Ήρθε με το vintage παλτό της, της μπότες της μαμάς της, ένα φανταστικό φόρεμα και τα εντυπωσιακά γυαλιά μίας ελληνικής εταιρείας, όπως μου είπε. Σίγουρα ήρθε με την υπομονή και την κατανόησή της, μιας και καθυστέρησα αρκετά να ξεκινήσουμε τη συνέντευξή μας. Δεν της είπα ότι μόλις μπήκε στα Starbucks γύρισαν όλοι να τη κοιτάξουν γιατί ήξερα ήδη ότι ήταν κάτι που θα την χαροποιούσε αλλά στ’ αλήθεια δεν θα την ενδιέφερε τόσο. Μάλιστα, στο μέσο της συζήτησής μας παρατήρησα ότι ένας κύριος επέλεξε να κάτσει σε μια άβολη γωνία δίπλα μας μόνο και μόνο για να παρακολουθήσει την κουβέντα.

‘«Οτιδήποτε κάνεις σε οδηγεί σε κάτι άλλο, είτε μία επιτυχία είτε μία αποτυχία, “όλα σε οδηγούν σ’ αυτό που είσαι σήμερα» μού λέει η Λίλα Μπακλέση για να μου αιτιολογήσει γιατί επιλέγει ως την ταινία ”Όλα είναι δρόμος” ως την ταινία που περιγράφει την πορεία της ζωής της μέχρι σήμερα. «Είναι μία από τις αγαπημένες μου ταινίες. Δείχνει τόσα πολλά για τις παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας.» Και προσθέτει, «Επειδή έχουμε κάνει πολλές περιοδείες πάντα νομίζω ότι η διαδρομή μου στο θέατρο περνάει και μέσα από διάφορα σημεία της Ελλάδας. Με το “Οι κάτω από τα αστέρια” με τον Κωνσταντίνο Μπιμπή αλλά και με το ”Η Βίλα” με τη Νατάσσα Εξηνταβελόνη και την Αγγελική Πασπαλιάρη, αλλά και με τη Δάφνη που έχει βρεθεί στην Πάτρα και στη Θεσσαλονίκη, μέχρι σήμερα».

Αναρωτιέμαι κατά πόσο επηρεάζει το κοινό μία παράσταση. «Οι παραστάσεις δημιουργούνται και εξελίσσονται κάθε φορά ανάλογα και με το κοινό. Αν ταξιδέψεις μία παράσταση σε διαφορετικές πόλεις και κοινά είναι σαν να έχεις έναν επιπλέον σκηνοθέτη ή δραματουργό. Το κοινό κάθε μέρα είναι διαφορετικό και η σημαντική διαφοροποίηση είναι κατά πόσο είναι ευαισθητοποιημένοι με κάποια θέματα και πόσο ανοικτοί είναι. Σκέψου ότι στην επαρχία μπορεί κάποιος να μην έχει ξαναδεί θέατρο».

Είναι το σημείο που η Λίλα μου τονίζει πόσο σημαντικός είναι ο θεσμός των ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. «Οι ομάδες των ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. δεν στηρίζονται από την πολιτεία όπως γινόταν παλιά. Το να αναπτυχθούν τα θεατρικά δρώμενα περισσότερο στην περιφέρεια θα μπορούσε να αλλάξει πολλά πράγματα σε κοινωνικό πλαίσιο». 

Ήταν όλοι τους παιδιά μου” και η αξία της χημείας σε μία ομάδα ηθοποιών

Η Λίλα φέτος, από Τετάρτη έως Κυριακή συμμετέχει στο ανέβασμα “Ήταν όλοι τους παιδιά μου“, ένα από τα χαρακτηριστικότερα μεταπολεμικά δράματα του Άρθρουρ Μίλερ. Μία ιστορία που αναδεικνύει τις επιπτώσεις του στυγνού καπιταλισμού και την ανάγκη να γίνουν τεθούν ως προτεραιότητες η ηθική και η κοινωνική ευθύνη. Το έργο ανεβαίνει σε μια συναισθηματικά φορτισμένη παράσταση από τον Γιώργο Νανούρη με τους Γιώργο Γάλλο, Άννα Μάσχα, Κωνσταντίνο Μπιμπή και Λίλα Μπακλέση, Δημήτρη Σέρφα και Άννα Λουιζίδη.

