Το καλοκαίρι του 1998 ήμουν 17 χρονών και ήταν η πρώτη φορά που συνειδητοποίησα πως είχα ένα καταπληκτικό σώμα. Ήμουν 48 κιλά, γυμνασμένη και χωρίς ίχνος κυτταρίτιδας. Δεν το κατάλαβα επειδή με ενδιέφερε, αλλά επειδή μου το έλεγαν συχνά οι γυναίκες γύρω μου. Όπως το άκουγα, έτσι το ξέχναγα γιατί είχα άλλα θέματα να ασχοληθώ που δεν περιελάμβαναν καθόλου την εικόνα μου. Ο νους μου ήταν αν θα βγω, πως θα διασκεδάσω και που θα πάω διακοπές. Πόσο πραγματικά ευτυχισμένη ήμουν.
Το τέλειο αυτό σώμα, το είχα για αρκετά ακόμη χρόνια. Ήμουν τυχερή.
Όσο όμως περνούσαν τα χρόνια, έβλεπα μερικά πράγματα που άρχισαν να μην μου αρέσουν πάνω μου και τα διόρθωνα: έκανα ρινοπλαστική και αυξητική μαστών και έτσι έλυνα αμέσως τις όποιες ατέλειες εμφανίζονταν ή τουλάχιστον θεωρούσα ότι εμφανίζονταν πάνω μου. Όταν στα early 30s μου διαπίστωσα ότι έχω αρχίσει να εμφανίζω κυτταρίτιδα, προσπάθησα να την καταπολεμήσω κι αυτήν. Χρησιμοποίησα από κρέμες μέχρι ενέσεις μεσοθεραπείας αλλά διαπίστωνα ότι αντιστεκόταν σθεναρά. Η κυτταρίτιδα ήταν πολύ σκληρός καργιόλης. Και όπως φαινόταν πιο σκληρός από εμένα. Είχα λοιπόν δυο επιλογές: ή να της επιστέψω να με στεναχωρεί ή να την αποδεχτώ.
Η αλήθεια είναι πως μέχρι να πάρω την τελική μου απόφαση συνέχισα για πολύ μεγάλο διάστημα να την πολεμάω: έκανα σπουδαία διατροφή, πολλή γυμναστική, επισκεπτόμουν τον πλαστικό χειρουργό για να μου προτείνει διάφορες θεραπείες και που και που ξενέρωνα επειδή η όψη φλοιού πορτοκαλιού φαινόταν από τα κοντά σορτσάκια ή όταν φορούσα το μαγιό μου. Κατέληξα μετά από σκληρούς αγώνες ότι είναι μια κατάσταση που δεν ανατρέπεται και ότι πρέπει να συμβιβαστώ με το να την έχω πάνω μου. Ήταν ένα κομμάτι του εαυτού μου. Το τέλειο σώμα δεν ήταν πια πλεονέκτημά μου και είχα κι εγώ κυτταρίτιδα αν και φυσιολογικό βάρος- είχα φτάσει πλέον τα 55 κιλά.
Κοιτούσα τις παλιές μου φωτογραφίες οι οποίες ήταν ξένοιαστες και αψεγάδιαστες και έκανα τη σύγκριση με τις τωρινές που δεν ήταν ούτε το ένα, ούτε το άλλο. Ο χρόνος είχε περάσει και μαζί του είχε αλλάξει ο μεταβολισμός και η ψυχολογία μου όχι απαραίτητα επειδή συνδέονταν εξ αρχής, αλλά οπωσδήποτε συνδέθηκαν στη συνέχεια. Εκεί κατάλαβα πως δεν είναι δυνατόν να επιτρέψω σε μερικά εκατοστά μη λείας όψης επιδερμίδας να με κάνουν να τρελαθώ και την αποδέχθηκα καθώς ήμουν αρκετά λογική για να δω άλλα πιο σημαντικά και όμορφα πράγματα που είχα κατακτήσει με τα χρόνια.
