Τον τελευταίο χρόνο διαπιστώνω πως το μόνο πράγμα στη ζωή που δεν με έχει απογοητεύσει είναι το Netflix.

Περιμένω πως και πως το Σαββατοκύριακο, όχι για να βγω έξω με τις φίλες μου ή να δω το σύντροφό μου, αλλά για να παρακολουθήσω μια σειρά ή μια ταινία στη συγκεκριμένη πλατφόρμα. Βρίσκω μάλιστα πως αυτά τα 11,99 ευρώ που δίνω ως συνδρομή κάθε μήνα σε αυτή, είναι τα πιο value for money που επενδύω σε μόνιμη βάση, καθώς τα ταξίδια, που συνήθιζα να κάνω πριν τον εγκλεισμό που έχει επιφέρει η πανδημία είναι κάτι το οποίο δεν μπορώ να κάνω εδώ και 12 μήνες.

Η τελευταία νέα είσοδος στο Netflix που είδα και με έκανε να σκεφτώ πολλά και να αισθανθώ περισσότερα ήταν η ταινία με τον ελληνικό τίτλο «Μα φυσικά και νοιάζομαι».

Στο «I care a lot» λοιπόν όπως είναι ο αυθεντικός τίτλος, η Rosamund Pike είναι η Marla, μια αδίστακτη τύπισσα που έχει στήσει μια επικερδέστατη επιχείρηση πάνω στην ανάληψη της «κηδεμονίας» ηλικιωμένων οι οποίοι είναι –υποτίθεται- ανίκανοι να διαχειριστούν την περιουσία τους για λόγους ψυχικής και σωματικής υγείας. Κι ενώ όλο αυτό έχει τη βιτρίνα του ανθρωπιστικού έργου, τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι. Βασίζεται κυρίως πάνω σε κομπίνες και σε ένα κύκλωμα που βρίσκει ανυποψίαστα θύματα για να τα κλείσει σε ιδρύματα και η «νόμιμη κηδεμόνας» να καταχραστεί την περιουσία τους.

Netflix

Κάπου εκεί λοιπόν, μια ηλικιωμένη η οποία φαίνεται πως είναι πολύ πλούσια και εντελώς μόνη φαντάζει ως το τέλειο θύμα στα μάτια του κυκλώματος της Marla, όμως τελικά δεν είναι καθόλου έτσι. Η Dianne Wiest που ενσαρκώνει την ηλικιωμένη Jennifer, αν και παρουσιάζεται ως άτεκνη συνταξιούχος δεν είναι ούτε άτεκνη, ούτε συνταξιούχος. Έχει γιο τον Peter Dinklage ο οποίος ενσαρκώνει το ρόλο του Roman, ενός υψηλού στελέχους της Ρωσικής Μαφίας. Και κάπου εκεί, δυο βρώμικα κυκλώματα, -το πιο είναι πιο βρώμικo έχει μικρή σημασία- αρχίζουν να αναμετρώνται για το ποιο θα κερδίσει το άλλο- και μαζί τη Jennifer και αρκετά πανάκριβα διαμάντια-.

Στην πορεία ο θεατής θα καταλάβει ότι όταν δυο άνθρωποι καταλάβουν πως αυτά που τους ενώνουν είναι περισσότερα από αυτά που τους χωρίζουν, συμμαχούν.

Εκεί προς στιγμήν απογοητεύτηκα. Γιατί πίστευα ότι κάποιος από τους δυο φταίει λίγο παραπάνω και έπρεπε να αποδοθεί μια έστω και λειψή δικαιοσύνη. Το τέλος όμως της ταινίας, είναι αυτό που δικαιώνει ολόκληρο το σενάριο και είναι κάτι παραπάνω από διδακτικό.

Netflix

Αυτό που έμαθα από το «Μα φυσικά και νοιάζομαι» είναι ότι όταν στη ζωή σου πατάς επί πτωμάτων, νοιάζεσαι μόνο για το τομάρι σου και πουλάς την ψυχή σου στο διάβολο για να πετύχεις, κάποιος, κάπου, κάπως, κάποτε θα σου θυμίσει ότι μερικές απειλές πιάνουν τόπο, γιατί ήταν δίκαιες, όσο άκομψα κι αν εκφράστηκαν.

Στην αιώνια πάλη του κακού με το καλό, μπορεί το κακό να κερδίζει στα σημεία, αλλά το καλό θα κερδίσει στο τέλος γιατί είναι ο πιο σκληρός καργιόλης αυτής της ζωής.

Αν κάθε μέρα που ξυπνάς αντιμετωπίζεις αδικία και κακία, μπορεί να μην εκδικηθείς εσύ, αλλά κάποιος άλλος για σένα. Αυτό να θυμάσαι και να μην αλλάξεις στρατόπεδο. Ένας κακός άνθρωπος μπορεί φαινομενικά να έχει μια καλύτερη ζωή από έναν καλό αλλά θα έχει σχεδόν σίγουρα ένα χειρότερο τέλος. Εκτός αν δεν σου αρέσουν τα happy end: Τότε εξακολούθησε να φέρεσαι σαν κάθαρμα.

Σε κάθε περίπτωση, να ξέρεις ότι «φυσικά και νοιάζομαι», αλλιώς δεν θα σου έγραφα όλα αυτά.

featured photo: Netflix