Από την περασμένη Πέμπτη προβάλλεται στην Ελλάδα η πολυαναμενόμενη «Ζωή της Αντέλ» ή καλύτερα «Blue Is The Warmest Colour», η ταινία που έγινε διάσημη για τις φλογερές ερωτικές σκηνές της και έκανε την Αντέλ Εξαρχόπουλος σούπερσταρ. Για τη σημασία της βράβευσής της στις Κάννες τα λέγαμε εδώ, αλλά οι αντιδράσεις του κοινού είναι πάντα πιο ενδιαφέρουσες από ένα βραβείο μιας κριτικής επιτροπής, όποια και να είναι αυτή. Η ταινία αντιμετωπίστηκε στη χώρα μας ως πορνό, με πρωτοσέλιδα σε φυλλάδες τύπου «Η ταινία που προωθεί το λεσβιακό σεξ» και αποκορύφωμα την εμετική συνέντευξη της Αντέλ σε γνωστό δημοσιογράφο, ο οποίος με τις πανταχού παρούσες παρενθέσεις του μας έκανε να νιώσουμε το λιγότερο άβολα.
Πάντα η ομοφυλοφιλία στη μεγάλη οθόνη ήταν δύσκολο θέμα. Μέχρι ένα σημείο, οι περισσότερες γκέι ταινίες ήταν ανεξάρτητες μικρές παραγωγές, συνήθως Ευρωπαϊκές καθώς στην Αμερική η λογοκρισία δεν επέτρεπε τέτοια πράγματα, ενώ οι πιο hardcore σκηνές αφορούσαν περισσότερο προκλητικές ματιές και υπονοούμενα ή στιγμιαία ενσταντανέ. Από τις πρώτες ταινίες που χαρακτηρίστηκαν «λεσβιακές» (αν και ο χαρακτηρισμός δεν μου αρέσει τόσο) ήταν η “Salome” του 1923, λόγω κυρίως της φήμης που συνόδευε την πρωταγωνίστρια ότι ήταν ομοφυλόφιλη. Πιο τολμηρή και πρωτοπόρα, η Μάρλεν Ντίτριχ το 1930 στην ταινία «Maroko» ανταλάσσει ένα καυτό φιλί με μια γυναίκα, με τη χαρακτηριστική ανδρόγυνη περιβολή της.
Μέχρι το 1960 που τα πράγματα άρχισαν να γίνονται πιο ελεύθερα όσον αφορά την απεικόνιση των ομοφυλοφίλων στη μεγάλη οθόνη, η πλειοψηφία αυτών των ρόλων περιορίστηκε σε προβληματικούς χαρακτήρες, «κακούς» ή ψυχολογικά ασταθείς, οι οποίοι συνήθως δεν είχαν αίσια κατάληξη. Εκείνες τις δεκαετίες έκαναν την εμφάνισή τους ταινίες που αφορούσαν την «αλλαγή» ενός άντρα σε γυναίκα ή το αντίστροφο, όπως η “Sylvia Scarlett” με πρωταγωνίστρια την Κάθριν Χέπμπορν, που βέβαια πάτωσε εμπορικά. Το 1968 η ταινία «Therese And Isabelle», μια ιστορία για δύο κορίτσια που ερωτεύτηκαν σε ένα οικοτροφείο, άρχισε να αλλάζει το τοπίο. Πλέον οι γυναίκες μπορούσαν πιο εύκολα να ζήσουν το ρομάντζο τους, τουλάχιστον στην Ευρώπη, κάτι που μετά το κίνημα του Stonewall στη Νέα Υόρκη άρχισε να γίνεται αποδεκτό και στην Αμερική.
Το σεξ μεταξύ γυναικών άρχισε να απεικονίζεται πιο προκλητικά τη δεκαετία του ΄80, κυρίως ως εργαλείο για δημοσιότητα. Το “The Hunger” έμεινε στην ιστορία για τη σκηνή μεταξύ της Κατρίν Ντενέβ και της Σούζαν Σάραντον, η οποία δεν προσέφερε τίποτα στην υπόθεση αλλά ήταν πολύ γουάο να βλέπεις δυο μεγάλες κυρίες της εποχής να επιδίδονται σε τέτοιες άσεμνες πράξεις. Οι ομοφυλόφιλες γυναίκες άρχισαν να κερδίζουν κινηματογραφικό έδαφος σιγά σιγά, ακόμα και χωρίς να επιδίδονται σε σεξουαλικές πράξεις και ερμηνεύτηκαν από διάσημες σταρ, όπως τη Σερ στο “Silkwood” του 1983.