Μεγαλώνοντας είχα βρει το στυλ μου, είχα διαμορφώσει την προσωπικότητά μου, ήξερα πώς να ντυθώ και πάνω από όλα, τα είχα βρει με τον εαυτό μου, ακόμα κι αν αυτός είχε και λίγη κυτταρίτιδα. Δεν θυμάμαι επίσης κανέναν άντρα να μου σχολιάσει το γεγονός ότι έχω κυτταρίτιδα, θυμάμαι όμως αρκετές γυναίκες. Τότε συνειδητοποίησα πως η κυτταρίτιδα ενοχλεί κυρίως εμάς τις ίδιες κι όχι το αντίθετο φύλο. Είναι ο δικός μας δαίμονας, ο δικός μας εφιάλτης, το δικό μας πρόβλημα και όχι εκείνο των ανδρών. Και τότε θυμήθηκα ότι και τα χρόνια που είχα το τέλειο σώμα, πάλι τις γυναίκες απασχολούσε. Οι άντρες κοιτούσαν άλλα πράγματα ή έστω άλλα σημεία πάνω μου.
Η κυτταρίτιδα ήταν ο προσωπικός μου δαίμονας και κυρίως την παρατηρούσαν οι γυναίκες γύρω μου.
Το φετινό καλοκαίρι στα 40 μου, είμαι εξαιρετικά τυχερή που ακόμα βρίσκομαι στα 55 κιλά, έχω κυτταρίτιδα και δεν είμαι τόσο γυμνασμένη μετά από ενάμιση χρόνο με κλειστά γυμναστήρια, αλλά δεν ντρέπομαι καθόλου να φορέσω το στρινγκ μαγιό μου και να βγω περήφανη στην παραλία χωρίς φόβο για τα βλέμματα και τα σχόλια των άλλων, επειδή με αγαπάω. Με αγαπάω γιατί είμαι πολλά περισσότερα από δυο γλουτούς που έχουν μη λεία όψη. Και αυτό εκπέμπω και προς τα έξω. Αυτό εισπράττουν και οι άλλοι. Έπαψα να είμαι στεναχωρημένη επειδή δεν έχω πια τα τέλεια οπίσθια, δεν ήταν και τόσο σπουδαίος λόγος εδώ που τα λέμε ώστε να καθορίζει την ευτυχία μου.
Ξέρω ότι θέλει πολλή δουλειά για να αγαπήσεις τον εαυτό σου και το σώμα σου με όλα τα αψεγάδιαστα πρότυπα ομορφιάς που προβάλλονται εκεί έξω και όλες τις ψεύτικες εικόνες που περνάνε καθημερινά μπροστά μας στα social media, όμως πρέπει να δούμε πέρα από αυτά. Είναι δύσκολο να αντικρύσουμε ψύχραιμα την εικόνα μας συγκριτικά με όσα βλέπουμε, να την αξιολογήσουμε, να την αγκαλιάσουμε και να την αποδεχθούμε, όμως και τι άλλο να κάνουμε; Να μας μισούμε όσο ζούμε επειδή δεν έχουμε τέλειο κώλο; Αλήθεια τώρα; Αυτό μας αξίζει;
Όχι αγαπητή μου κυτταρίτιδα. Δεν μπορείς να με κάνεις να νιώσω άσχημα. Αντιθέτως εσύ πρέπει να νιώθεις άσχημα που είσαι μια παραφωνία πάνω σε έναν κατά τα άλλα υπέροχο άνθρωπο που αγαπάει τόσο το μέσα όσο και το έξω του.
Την επόμενη φορά που θα κοιτάξεις το σώμα σου σε έναν θρασύτατο καθρέφτη, προσπάθησε να δεις περισσότερα από αυτά που είναι διατεθειμένος να σου δείξει. Κράτησε αυτά και νιώσε όμορφη. Ακόμα και με κυτταρίτιδα.