Δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα από το να βρεθείς σε μια συνέντευξη και αντιμέτωπος με μια ερώτηση που ή δε σου γεμίζει το μάτι ή… δεν τη γνωρίζεις. Οι πρώτες σκέψεις που σου έρχονται στο μυαλό είναι να ανοίξει η γη να σε καταπιεί – καλύτερα η γη να σου πω την αλήθεια παρά ο συνεντευξιάζων -, η πίεση σου ανεβαίνει επικίνδυνα και κρύος ιδρώτας σε κατακλύζει. Οι δεύτερες σκέψεις που πρέπει να σου έρθουν στο μυαλό, όμως, είναι οι παρακάτω και αν τις ακολουθήσεις κατά γράμμα θα με ευγνωμονείς (μια από τις χαρές της συντάκτριας).
Μείνει ήρεμος. Όσο δύσκολο κι αν σου φαίνεται, η ηρεμία είναι το κλειδί της επιτυχίας σε τέτοιου είδους καταστάσεις. Αν πανικοβληθείς, το σώμα σου θα ενεργήσει ανάλογα (ο ιδρώτας που λέγαμε), δε θα σκέφτεσαι καθαρά και η απάντηση που θα δώσεις θα σου δείξει τη λεγόμενη «έξοδο – τα κουβαδάκια σου και σε άλλη παραλία». Πάρε βαθιές ανάσες και πες στον εαυτό σου ότι δεν τρέχει τίποτα, χρειάζεσαι απλώς περισσότερη επεξεργασία. Δεν υπάρχει κάτι που να μπορεί να αλλάξει τα πράγματα εκτός από το να παραμείνεις ψύχραιμος, ώστε να βρεις την κατάλληλη απάντηση.
Δεν υπάρχει «δεν ξέρω» ή «δε μπορώ» σαν απάντηση. Αυτές οι ακατάλληλες φράσεις θα δείξουν στον συνεντευξιάζοντά σου ότι είσαι άτομο που τα παρατά με την πρώτη δυσκολία και τότε την έξοδο που σου έλεγα πιο πάνω την έχεις στο τσεπάκι σου. Από την άλλη, μπορεί να φταίει και η διατύπωση της ερώτησης. Ζήτησε ευγενικά να σου επαναλάβει την ερώτηση ή να σου προσδιορίσει τη σημασία της. Πάρε την ερώτηση και κάνε την δική σου, ανακάλυψέ την και προσπάθησε να βρεις τις πιθανότερες απαντήσεις.
Εάν πάλι έχεις επίγνωση του αντικειμένου της ερώτησης πάρε χρόνο να μιλήσεις στον συνεντευξιάζοντά σου περί αυτής της κατάστασης. Γρήγορα θα ανακαλύψεις ότι μιλώντας για αυτήν την ερώτηση θα σου έρθουν άμεσα όλο και περισσότερες πληροφορίες.
Πες πώς θα βρεις την απάντηση. Οι εργοδότες είθισται να κάνουν δύσκολες ερωτήσεις στους υποψηφίους για τον απλό λόγο ότι θέλουν να ανακαλύψουν τον τρόπο σκέψης τους. Μερικές φορές η διαδικασία σκέψης μπορεί να είναι σημαντικότερη από την εκάστοτε απάντηση. Οπότε, φρόντισε να μιλήσεις για τον τρόπο με τον οποίο σκοπεύεις να πραγματευτείς την ερώτησή σου. Δώσε τους την ευκαιρία που επιζητούν σε κάθε συνέντευξη. Πάρε το μέρος τους. Μάλιστα, καθώς προσπαθείς να βρεις την απάντηση φρόντισε να μην είσαι απόλυτος και σίγουρος, διότι μόνο έτσι θα φανείς ειλικρινής.
Αν και ανέφερα παραπάνω ότι καλό θα ήταν να μην παραδεχτείς ότι δε γνωρίζεις την απάντηση, τώρα θα σου πω ότι υπάρχει μια εξαίρεση στον κανόνα. Εάν η απάντηση σχετίζεται με κάτι που βασίζεται στη μνήμη, όπως ο ορισμός μιας λέξης, τότε είναι προτιμότερο να εξηγήσεις ότι δε γνωρίζεις την απάντηση. Μια απάντηση του τύπου: «Είναι μια καλή ερώτηση, αλλά λυπάμαι, δεν έχω την απάντηση αυτή τη στιγμή στο μυαλό μου. Είμαι σίγουρος ότι θα τη βρω μετά τη συνέντευξη.» είναι η ιδανικότερη σε αυτή την περίπτωση. Απλή, λιτή κι απέριττη.
Στείλε ένα e-mail. Αυτό είναι ένα βήμα, στο οποίο θα προχωρήσεις μόνο αν αντιληφθείς ότι τα πράγματα δυσκολεύουν. Δες το σαν μια δεύτερη ευκαιρία πριν προλάβεις να απογοητευτείς. Μίλα για την ερώτηση που σε δυσκόλεψε, αλλά σε ήπιο τόνο. Σιγουρέψου ότι δίνεις βάση στα λάθη, στα οποία ο εργοδότης σου επικεντρώθηκε και όχι σε εκείνα που δεν πρόσεξε. Μην πεις κάτι του τύπου: «Συγγνώμη, αλλά δε γνωρίζω την απάντηση». Αντίθετα, εξήγησε ότι έπειτα από σκέψη και προσπάθεια, κατάφερες να βρεις πιθανές απαντήσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να δώσουν λύση στο πρόβλημα.
Είναι πασιφανές ότι δε θέλει κόπο, αλλά τρόπο. Αυτό που μετράει τις περισσότερες φορές είναι η προσπάθεια και η θέληση και όχι τόσο το αποτέλεσμα. Εκεί βρίσκεται η πραγματική απάντηση που χρειάζεται ο άλλος για να σε εμπιστευτεί και να σου δώσει μια ευκαιρία. Την επόμενη φορά, λοιπόν, που θα βρεθείς σε μια συνέντευξη διάβασε αυτό το άρθρο και μετά ευχαρίστησέ με. Ευχαριστώ. Αυτά.