Από τα μέσα της επόμενης δεκαετίας, το σεξ μεταξύ γυναικών έγινε must. Οι σκηνές άρχισαν να γίνονται περισσότερο αποκαλυπτικές, συνήθως είχαν το χαρακτήρα της πρόκλησης. H Κριστίν Σκοτ Τόμας στο “Bitter Moon”, η Ναόμι Γουότς στο “Mulholland Drive” και η Σάρα Μισέλ Γκέλαρ στο “Cruel Intentions”, όλες επιδόθηκαν σε περιπτύξεις με τις συμπρωταγωνίστριές τους. Το “Bound”, το σκηνοθετικό ντεμπούτο των αδερφών Γουατσόφσκι, έθεσε επί κλίνης το role – playing στο σεξ (μια γυναίκα λίγο πιο butch από την άλλη) ενώ το camp υπερθέαμα “Wild Things” έμεινε στην ποπ ιστορία λόγω της σκηνής στην πισίνα μεταξύ της Νιβ Κάμπελ και της Ντενίζ Ρίτσαρντς. Σε καμία περίπτωση όμως οι σεναριογράφοι δεν εγκλωβίστηκαν στο σεξ ως μέσο πρόκλησης και εμπορικής επιτυχίας. Το “Go Fish” του 1994 ακολουθεί μια παρέα ομοφυλόφιλων γυναικών και τον έρωτα που ανάβει μεταξύ δύο. Με το gender playing ασχολήθηκε το “Boys Don’t Cry”, όπου η Χίλαρι Σουανκ αναπτύσσει μια σχέση με γυναίκα, χωρίς η ίδια να ξέρει το πραγματικό της φύλο, κάτι σαν το “Victor Victoria” σε γυναικείο ή και το “Η Αρχόντισσα και ο Αλήτης” (εδώ δεν αγγίζουμε).
Ο Σαπφικός έρωτας πλέον έγινε μέσο έκφρασης. Στο “Thirteen” ήταν η ανακάλυψη της σεξουαλικότητας κατά την εφηβεία, στο “The Kids Are Alright” έγινε μέρος της ρουτίνας ενός ζευγαριού. Η σχέση των δύο γυναικών είναι μια καθημερινότητα, ο έρωτας είναι μέρος της, και αυτό ακριβώς αποτυπώνεται στην ταινία, σε μια σκηνή απαλλαγμένη από κάθε είδους έξαψη.
Και φτάνουμε στον Αμπντελατίφ Κεσίς και στο δημιούργημά του. Συνολικά, πρόκειται για μια πανέμορφη ταινία και ο έρωτας των δύο κοριτσιών κάνει τα μάγουλά σου να κοκκινίζουν σαν της Αντέλ. Δεν είναι κακό μια ταινία να φλερτάρει με την πορνογραφία, επειδή δεν έχει κάτι να κρύψει, όπως το “Weekend” που τα υγρά των αγοριών ήταν σε πρώτο πλάνο. Από την άλλη, δεν είναι και σίγουρο κατά πόσο το άψογα ενορχηστρωμένο σεξ της ταινίας ήταν απλά μια απενοχοποιημένη ερωτική σκηνή τύπου “όλοι αυτό κάνουμε, γιατί να το κρύψωμεν άλλωστε;”, ή ένα μέσο του Κεσίς να ικανοποιήσει φιλοδοξίες, ηδονοβλεψίες ή ό,τι άλλο είχε μέσα στο κεφάλι του. Και αυτή είναι η παγίδα στην οποία πέφτει η ταινία. Όπως και να ‘χει, αντιδράσεις σαν τα πρωτοσέλιδα για “λεσβιακή προπαγάνδα” και τις ατάκες τύπου “θα σας βγουν τα μάτια έξω” ανήκουν στο 1930. Ακόμα και τότε η Ντίτριχ θα μας χαστούκιζε, μέσα στο καλοραμμένο της σμόκιν.
Γιώργος Παπαλάμπρος (@geor_pap)