Αναφέρω στη Λίλα ότι έφυγα με ταχυπαλμία μόλις τελείωσε η παράσταση στο θέατρο Αλκυονίς, όχι μόνο εξαιτίας των έντονων συναισθημάτων αλλά και τη φόρτιση του ότι όλοι μαζί βιώσαμε ταυτόχρονα την ίδια διαπίστωση: Πόσο επίκαιρο είναι το έργο. «Ο κόσμος κάνει σύνδεση με την ατιμωρησία που επικρατεί, με την ευθύνη, οτι υπάρχουν άνθρωποι που γίνονται πλούσιοι από τις πολεμικές συρράξεις και εμείς τους θεωρούμε σημαντικά μέλη της κοινωνίας μας, αφού το χρήμα κινεί τα πάντα. Ίσως είναι αυτό που τους αγγίζει παραπάνω», μού λέει. 

«Η Άνι, ο ρόλος μου στο έργο, αντιπροσωπεύει τη μοντέρνα Αμερική σε αντιδιαστολή με την Κέιτ Κέλερ που είναι η παραδοσιακή φιγούρα. Η Άνι είναι μία σκληρή γυναίκα που έχει πάρει τις αποφάσεις της. Θέλει να προχωρήσει παρακάτω αλλά το τραύμα της την εμποδίζει. Θέλει να παντρευτεί τον αδερφό του αρραβωνιαστικού της που έχει χαθεί στον πόλεμο γιατί μάλλον είναι και ο μοναδικός που μπορεί να τη νιώσει, να την καταλάβει και να συνδεθεί μαζί του ουσιαστικά. Το τραύμα της είναι αυτό που την οδηγεί στην ανάγκη να υπάρξει σε μία κανονικότητα και να υποδυθεί ότι όλα είναι μία χαρά γι’ αυτό τη βλέπουμε να αντιστέκεται ακόμα και στον αδερφό της που προσπαθεί να εκθέσει την πραγματικότητα. Στην ουσία η Άνι προσπαθεί, μέσα από τη συναισθηματική της φόρτιση, να βρει την ηρεμία και την ισορροπία, χωρίς να αφήσει το βαλιτσάκι από το τραύμα της. Είναι λίγο μπλεγμένες αυτές οι έννοιες όταν μιλάμε για την οικογένειά σου. Η συναισθηματική εμπλοκή κάνει πολύ πιο δύσκολες τις αποφάσεις».

Η Λίλα προσπαθεί να βρίσκει κομμάτια του εαυτού της σε ό,τι κι αν κάνει, γιατί «στα σπουδαία έργα πάντα μπορείς να βρεις στοιχεία δικά σου. Διαβάζω πολύ συχνά το πρωτότυπο έργο κι αυτό με βοηθάει πολύ γιατί πάντα ανακαλύπτω κάτι καινούργιο».

Με ενδιαφέρει να μάθω αν είναι καλά σ’ αυτή την ομάδα μιας και λίγο νωρίτερα είχε μοιραστεί μαζί μου πως τα τελευταία περίπου επτά χρόνια επιλέγει να δουλεύει με ανθρώπους που είναι και στενοί φίλοι της. «Το είχα επιλέξει γιατί ήθελα να είμαι σίγουρη ότι θα βρω την ευαισθησία που χρειάζεται σε κάθε δουλειά για να προχωρήσει. Ο Γιώργος (Νανούρης) σε αφήνει να είσαι δημιουργικός και αφήνει ένα κλίμα ασφάλειας στην πρόβα. Συνάντησα αυτούς τους ανθρώπους, την Άννα Μάσχα, τον Γιώργο Γάλλο, την Άννα Λουιζίδη και τον Δημήτρη Σέρφα, κι αυτό που συμβαίνει είναι μαγικό. Κάθε φορά που ανεβαίνουμε στη σκηνή μάς καίει να πούμε αυτή την ιστορία στο κοινό. Το συζητάμε πολύ, βοηθάμε πολύ ο ένας τον άλλον, δεν φοβάμαι ποτέ. Συνομολογούμε ένα ”πάμε και βλέπουμε” και είναι ωραίο αυτό.»

