικής της Ηπείρου, «δε μασάει» και πάει κόντρα στη δυσκολία. Τι κι αν το κράτος βάζει εμπόδια, τα παιδιά είναι καλά προπονημένα από τους καθηγητές τους και τα υπερπηδούν. Όχι από δονκιχωτισμό ή τρέλα, αλλά επειδή δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς. Προσωπικά, τους βγάζω το καπέλο. Νιώθω μια σχετική «ασφάλεια» και σιγουριά για τις μουσικές αυτού του τόπου. Βρίσκονται σε καλά χέρια, που δεν βάζουν ταμπέλες. Παραδοσιακή μουσική λέγεται. Και αφορά στη μουσική του τόπου αυτού συνολικά. Την παλιά και την καινούργια. Γεια σας ρε μάγκες!
Γιώργος Μυζάλης