«Η βία είναι ακριβώς έξω απ’ την πόρτα μας. Ήταν ήδη αρκετά κοντά στο σπίτι μας. Τώρα φαίνεται να γίνεται προσωπικό θέμα, σαν να ήρθε και μπήκε στη ζωή μας.»
Η κλασική αστυνομική λογοτεχνία στην πιο δροσερή της εκδοχή. Το όγδοο μυθιστόρημα της Ann Cleeves που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Κλειδάριθμος, έχει τίτλο Λευκές Νύχτες και είναι βέβαιο ότι θα σας ξενυχτήσει! Αποτελεί τη συνέχεια του διακεκριμένου με Duncan Lawrie Dagger (Βραβείο Καλύτερου Αστυνομικού Μυθιστορήματος), Μαύρα Φτερά, που διαδραματίζεται επίσης στο απομονωμένο σύμπλεγμα των Νησιών Σέτλαντ της Σκωτίας.
Η σκηνογραφία της δράσης, στήνεται πάνω σε μια ιδιαίτερη περίοδο του χρόνου, όπου οι μέρες είναι ατέλειωτες, λόγω της μεγάλης τους διάρκειας, αποδιοργανώνοντας τα βιολογικά ρολόγια τόσο των ντόπιων όσο και των τουριστών που επιλέγουν τα φιλήσυχα νησάκια για καλοκαιρινή χαλάρωση και παραθερισμό. Είναι εκείνη η περίοδος του χρόνου, όπου η παρατεταμένη αϋπνία κάπου τρελαίνει τους ανθρώπους και τους φέρνει στα όριά τους. Μια ομάδα τουριστών που πραγματοποιεί κρουαζιέρα, κάνει στάση στο Λέρικ για να περάσει μια ελεύθερη βραδιά. Εκεί σε μια πρόσφατα ανακαινισμένη γκαλερί, διοργανώνεται μια έκθεση ζωγραφικής που θα οδηγηθεί σε φιάσκο. Ανάμεσα στον κόσμο που επισκέπτεται την έκθεση αυτή, υπάρχει και ένας άντρας ο οποίος, μπροστά σε ένα από τα έργα καταρρέει και αρχίζει να κλαίει με αναφιλητά. Όπως λέει σε αυτούς που τον πλησιάζουν για να του συμπαρασταθούν, δεν έχει κάποια προσωπικά αντικείμενα μαζί του και δεν είναι σε θέση να θυμηθεί καν και πως βρέθηκε στο συγκεκριμένο το μέρος. Αυτός ο μυστηριώδης άντρας, λίγες ώρες αργότερα, θα βρεθεί κρεμασμένος μέσα σε μια ξύλινη καλύβα την οποία οι κάτοικοι χρησιμοποιούν ως αποθήκη κυρίως για το ψάρεμα. Αρχικά, αυτή η υπόθεση μοιάζει με αυτοκτονία, όμως σύντομα ο επιθεωρητής της τοπικής αστυνομίας Τζίμι Πέρεζ, θα καταλάβει ότι πρόκειται για μια ψυχρή δολοφονία. Ψάχνοντας όλο και πιο βαθιά αυτή την αλλόκοτη υπόθεση θα φέρει στην επιφάνεια άλλους δύο φόνους και πολλά συγκλονιστικά στοιχεία που θα καταλήξουν σε ένα αναπάντεχο τέλος.
Η Ann Cleeves, τόσο στον τρόπο που στήνει όλο το σκηνικό της δράσης όσο και σ’ εκείνο που παρουσιάζει το ένα μετά το άλλο τα πρόσωπα της υπόθεσης, τις μικρές προσωπικές ιστορίες τους αλλά και το παρελθόν που κουβαλάνε, θυμίζει αρκετά το στυλ της αξεπέραστης Agatha Christie. Δεν είναι καθόλου τυχαίο άλλωστε το γεγονός ότι την θεωρούν ως μια από τις πιο σημαντικές επιγόνους της. Διατηρώντας ένα σταθερά ανοδικό αστυνομικό τέμπο και εμπλέκοντας στην ιστορία όλο και περισσότερα πρόσωπα, η Ann Cleeves καταφέρνει να οδηγήσει τον αναγνώστη σε ένα σημείο όπου όλοι μοιάζουν ένοχοι και πιθανοί δολοφόνοι αφού οι μεταξύ τους συσχετίσεις είναι στενές και ύποπτες. Αυτό το μπαλατζάρισμα ανάμεσα στους πιθανούς ενόχους η συγγραφέας φαίνεται ότι ξέρει με μεγάλη μαεστρία να χειρίζεται και μοιάζει σαν να παίζει με τους αναγνώστες της ένα δελεαστικό παιχνίδι γεμάτο από πλάνες και ανατροπές.
Ένας απομονωμένος τόπος, μια κοινωνία που έχει τους δικούς της κανόνες λειτουργίας, πολλά ερμητικά κλεισμένα στόματα, κάτοικοι που γνωρίζονται μεταξύ τους από τα μικράτα τους, συναρπαστικοί χαρακτήρες και μυστικά θαμμένα στο μακρινό παρελθόν… Αυτά είναι μόνο μερικά από τα στοιχεία που θα σας παρασύρουν σε μια αστυνομική υπόθεση που δεν θα θελήσετε να αποχωριστείτε μέχρι να την ξεδιαλύνετε.