«Η Άννα Μάσχα είναι ένα θαύμα ως άνθρωπος κι ως ηθοποιός. Αυτό που κάνει πάνω στη σκηνή είναι μαγικό. Ακόμα κι αν αλλάξεις ελάχιστα τον τόνο της φωνής σου, θα το αντιληφθεί αμέσως. Είναι πραγματικά παρούσα. Είναι σαν δέκα σχολές υποκριτικής μαζί το να δουλεύεις μαζί της», μού λέει όταν της ζητάω να μου πει ένα μάθημα που έχει διδαχθεί πρόσφατα από τους συναδέλφους της. 

«Μπορείς να πάρεις το πιο ωραίο έργο του κόσμου αλλά να μην είσαι δημιουργικός επειδή είσαι με μία ομάδα που δεν σε αφήνει να λειτουργήσεις ή να σε αφήνει αλλά απλώς να μην ταιριάζεις. Η χημεία παίζει πολύ μεγάλο ρόλο». Κι αφού συμφωνούμε πόσο πολύτιμη είναι η χημεία μεταξύ των συνεργατών σε μία παράσταση της, αναφέρω ότι μερικές φορές μπορεί και να μη συμβαίνει. «Δεν ξέρω πως το κάνουν οι άλλοι ηθοποιοί, εγώ το αποζητώ το ταίριασμα», μου λέει πολύ ξεκάθαρα. 

Η Δάφνη και το ελληνικό κοινό

Τις Δευτέρες και τις Τρίτες, η Λίλα γίνεται η Δάφνη της Rafella Marcus, στο θέατρο ΕΛΕΡ. Ένα κουίρ παραμύθι, μια ιστορία για όλα όσα θα μπορούσαν να έχουν συμβεί διαφορετικά. Ένα σύγχρονο θρίλερ, γραμμένο μόλις το 2022, που συνδιαλέγεται με τον αρχαιοελληνικό μύθο της Δάφνης και του Απόλλωνα. Σύμφωνα με την περίληψη του έργου, «Η Δάφνη είναι μία σύγχρονη γυναίκα που σιχαίνεται τις ταμπέλες και λατρεύει τα φυτά. Προσπαθεί να επιβιώσει στον έξω κόσμο, σ’ αυτόν τον ετεροκανονικό κόσμο: ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ. Ένα βράδυ, ερωτεύεται μία γυναίκα – μια γουόντερ γούμαν. Και ακριβώς τη στιγμή που πιστεύει ότι έχει κατακτήσει την ευτυχία, ένα (όχι και τόσο) μικρό μυστικό από το παρελθόν της, έρχεται να ταράξει τη σχέση και τη ζωή της. […] Ένα αστικό θρίλερ, που πραγματεύεται, με χιούμορ και ευαισθησία, τον δύσκολο και μοναχικό δρόμο της αποδοχής του εαυτού μας>». Το έργο ανέβηκε για πρώτη φορά στο Fringe festival του Εδιμβούργου αποσπώντας τα βραβείο «Summerhall Lustrum Award 2022» και στο Soho Theatre στο Λονδίνο κερδίζοντας το «SoHo Playhouse Medal of Excellence 2022».

Η Λίλα συν-σκηνοθετεί με τον Κωνσταντίνο Μπιμπή και την ‘Αρτεμις Γρύμπλα. «Ο Απόλλωνας κυνηγάει τη Δάφνη για να της ομολογήσει τον έρωτά του αλλά αυτό είναι αυτό που μαθαίνουμε μικροί. Στην πραγματικότητα ο Απόλλωνας κυνηγάει τη Δάφνη για να τη βιάσει. Η Δάφνη ζητάει από τον πατέρα της να τη βοηθήσει και εκείνος τη μεταμορφώνει σε δάφνη. Η δική μας ηρωίδα είναι μία bisexual κοπέλα η οποία κακοποιείται τόσο από την κοινωνία όσο κι από συντρόφους. Εκείνη φαντασιώνεται ότι μεταμορφώνεται σε δέντρο για να μπορέσει να αντέξει όσα της συμβαίνουν», μού περιγράφει το έργο. «Οι Βρετανοί έχουν ένα πολύ ιδιαίτερο χιούμορ και στο -παραπάνω από το μισό έργο- η Δάφνη χειρίζεται τα πράγματα με χιούμορ. Οπότε ουσιαστικά μιλάμε για τη σεξουαλικότητα της γυναίκας και για όλα αυτά τα ταμπού μέσα από την αίσθηση του χιούμορ της Δάφνης. Σκηνοθετικά συμφωνήσαμε να υποδυθούμε τη Δάφνη και οι δύο και νομίζω ότι ο κόσμος δεν μπερδεύεται από αυτό, αντιθέτως συνειδητοποιεί τη διττή φύση του ανθρώπου».

Είναι ένα βραβευμένο έργο, το οποίο έχει μεταφράσει η Λίλα με την Άρτεμις. Ένα έργο που είχαν την ευκαιρία να το γνωρίσουν σε βάθος. τη ρωτάω πόσο έτοιμο είναι το ελληνικό κοινό για την παράσταση. «Το κοινό μπορεί να μην είναι πάντα πολύ έτοιμο για όλα, αλλά δεν πειράζει. Τα σημαντικά έργα έχουν πάντα θέση στο θέατρο. Έχει φύγει κόσμος από την παράσταση. Νομίζω δεν θέλουν να έρθουν αντιμέτωποι με την πραγματικότητα αν και εγώ προσωπικά το εκτιμώ όταν φεύγουν. Είναι μία απόφαση και είναι ειλικρινής. Είναι προτιμότερο από το να κοιτάζουν το κινητό τους», μού λέει η Λίλα.

Η Λίλα θυμάται ότι πέρυσι είχε πραγματοποιηθεί μία Q&A βραδιά με τον Γιώργο Νάστο, στην οποία είχε παραστεί και η συγγραφέας. «Η Marcus βρήκε πολύ διαφορετική την προσέγγιση μας μιας και στο Λονδίνο η παράσταση παίχτηκε από δύο γυναίκες, η μία υποδυόταν τη Δάφνη και η άλλη είχε αναλάβει όλους τους άλλους ρόλους. Βρήκε ενδιαφέρουσα την προσέγγισή, κατάλαβε τα πάντα, όλες τις διαφοροποιήσεις». 

Οι προηγούμενοι ρόλοι, το μέλλον και η ζωή

Η Μενίτα από την παράσταση Οι Κάτω από τα αστέρια και η Αλεχάντρα από την παράσταση Η Βίλα είναι δύο από τους πιο αγαπημένους ρόλους της Λίλας. Της ζητάω να σκεφτεί τι συμβουλές θα της έδιναν αυτοί -οι δύο ξεχωριστοί για εκείνη- ρόλοι της. «Η μία θα μου έλεγε να μην με ενδιαφέρει καθόλου τι λέει ο κόσμος γιατί όλα είναι παροδικά. Να μη με νοιάζει τόσο. Η Αλεχάντρα θα μου έλεγε να μην ξεχνάω ποτέ να έχω πολιτική συνείδηση γιατί είμαστε όλοι πολιτικά όντα. Το τηρώ έτσι κι αλλιώς και τα δύο», λέει.

Αναρωτιέμαι ποιον ρόλο ή έργο θα ήθελε να βάλει ξανά στη ζωή και τι θα άλλαζε αυτή τη φορά. «Και τα δύο έργα παραπάνω έργα έχουμε πει κάποια στιγμή να τα ξανακάνουμε. Ειδικά για το Οι Κάτω από τα Αστέρια, που είναι μία παράσταση που παιζόταν για τέσσερα χρόνια, έχουμε πει πως θέλουμε να τους “συναντήσουμε” ξανά όταν κι εμείς θα είμαστε πιο ώριμοι και ως άνθρωποι αλλά και καλλιτεχνικά, για να δούμε τι άλλο μπορεί να μας φέρει. Ταιριάζει ίσως λίγο περισσότερο επειδή είναι μία ρομαντική ιστορία ενώ για Η Βίλα, δεν μας αφήνει να αλλάξουμε πολλά αφού ήμασταν και παραμένουμε και οι τρεις πολιτικοποιημένες, ακολουθούσαμε δηλαδή ήδη αυτό που επιχειρούσαμε στην παράσταση. Για να σου απαντήσω, πιστεύω πως ό,τι κι αν επαναλάβω ή κάνω μετά από 10 χρόνια θα το κάνω σίγουρα διαφορετικά>».

Λίλα, αν συναντούσες τον μελλοντικό σου εαυτό τι θα ήθελες να σου πει για το μέλλον σου; τη ρωτάω. «Δεν θέλω να μάθω κάτι από το μέλλον, με τρομάζει αυτό. Ελπίζω όμως να μου πει οτι κάνω διαλλείματα από τη δουλειά και πως χαλάω τα λεφτά μου σε ταξίδια για να γυρίζω με πιο καθαρό μυαλό. Μου γεμίζουν τις μπαταρίες τα ταξίδια, να βλέπω άλλες μορφές τέχνης, να γνωρίζω καλλιτέχνες από άλλες χώρες».

Η Λίλα δηλώνει junkie με ταινίες και σειρές. «Βλέπω πάρα πολλές και πια παρατηρώ και σκηνοθετικά στοιχεία». Της ζητάω να μου πει ποια την εντυπωσίασε πρόσφατα και με αιφνιδιάζει με μία ελληνική σειρά. «Θα πως μία ελληνική σειρά, τη Διάφανη Αγάπη. Είναι ένα καλό παράδειγμα του πως όταν υπάρχει καλός σκηνοθέτης, καλός διευθυντής φωτογραφίας, καλοί ηθοποιοί, καλό σενάριο και υπάρχει κι ένα σημαντικό budget, χαίρεσαι με το αποτέλεσμα. Είναι απο τις δουλειές που ζηλεύω. Πιστεύω όμως πως θα γίνουν κι άλλες τέτοιες δουλειές».

Και την αβεβαιότητα, πως την αντιμετωπίζει; «Όχι πάντα με ψυχραιμία, αλλά με ψυχοθεραπεία και με στήριξη από φίλους και οικογένεια. Ο αδερφός μου ζει πλέον στην Αθήνα και αυτό μου δίνει ασφάλεια όπως και οι φίλες και οι φίλοι μου. Οι άνθρωποί μας είναι σημαντικοί, ειδικά επειδή στην Ελλάδα δεν έχουμε κοινωνικό κράτος. Αν μείνω χωρίς δουλειά, αν χτυπήσω το πόδι μου ή πάθει κάτι η φωνή μου υπάρχει ελάχιστη στήριξη κι αυτό το είδαμε κατά τη διάρκεια της πανδημίας».

Τη ρωτάω αν οι ηθοποιοί έχουν ευκαιρίες για πολιτική έκφραση. «Υπάρχει τρομερή λογοκρισία ακόμα και σε συνεντεύξεις. Μπορεί να μιλήσεις κάπου και να χαθούν ολόκληρα κομμάτια. Για τα πολιτικά σχόλια μιλάω. Δεν ήταν έτσι πριν πέντε χρόνια αλλά, ευτυχώς, νομίζω ο κόσμος το καταλαβαίνει. Σκέψου, σε μια συνέντευξη που είχαμε κάνει με τον Κωνσταντίνο (Μπιμπή) για το Ήταν όλοι τους παιδιά μου, αναπόφευκτα συζητήσαμε και για πολιτική, εξάλλου πρόκειται για ένα πολιτικό έργο. Η πρώτη ερώτηση που μας έγινε αφού συζητήσαμε μερικά πράγματα ήταν “Δεν φοβάστε;”. Σοκαρίστηκα γιατί είναι αλήθεια. Κανονικά δεν πρέπει να φοβάσαι αλλά κατάλαβα πως η ερώτηση έχει μία βάση και κρύβει μία πραγματικότητα».

Πριν κλείσω την ηχογράφηση τη ρωτάω τι ονειρεύεται για το μετά. «Μου αρέσει αυτό που κάνει η νέα γενιά. Δεν περιμένει τη συνταξιοδότηση, αλλά κάνει micro retirement. Ταξίδια, ξεκούραση, χωρίς να περιμένει κανείς να φτάσει 70 χρονών για να τα κάνει. Εγώ το κάνω ήδη αυτό εδώ και αρκετά χρόνια. Στο μέλλον θέλω τους ανθρώπους μου, να ζω κοντά στη θάλασσα, να μπορώ να επιστρέφω στην Αθήνα όποτε θέλω, να κάνω ταξίδια και εύχομαι μ’ αυτά να είμαι εντάξει».

Ευχαριστούμε για τη φιλοξενία τα Starbucks (Ποσειδώνος 24, Παλαιό Φάληρο).

Φωτογράφος: Tρύφωνας Νάκης